Για ποιον ρόλο ο Ορσον Γουέλς είχε πει ότι θα πουλούσε την ψυχή του στον Διάβολο;

Αληθεύει ότι ο Κουέντιν Ταραντίνο σκέφτηκε κάποτε να κόψει το δάχτυλό του;

Υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος που ο Πέδρο Αλμοδόβαρ φωτογραφίζεται φορώντας πάντοτε σκούρα γυαλιά ηλίου;

Τι θα μπορούσε να συνδέει τον σουηδό σκηνοθέτη Ινγκμαρ Μπέργκμαν με τον αμερικανό «σκληρό» του κινηματογράφου Τσαρλς Μπρόνσον;

Τι δώρο είχε κάνει ο Αλφρεντ Χίτσκοκ στη Μέλανι Γκρίφιθ, την κόρη της Τίπι Χέντρεν, όταν κάποτε η πρώτη επισκέφθηκε τα γυρίσματα των «Πουλιών» όπου πρωταγωνιστούσε η μητέρα της;

Και γιατί όλα τα παραπάνω θα έπρεπε να μας ενδιαφέρουν;

Οι απαντήσεις των ερωτημάτων είναι αντιστοίχως οι εξής:

* «Θα πουλούσα και την ψυχή μου στον Διάβολο για να παίξω τον Νονό» είπε κάποτε ο Γουέλς, αν και ο σκηνοθέτης της ταινίας Φράνσις Κόπολα ουδέποτε τον σκέφτηκε για τον ρόλο. Μάλιστα το σκηνικό με έναν άλλον τρόπο επαναλήφθηκε αρκετά χρόνια αργότερα, όταν ο Κόπολα σκέφθηκε τον Γουέλς για τον ρόλο του συνταγματάρχη Κουρτς στην «Αποκάλυψη τώρα!» αλλά τελικά επέλεξε και πάλι τον Μπράντο.

* Ναι, όπως ο ίδιος ο Ταραντίνο αποκάλυψε στο περιοδικό «Rolling Stone» το 2004, έβγαλε κάποτε ένα μαχαίρι, το ζύγιασε και σκέφτηκε στ΄ αλήθεια να… κόψει το δάχτυλό του.

* Ο Πέδρο Αλμοδόβαρ φορά διαρκώς γυαλιά ηλίου γιατί έχει φωτοφοβία (που συνοδεύεται από έντονους πονοκεφάλους), πάθηση που κληρονόμησε από τον πατέρα του.

* Το κοινό του Μπέργκμαν με τον Μπρόνσον ήταν ότι είχαν τον ίδιο ατζέντη στο Χόλιγουντ, κάτι που πρέπει να μας πει πολλά για το πώς σκέπτονται στο Χόλιγουντ.

* Μια μινιατούρα της Τίπι Χέντρεν μέσα σε ένα μικροσκοπικό φέρετρο ήταν το δώρο που ο Χίτσκοκ έκανε στην κόρη της πρωταγωνίστριάς του.

Το γιατί όμως θα έπρεπε όλα αυτά να μας ενδιαφέρουν δεν είναι ένα ερώτημα που απαντάται εύκολα. Γιατί για κάποιους το 90% του περιεχομένου στο βιβλίο

