Ο Πέτρος Μάρκαρης δεν χρειάζεται συστάσεις. Μόλις κυκλοφόρησε το νέο ότι γράφει καινούργιο αστυνομικό μυθιστόρημα, τον αναζητήσαμε για να μας πει περισσότερα. Βρισκόταν τότε στην Ισπανία. Συναντηθήκαμε αμέσως μόλις επέστρεψε στο γραφείο του εκδότη του Σάμη Γαβριηλίδη, «για να μοιράσουμε την απόσταση», όπως πρότεινε. Αν και με τον Μάρκαρη πρέπει να είσαι προετοιμασμένος να διανύσεις χιλιόμετρα. Είναι της «περιπατητικής σχολής», λέει ο ίδιος, του αρέσει να ξεκινάει από ένα θέμα και να καταλήγει αλλού. Οταν όμως έχεις απέναντί σου έναν κοσμοπολίτη, με μεγάλη και ποικίλη θητεία στον πολιτισμό, ο οποίος έχει άποψη και κοφτερή ματιά, η διαδρομή στις περιοχές της σκέψης του είναι απολαυστική. Ακόμη περισσότερο επειδή, όπως ο Κώστας Χαρίτος, έχει και αυτός πάθος με την ουσία των πραγμάτων, για την οποία μιλάει χωρίς εμπάθεια, με ειλικρίνεια, τόλμη και πολλή κατανόηση.

– Στην Ισπανία βρεθήκατε για αναψυχή ή σας πήγε εκεί ο αστυνόμος Χαρίτος;

«Ημουν καλεσμένος και φέτος, για τρίτη χρονιά, στην περίφημη “Σεμάνα Νέγρα”, ένα μεγάλο φεστιβάλ για το αστυνομικό μυθιστόρημα που διοργανώνει ο Μεξικανός Πάκο Ιγνάσιο Ταΐμπο ΙΙ. Με κάλεσε να μιλήσω για το “Παλιά, πολύ παλιά” και στη συνέχεια έδωσα μια διάλεξη στα θερινά τμήματα του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης για τον αστυνομικό ήρωα ως κοινό, απλό άνθρωπο».

– Δεν είναι δηλαδή ξεχωριστοί άνθρωποι οι αστυνομικοί;

«Η θεωρία μου είναι ότι οι αστυνομικοί είναι κοινοί άνθρωποι, μικροαστοί. Δεν έχουν σχέση με τους ιδιωτικούς ντετέκτιβ τύπου Πουαρό και Σέρλοκ Χολμς, οι οποίοι παρουσιάζονται, ειδικά στο αγγλοσαξονικό μυθιστόρημα, ως ιδιοφυΐες, ως εγκέφαλοι που κάθονται στο σπίτι και λύνουν το μυστήριο από την πολυθρόνα τους. Οι αστυνομικοί δεν είναι έτσι. Ο Μεγκρέ δεν είναι καμιά ξεχωριστή ιδιοφυΐα, παίρνει τα πόδια του και τρέχει. Ο πραγματικός αστυνομικός καταβάλλει τεράστια προσπάθεια για να καταφέρει να βρει την άκρη του νήματος. Δεν κάθεται να χρησιμοποιεί την ιδιοφυΐα του, την οποία έτσι κι αλλιώς δεν έχει».

– Οι αστυνομικοί είναι σε όλον τον κόσμο ίδιοι;

«Οχι, ο αστυνομικός είναι ένας χαρακτήρας άμεσα συνδεδεμένος με την κοινωνία στην οποία εντάσσεται και εργάζεται. Διαφέρουν η νοοτροπία του και η συμπεριφορά του γιατί διαφέρουν η κοινωνία στην οποία ζει και η δομή της Αστυνομίας σε κάθε χώρα».

