Ποιος ήταν ο Ερημίας; Ποιος κρυβόταν πίσω από αυτό το φιλολογικό ψευδώνυμο και κατέδωσε όλον τον κομματικό μηχανισμό του ΚΚΕ στη Μακεδονία οδηγώντας την Ασφάλεια στην εξάρθρωσή του; Ο ιστορικός Αλέξανδρος Δάγκας βρήκε στα αρχεία των υπηρεσιών Ασφαλείας το ημερολόγιο του Ερημία. Πίσω από το ψευδώνυμο αυτό κρυβόταν ένα στέλεχος της Κομμουνιστικής Νεολαίας Θεσσαλονίκης που κατέδιδε καθημερινώς όλες τις κινήσεις των στελεχών του ΚΚΕ στη Μακεδονία. Ο Ερημίας όμως δεν αποτελούσε μεμονωμένο φαινόμενο. Το 1927 το κράτος φοβόταν την εξάπλωση των κομμουνιστικών ιδεών. Στην πάλη του ενάντια στις νέες ιδέες που συγκλόνιζαν τον κόσμο χρησιμοποίησε πολλά μέσα. Ενα από αυτά ήταν και η στρατολόγηση πληροφοριοδοτών.

Ο Ερημίας, όπως αποδεικνύει η έρευνα του Αλ. Δάγκα, ήταν κάποιος Σωτήριος Ιωαννίδης, στέλεχος της ΟΚΝΕ, ο οποίος συνελήφθη τον Φεβρουάριο του 1927 από την Ασφάλεια Θεσσαλονίκης, υπέστη τη σχετική βίαιη «περιποίηση» και δέχτηκε να γίνει πληροφοριοδότης, εντεταλμένος να κινείται στις γραμμές του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος, μεταμφιεσμένος σε ειλικρινή εργάτη, ώστε να συλλέγει πληροφορίες. Φυσικά η εργασία αυτή είχε και την αμοιβή της: 2.000 δραχμές τον μήνα, ποσό ουδόλως μικρό για την εποχή.

Ο Ερημίας καταγράφει σαν σε ημερολόγιο όλες τις κινήσεις των στελεχών αλλά και τις δραστηριότητες των κομματικών και εργατικών οργανώσεων της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης. Αναφέρεται στις συνεδριάσεις των οργανώσεων αναλυτικά: ποιοι παρίστανται, τι συζητούν, τι αποφασίζουν. Από τα πιο σοβαρά ζητήματα, όπως η οργάνωση διαδηλώσεων ή νέων κομματικών πυρήνων, ως τα τρέχοντα της καθημερινότητας, όπως διαλέξεις, λαχειοφόρες αγορές, αντικατάσταση συντρόφων που έχουν λάβει άδεια αναψυχής, θεωρητικά μαθήματα εναντίον των αρχειομαρξιστών κ.ά. Είναι ένας συνεπής πληροφοριοδότης, καθώς τα δελτία των εκθέσεών του είναι γραμμένα σχεδόν με σπουδή δημόσιου υπαλλήλου. Καταγράφει πολλές κινήσεις και πράξεις μέσα στην ίδια ημέρα, με γλώσσα στεγνή, χωρίς επίθετα και σχολιασμούς.

Πολλές φορές η Ασφάλεια είχε δύο πληροφοριοδότες μέσα στην ίδια οργάνωση. Δημιουργούνταν έτσι ανταγωνισμός, αφού εκείνος που θα έφερνε τις πιο πολλές πληροφορίες θα πληρωνόταν καλύτερα.

Οι κομμουνιστές φοβούνταν τους χαφιέδες αλλά δεν έμεναν άπραγοι. Είναι πολύ γνωστό το περιστατικό με τον μυστικό αστυνομικό με το ψευδώνυμο Παπάς που έχει συλλάβει το 1925 τον Ζαχαριάδη και τον μεταφέρει στην Ασφάλεια. Περνώντας από τον περίβολο της Αγίας Σοφίας ο Ζαχαριάδης τον σπρώχνει, αυτός πέφτει σε ένα κενό και σπάει το πόδι του. Εκτοτε ο Παπάς θα γινόταν λυσσώδης πολέμιος των κομμουνιστών, ενώ το Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης θα προειδοποιούσε τους χαφιέδες ότι θα είχαν την τύχη του Παπά. Ενας άλλος γνωστός και μισητός χαφιές ήταν ο «Κινέζος».