Η μυστική ζωή των σκηνοθετών του Ρόμπερτ Σνάκενμπεργκ είναι άχρηστες πληροφορίες που αφορούν φανατικούς συλλέκτες… άχρηστων πληροφοριών και λάτρεις των trivia που δεν έχουν καμία ουσιαστική σημασία. Για κάποιους άλλους όμως και δη για όσους ενδιαφέρονται ίσως όχι για αυτό καθαυτό το μέσον του κινηματογράφου αλλά για τη μυθολογία των προσώπων του το βιβλίο είναι ένας μικρός θησαυρός. Θα χαρούν διαβάζοντας άγνωστες λεπτομέρειες από τη ζωή και το έργο, τα πάθη και τα λάθη, τις αδυναμίες και τα χαρίσματα σκηνοθετών του κινηματογράφου που έγραψαν ιστορία, όπως όλοι οι προαναφερθέντες και μαζί τους εκτός των άλλων ο Τσάρλι Τσάπλιν, ο Ντ. Γ.Γκρίφιθ, ο Λουίς Μπουνιουέλ, ο Ακίρα Κουροσάβα, ο Σέρτζιο Λεόνε, ο Φεντερίκο Φελίνι, ο Γούντι Αλεν, ο Ρόμαν Πολάνσκι, ο Ντέιβιντ Λιντς και οι αδελφοί Τζόελ και Ιθαν Κοέν.

Ο Ρόμπερτ Σνάκενμπεργκ δούλεψε με σύστημα το υλικό του που προέρχεται από βιογραφίες που έχουν γραφεί για τους σκηνοθέτες, από συνεντεύξεις τους (ή συνεντεύξεις άλλων που μιλούν για αυτούς) σε περιοδικά όπως το «Ρlayboy» και το «Rolling Stone», από εγκυκλοπαίδειες και (παρ΄ ότι δεν αναφέρεται στη βιβλιογραφία του τέλους) από τη δημοφιλέστατη κινηματογραφική ιστοσελίδα imdb. com που περιέχει πλήθος πληροφοριών για κάθε όνομα συντελεστή ή τίτλο ταινίας.

Το κεφάλαιο του κάθε σκηνοθέτη εικονογραφείται από «pulp» σκίτσα του Μάριο Τσούκα και είναι μοιρασμένο σε μικρότερα υποκεφάλαια, το καθένα από τα οποία έχει τον δικό του τίτλο ανάλογα με το θέμα του. Στον Χίτσκοκ, π.χ., το υποκεφάλαιο «Ομφαλοσκόπηση» αναφέρεται στην αποκρουστική συνήθεια του ευτραφούς σκηνοθέτη να τρομάζει τους ηθοποιούς του επιδεικνύοντας την άνευ αφαλού κοιλιά του, κάτι που έκανε στην Κάρεν Μπλακ στα γυρίσματα της «Οικογενειακής συνωμοσίας».

Σε άλλες περιπτώσεις ένα υποκεφάλαιο δεν υπερβαίνει τη μία πρόταση. «Ο Ντίσνεϊ είχε τη μανία να πλένει τα χέρια του κάθε λίγο και λιγάκι» αναφέρεται κάτω από τον τίτλο «Νίπτω τας χείρας μου» για τον πατέρα του Μίκι Μάους Γουόλτ Ντίσνεϊ. Οι σελίδες για τον κάθε σκηνοθέτη δεν ξεπερνούν τις έξι, ενώ ενδιαμέσως βρίσκεις μικρότερα κεφάλαια που ασχολούνται συντομότερα με άλλους, λιγότερο γνωστούς ανθρώπους του κινηματογράφου, όπως «Λούις Μάγερ και άλλοι θρυλικοί παραγωγοί», «Ντον Σίγκελ και άλλοι “εξειδικευμένοι” μάστορες» και «Στίβεν Κινγκ και διάφοροι άλλοι που δεν έπρεπε να γυρίσουν ταινίες».

