Ο Βασίλης Αλεξάκης είναι ο συγγραφέας που ζει κοντά στις λέξεις ή, για να το πούμε καλύτερα, μέσα στις λέξεις. Οι λέξεις, οι ήχοι τους, τα νοήματά τους ακόμη και οι χειρονομίες που τις συνοδεύουν, η ίδια η γλώσσα είναι τελικά μυθιστορηματικοί ήρωες, πρωταγωνιστές των ιστοριών που γράφει. Ετσι συμβαίνει άλλωστε και στην πραγματική ζωή. Αποδεικνύεται από το καινούργιο του μυθιστόρημα, όπου βρίσκουμε καταπληκτικές ιστορίες για τις λέξεις και τη γλώσσα. Για παράδειγμα, η ηρωίδα του μυθιστορήματος μαθαίνει μια ιστορία σύμφωνα με την οποία κάποιοι από τους Αβορίγινες της Αυστραλίας διαγράφουν μια λέξη από τη γλώσσα τους κάθε φορά που πεθαίνει ένας αρχηγός. Κι ακόμη, μια άλλη ιστορία, όπου στη διάρκεια του καθεστώτος Τσαουσέσκου οι ποιητές βουτούσαν σε ειδικά λεξικά για να βρίσκουν λέξεις σε-ου προκειμένου να δημιουργούν αποθεωτικές ομοιοκαταληξίες για τον δικτάτορα.

Περιμένοντας την ελληνική μετάφραση από τον «Εξάντα», που θα κυκλοφορήσει μέσα στον Νοέμβριο, διάβασα στα γαλλικά το χορταστικό μυθιστόρημα του Αλεξάκη Le premier mot (Η πρώτη λέξη), 464 σελίδες, στις Εκδόσεις Stock. Τo μυθιστόρημα χτίζεται γύρω από μια καταπληκτική ιδέα: η αφηγήτρια, που θα μπορούσε να ήταν ο ίδιος ο συγγραφέας, αναζητεί την απάντηση στην τελευταία ερώτηση που της απευθύνει ο ετοιμοθάνατος αδελφός της: Ποια είναι η πρώτη λέξη που αρθρώνει ο άνθρωπος. Ο συγγραφέας, που δηλώνει ότι θα ήταν ακατάλληλος για δοκιμιογράφος, καταφεύγει σε μια μεγάλη έρευνα για να δώσει απάντηση στο κινητήριο ερώτημα της μυθοπλασίας του. Γιατί, όσο κι αν υπάρχει έρευνα και τεκμηρίωση πίσω από το μυθιστόρημα αυτό, εκείνο που μετράει για τον Αλεξάκη είναι η μυθοπλαστική αφήγηση και οι ανθρώπινες ιστορίες. Αλλωστε το παραδέχεται και ο ίδιος, σε μια πρόσφατη συνέντευξή του στην εφημερίδα «Le Μonde» (1 Οκτωβρίου): «Η έρευνα τρέφει το μυθιστόρημα και το μυθιστόρημα επιταχύνει την έρευνα. Είμαι ανίκανος να γράψω δοκίμιο· εκείνο που με ενδιαφέρει είναι οι ιστορίες».

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Αλεξάκης γράφει ένα μυθιστόρημα με ηρωίδα τη γλώσσα ή τη λέξη. Εχει προηγηθεί Η μητρική γλώσσα , το 1995, (Εξάντας), μια καταπληκτική ιστορία γύρω από το μετέωρο έψιλον στην είσοδο του Ναού του Απόλλωνος στους Δελφούς. Κι ύστερα Οι ξένες λέξεις, το 2003 (Εξάντας)· ένα καταπληκτικό ταξίδι περιπέτειας και αυτογνωσίας στην καρδιά μιας γλώσσας της Κεντρικής Αφρικής, των σάνγκο, που ο Αλεξάκης τα έμαθε πριν γράψει.

Γι΄ αυτό το μυθιστόρημά του ο Βασίλης Αλεξάκης πήρε το 2004 το Κρατικό Βραβείο. Ημουν τότε μέλος της Επιτροπής Κρατικών Βραβείων κι είχα την τύχη να εκφωνήσω τον έπαινο του βραβευμένου κατά την τελετή της απονομής στην αίθουσα της Παλαιάς Βουλής. «Με το μυθιστόρημα “Οι ξένες λέξεις”, ο έλληνας συγγραφέας Βασίλης Αλεξάκης, που γράφει στα ελληνικά και στα γαλλικά, πηγαίνει, πέρα από αυτές τις δύο γλώσσες, σε μια τρίτη, άγνωστη, αθώα, σχεδόν νηπιακή γλώσσα, τα αφρικανικά σάνγκο, για να της δώσει χαρακτήρα μυθιστορηματικού ήρωα ή καλύτερα χαρακτήρα μυθιστορηματικής ηρωίδας, καθώς “η γλώσσα” είναι γένους θηλυκού. Τα σάνγκο του Αλεξάκη είναι κι αυτά μια πατρίδα, ένα ταξίδι επιστροφής στην αθωότητα των πρώτων γραμμάτων, των πρώτων συλλαβών, των πρώτων συμβόλων». Περιμένουμε και πάλι να βρούμε στα ελληνικά την αθωότητα, αλλά και τη σκοτεινιά της πρώτης λέξης.

nbak@dolnet.gr