Τελικά, τα στοιχεία που είχε συλλέξει η Υπηρεσία Ασφαλείας στη Θεσσαλονίκη από τον Ερημία πρόσφεραν τη δυνατότητα του αιφνιδιασμού. Τα σπίτια των ηγετών Μοναστηριώτη και Γλαυκού ήταν οι επιλεγμένοι στόχοι. Η Ασφάλεια έκανε έφοδο στις 28.5.1927 και κατέσχεσε το πλήρες κομματικό αρχείο με ονόματα, διευθύνσεις, οργανογράμματα των οργανώσεων, οικονομικά δεδομένα. Θα αναρωτηθεί κανείς, πώς μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο εναντίον ενός νόμιμου κόμματος; Η εποχή όμως «μύριζε μπαρούτι». Οι κινητοποιήσεις των καπνεργατών είχαν θορυβήσει τις Αρχές, οι οποίες προέβαιναν σε ενέργειες παράνομες και αντισυνταγματικές. Στην ουσία, όπως τονίζει ο συγγραφέας, η αστική νομιμότητα είχε αρθεί για τους κομμουνιστές, για τους οποίους ίσχυε πλέον ένα καθεστώς ημιπαρανομίας. Ηταν το καθεστώς της «λευκής τρομοκρατίας», όπως την αποκαλούσαν οι τότε αριστεροί.
Η μελέτη του Αλέξανδρου Δάγκα σκιαγραφεί το κλίμα της εποχής με οξύνοια, στηριζόμενη αποκλειστικά στα δεδομένα. Ολοκληρώνοντας το βιβλίο έχεις κατανοήσει ότι ο Μεσοπόλεμος (και ειδικά το 1927) ήταν μια εποχή καχυποψίας, κατάλυσης των αστικών νόμων εκ μέρους των αρχών ασφαλείας, ένα πεδίο πολιτικής διαμάχης στα άκρα.
Στη χώρα μας ο θεσμός του χαφιέ γνώρισε άνοδο στο πρώιμο στάδιο της αντικομμουνιστικής κίνησης.Πανελληνίως οι χαφιέδες, από δημιουργήματα των Γερμανών και των Βρετανών του 1915, διασπάστηκαν σε δύο στρατόπεδα την περίοδο του Διχασμού και στη συνέχεια αξιοποιήθηκαν από τον βενιζελισμό ως όργανα άμυνας του καθεστώτος.Το 1920 με την πτώση του Βενιζέλου και την άνοδο των βασιλοφρόνων τους παρέλαβε και τους χρησιμοποίησε το νέο καθεστώς.Στη Θεσσαλονίκη του 1920 ο χαφιεδισμός ήταν υψηλή τέχνη.Ο τότε αστυνομικός διευθυντής Παπακωνσταντίνου προστάτευε τα χαμαιτυπεία χρησιμοποιώντας τους ανθρώπους τους ως πληροφοριοδότες.Στρατολογούσε αδιακρίτως μουσουλμάνους,εβραίους,ακόμη και μαθητές γυμνασίου προκειμένου να έχει πληροφόρηση για τις ενέργειες των κομμουνιστών και των εργατικών ενώσεων.

Μετά τις εκλογές του 1923 απολύθηκαν οι αντιβενιζελικοί χαφιέδες, χωρίς αυτό να σημάνει αλλαγή της ποιότητάς τους.Οι υπηρεσίες Ασφαλείας στρατολογούσαν χαφιέδες και από τις γραμμές του Κομμουνιστικού Κόμματος,κυρίως στοιχεία αμόρφωτα,με χαλαρά ήθη και αριβίστες.Αναφέρονται στη μελέτη του Δάγκα ονόματα κομματικών που είχαν συλληφθεί για παιδεραστία,άλλων που ήταν μάγκες και νταήδες,καταχραστές κτλ.Πρόσωπα που εκβιάζονταν από τους ασφαλίτες ότι θα μαρτυρούσαν τα «κουσούρια» τους, οπότε αναγκάζονταν να γίνουν χαφιέδες.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