Στην αρχή του 20ού αιώνα η ασθένεια της σύφιλης τρομάζει. Κυριαρχεί η αφροδισιολογία και η αφροδισιοφοβία, με αποτέλεσμα η δεύτερη να ενισχύει εμπορικά την πρώτη. Οι γιατροί δεν λέγονται «δερματολόγοι- αφροδισιολόγοι» αλλά «συφιληδολόγοι». Ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι μιλούν και αντιλαμβάνονται τις ασθένειες ανακλά τους βαθύτερους φόβους και τις ανησυχίες της συγκεκριμένης εποχής. Το λεύκωμα για τα 100 χρόνια του Νοσοκομείου «Ανδρ. Συγγρός» που επιμελήθηκε ο καθηγητής Π. Σταυρόπουλος μας εισάγει με έναν πλάγιο τρόπο στα ήθη και στις φοβίες των αρχών του 20ού αιώνα και μας φανερώνει τη δράση ενός νοσοκομείου με πλούσια κοινωνική προσφορά.

Η αντιμετώπιση της σύφιλης αφέθηκε στην αρχή σε δήθεν ειδικούς και αγύρτες, οι οποίοι με ενδοουρηθρικά όργανα δικής τους επινοήσεως «ανίχνευαν τον γονόκοκκο μέσα στην ουρήθρα». Η σύφιλη και γενικότερα τα αφροδίσια νοσήματα ταλαιπωρούσαν τον γενικό πληθυσμό. Τo 1910 από τους 1.156 ασθενείς που εξετάστηκαν στο Νοσοκομείο «Ανδρ. Συγγρός» έπασχαν από σύφιλη 569 (49,2%), ενώ δύο χρόνια αργότερα το ποσοστό ανέβηκε στο 51,5%.

Το 1850 δημιουργείται το Κρατικό Νοσοκομείο Αφροδίσιων Νοσημάτων. Πέντε δωμάτια ήταν στην αρχή στις παρυφές του Λυκαβηττού, εκεί όπου σήμερα είναι το Γαλλικό Ινστιτούτο. Αργότερα μετακόμισε στο Γκάζι, για να μεταφερθεί από εκεί στην οδό Κολοκυνθούς, με τελική κατάληξη τα Βούρλα στη Δραπετσώνα. Οι ασθενείς με αφροδίσια νοσήματα ήταν ασθενείς β΄ κατηγορίας. Οι ιατροί σπανίως τους επισκέπτονταν, ενώ οι άνδρες δεν περιλαμβάνονταν στους ασθενείς, μόνον γυναίκες φιλοξενούνταν. Τη διοίκηση

Τμήμα γυναικείας νοσηλείας πρώτης θέσης (1932)

του Νοσοκομείου είχε ο επιστάτης.

Βγαλμένος από τα μυθιστορήματα του Ουγκό και του Ζολά, ήταν άτομο «βάναυσου χαρακτήρα» που ασκούσε σωματική βία στις νοσηλευόμενες γυναίκες. Αυτά είδε ο Ανδρέας Συγγρός και αποφάσισε την ίδρυση ενός ευπρεπούς νοσηλευτικού ιδρύματος για τους ασθενείς με δερματικά και αφροδίσια νοσήματα.

Σε κτήμα 20 στρεμμάτων που δώρισε η Μονή Πετράκη κοντά στον ποταμό Ιλισό κτίστηκε σε σχέδια του σημαντικού αρχιτέκτονα της εποχής Ε. Μεταξά το Νοσοκομείο «Ανδρ. Συγγρός» και άρχισε να λειτουργεί το 1910 με επικεφαλής τον καθηγητή Γεώργιο Φ. Φωτεινό. Σκοπός του η δωρεάν νοσηλεία και γυναικών και ανδρών που έπασχαν από αφροδίσια νοσήματα, αλλά και η εκπαίδευση τόσο των φοιτητών της Ιατρικής Σχολής όσο και των μαιών και αδελφών νοσοκόμων στο γνωστικό αντικείμενο της Αφροδισιολογίας. Στο Νοσοκομείο «Ανδρ. Συγγρός» νοσηλεύονταν οι πόρνες που έστελνε ο επιθεωρητής Αφροδίσιων Νοσημάτων και στις οποίες απαγορευόταν η έξοδος πριν από τη θεραπεία τους· γυναίκες που έρχονταν εκούσια και μπορούσαν να εξέλθουν

Το Νοσοκομείο «Ανδρέας Συγγρός» όπως ήταν τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του

κατά τη διάρκεια της θεραπείας και άνδρες για τους οποίους, σημειωτέον, υπήρχε δυνατότητα χωριστής εξόδου από το νοσοκομείο.