Σκέτες trivia πληροφορίες όμως ενδεχομένως να μη σήμαιναν τίποτε αν το βιβλίο δεν περιείχε μια σύντομη αλλά περιεκτική βιογραφία για τον κάθε σκηνοθέτη μέσω της οποίας ο συγγραφέας προσπαθεί να συνδέσει την προσωπικότητα του δημιουργού με τη σημασία του έργου του. Η περιβόητη αυστηρή στρατιωτική πειθαρχία του Ακίρα Κουρουσάβα ενδεχομένως να δικαιολογούνταν από το ότι καταγόταν στ΄ αλήθεια από σαμουράι, καθ΄ ότι πρόγονός του από την πλευρά του πατέρα του ήταν πολεμιστής Σογκούν. Η τραυματική σχέση του Ινγκμαρ Μπέργκμαν με τους γονείς του που έμελλε να αποτυπωθεί σε πολλές ταινίες του και με ποικίλους τρόπους έχει τις ρίζες της στα… ούρα του. Ο Μπέργκμαν έβρεχε μονίμως το κρεβάτι του και για τιμωρία οι γονείς του τον έβαζαν να φορά ένα κόκκινο φουστάνι ενώ ο πάστορας πατέρας του τον έδερνε βίαια. Ενα από τα παλαιότερα πάθη του Φεντερίκο Φελίνι ήταν η Σαραγκίνα, μια απίστευτα παχιά πόρνη που πρόσφερε το κορμί της στους ψαράδες του Ρίμινι. Αυτός ο «φριχτός και θεσπέσιος δράκος», όπως την αποκαλούσε ο ιταλός σκηνοθέτης, θα τον ακολουθούσε κατ΄ επανάληψη στις ταινίες του.

Η αλήθεια και το ψέμα

Ο Χίτσκοκ επιδεικνύει την χωρίς αφαλό κοιλιά του.Σκίτσο του Μario Ζucca

ΤΟ ΕΥΛΟΓΟ ΕΡΩΤΗΜΑ που αναπόφευκτα προκύπτει είναι τι από τα τόσα «παράξενα» που αναφέρονται στο βιβλίο ισχύει και τι όχι.Είναι αλήθεια ότι ο Ορσον Γουέλς είχε αδυναμία σε συγκεκριμένο είδος εσωρούχων και απαγόρευε στις γυναίκες να φορούν ζαρτιέρες; Πέταξε όντως ένα ποτήρι με ούρα της η Φέι Ντάναγουεϊ στον Ρόμαν Πολάνσκι ενώ τη σκηνοθετούσε στην «Τσάιναταουν»; Σκαρφάλωσε όντως στη ράχη του Ολιβερ Στόουν η Κάμερον Ντίαζ για να τον χτυπήσει όταν την αποκάλεσε «λευκό σκουπίδι» στα γυρίσματα του «Κάθε Κυριακή»; Πόσο μπορεί να ισχύει το ότι η εμμονή τουΦεντερίκο Φελίνιμε τον κόσμο των πνευμάτων τον ανάγκασε να μη χάσει ποτέ σεάνς με το αγαπημένο του μέντιουμ; Τι είναι πραγματικότητα και τι αλήθεια από όλα αυτά;

Ο συγγραφέας ανοίγει από την αρχή τα χαρτιά του μνημονεύοντας το διάσημο ρητό που χρεώνεται στον σκηνοθέτη-δικτάτορα Τζον Φορντ:«Οταν ο μύθος γίνεται γεγονός,δημοσίευσε τον μύθο». Το βιβλίο κάνει μια απόπειρα διαχωρισμού αλήθειας- πραγματικότητας χωρίς ποτέ ο Σνάκενμπεργκ να ξεχνά το ρητό του Φορντ ούτε και την τεράστια μυθολογία που συνδέει τους ανθρώπους του Χόλιγουντ και όχι μόνον.Από κάποια στιγμή και μετά η αλήθεια και το ψέμα παύουν να μας απασχολούν.Μέσα στην ελαφρότητά του- ή εξαιτίας αυτής- το διάβασμα της«Μυστικής ζωής των μεγάλων σκηνοθετών»γίνεται τόσο εθιστικό που και να θέλεις να σταματήσεις να διαβάζεις δεν μπορείς,ασχέτως από το αν βαθιά μέσα σου είσαι πεπεισμένος για το ότι ένα μεγάλο μέρος των γραφομένων μπορεί εύκολα να αμφισβητηθεί.