Στο νοσοκομείο υπήρχε ακόμα εξοπλισμένο πλήρως αμφιθέατρο διαλέξεων, εργαστήρια, βιβλιοθήκη, ραφείο, απολυμαντικοί κλίβανοι, λουτήρες, γραφεία του ιατρικού προσωπικού και τέλος ένας μικρός ναός στο προαύλιο αφιερωμένος στον Αγιο Ανδρέα. Το 1912 δημιουργήθηκε μέσα στο νοσοκομείο το πρώτο Μουσείο προπλασμάτων με 1.660 κέρινα προπλάσματα τοποθετημένα σε καλαίσθητες προθήκες σε μια προσπάθεια να ενημερωθεί το κοινό για τα αφροδίσια και δερματικά νοσήματα. Το νοσοκομείο ξεκίνησε επίσης καμπάνια ενημέρωσης του κοινού για τα αφροδίσια με σλόγκαν: «Σωθείτε από τα αφροδίσια πάθη. Συμβουλές για υγιείς και αρρώστους».

Η μεγάλη τομή έγινε το 1943 με την εισαγωγή της πενικιλίνης στη θεραπεία της σύφιλης και της βλεννόρροιας· γεγονός που έθεσε και τους «τίτλους τέλους» στην πρώτη περίοδο λειτουργίας του νοσοκομείου «Ανδρ. Συγγρός». Στη δεκαετία του ΄60 ο νέος διευθυντής του, καθηγητής Ιωάννης Α. Καπετανάκης, οδηγεί τη στροφή του νοσοκομείου από τα αφροδίσια στις δερματικές παθήσεις μετατρέποντας το Νοσοκομείο «Ανδρ. Συγγρός» σε μια δυναμική και άρτια εξοπλισμένη μονάδα για τα νοσήματα δέρματος.

Η εμφάνιση του ΑΙDS το 1979 διαμόρφωσε εκτός των άλλων και τη στροφή του νοσοκομείου στην παραδοσιακή του αποστολή που ήταν η περίθαλψη ασθενών με αφροδίσια νοσήματα, παρ΄ ότι, σχεδόν νομοτελειακά, είχε ήδη μετεξελιχθεί σε μια σύγχρονη δερματολογική κλινική.

Ο Καρυωτάκης και η σύφιλη

Ο Κώστας Καρυωτάκης νεκρός,στο Βαθύ Πρέβεζας.Λέγεται ότι αυτοκτόνησε επειδή δεν μπορούσε να αποκαλύψει την ασθένειά του, τη σύφιλη,στους δικούς του

Η σύφιλη ήταν ασθένεια από την οποία υπέφεραν γνωστοί καλλιτέχνες και συγγραφείς. Ανάμεσά τους o Γεώργιος Βιζυηνός και ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης.Ο τελευταίος λέγεται ότι αυτοκτόνησε κάτω από το βάρος της αδυναμίας να αποκαλύψει την αρρώστια του στους δικούς του.Είναι συγκλονιστικό το γράμμα της αγαπημένης του Μαρίας Πολυδούρη που τον καλεί να παντρευτούν κι ας μην κάνουν παιδιά.

«Ελα,Τάκη,να ζήσουμε μαζί… να ιδείς πόσο γλυκιά,πόσο ανακουφιστική θα ΄μαι σε σένα.(…) Παιδιά δε θα κάνομε,βέβαιαγελάς; Ω! είναι τόσο εύκολο και τόσο συνηθισμένο πράγμα αυτό σήμερα.Ο,τι με κάνει να σκέπτομαι πολύ,είναι ότι μπορεί να χάσεις το ταλέντο σου· αλλά γιατί να γίνει αυτό; Εμείς δε θα έχομε ούτε την οικογένεια ούτε τις παλιοασχολίες της.Δε θα ΄μαι η γυναίκα εκείνη που θα σου φέρει γύρω σου τις ενοχλητικές σκέψεις του οικοκυριού· όχι,θα ΄μαι η αιώνια ερωμένη σου.Ω! αν ήξερες πόσο κακό μού κάνει να σκέπτομαι πως συ,το ευγενικό εξιδανικευμένο πλάσμα με τη θεϊκή ψυχή,φέρεσαι έτσι από ανάγκη στις ελεεινές αυτές ακάθαρτες γυναίκες που σου χάλασαν την υγεία σου…πόσο κακό μου κάνει…πόσο κακό!..».

Ο Κώστας Καρυωτάκης στο ποίημά του«Ωχρά Σπειροχαίτη»δίνει την ποιητική εικόνα της ασθένειάς του: «Κι ήταν ωραία ως σύνολο η αγορασμένη φίλη,/στο δείλι αυτό του μακρινού πέρα χειμώνος,όταν,/γελώντας αινιγματικά,μας έδινε τα χείλη/ κι έβλεπε το ενδεχόμενο, την άβυσσο που ερχόταν…».