– Ο Χαρίτος,ως μυθιστορηματικός ήρωας,είναι ένας έλληνας αστυνομικός αναγνωρίσιμος στο εξωτερικό.Τον κατανοεί το ξένο κοινό;

«Απόλυτα. Οσο πιο δεμένος είναι ένας χαρακτήρας με την κοινωνία του τόσο πιο αποδεκτός είναι στο εξωτερικό. Διότι ο ξένος αναγνώστης καταλαβαίνει ότι η δράση του μυθιστορήματος συμβαίνει στο πλαίσιο μιας κοινωνίας και χαίρεται γιατί έτσι ανακαλύπτει και την κοινωνία».

– Ποια πλευρά της ελληνικής κοινωνίας συγκεντρώνει το ενδιαφέρον του Χαρίτου στο μυθιστόρημα που ετοιμάζετε;

«Είναι το πρώτο μιας τριλογίας με τον γενικό τίτλο “Η τριλογία της κρίσεως”. Εχει θέμα την κρίση και διαδραματίζεται στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια της κρίσης».

– Πότε να το περιμένουμε; «Είναι σχεδόν έτοιμο, πιστεύω ότι θα κυκλοφορήσει στα τέλη του φθινοπώρου».

– Γιατί η φόρμα του αστυνομικού μυθιστορήματος έχει γίνει πλέον η δημοφιλής μορφή του κοινωνικού μυθιστορήματος;

«Δύο θεωρώ ότι είναι τα σημαντικά γεγονότα που σηματοδοτούν αυτή τη μεταστροφή. Το πρώτο είναι η δολοφονία του Ούλοφ Πάλμε το 1986, η οποία σήμαινε την αρχή του σουηδικού αστυνομικού μυθιστορήματος. Οι Σουηδοί ξαφνικά ανακάλυψαν ότι, μέσα στην ευδαιμονία της ιδανικής κοινωνίας που ζούσαν, υπήρχε βία την οποία δεν μπορούσαν να ελέγξουν, τόση που σκότωσε τον πρωθυπουργό τους. Το δεύτερο γεγονός είναι η κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων το 1989. Εγιναν τεράστιες αλλαγές στις κοινωνίες όχι μόνο αυτών των χωρών, αλλά παγκοσμίως, είχαμε την πλήρη επικράτηση του χρήματος και του οργανωμένου εγκλήματος που διαχειρίζεται το μαύρο χρήμα. Το αστυνομικό μυθιστόρημα ανακάλυψε, περισσότερο από κάθε άλλο είδος, ότι όλη αυτή η διαδικασία έχει άμεσες επιπτώσεις στις δομές της δημοκρατίας, στα άτομα και στην κοινωνία. Δεν είναι το μόνο κοινωνικό μυθιστόρημα το αστυνομικό, σίγουρα όμως αυτή τη στιγμή είναι το συνεπέστερο που έχουμε. Παντού, παγκοσμίως».

– Τι επικίνδυνο κυοφορεί η τωρινή οικονομική κρίση;

«Η οικονομική κρίση είναι απόρροια μιας πολιτικής κρίσης που περνάει η Ευρώπη αυτή τη στιγμή, διότι δεν παράγει σκέψη, δεν παράγει πολιτικές. Εχουμε δημοκρατία, τα πρόσωπα αλλάζουν, αλλά δεν αλλάζουν οι πολιτικές. Στον βαθμό λοιπόν που θα επεκταθεί η κρίσηκαι οι Ισπανοί υποστηρίζουν ότι θα βρίσκονται στη δική μας κατάσταση το φθινόπωρο- αυτή η κατάρρευση θα οδηγήσει την Ευρώπη προς στην Ακρα Δεξιά. Ετσι γίνεται ιστορικά. Στην Αμερική την οδηγεί στην Αριστερά- όρα Ρούζβελτ-, στην Ευρώπη την οδήγησε πάντα προς τα δεξιά- όρα Χίτλερ, Μουσολίνι, Φράνκο. Η οικονομική κρίση μαζί με την ξενοφοβία και την έλλειψη πολιτικής θα μας οδηγήσει, φοβάμαι, σε δυσάρεστες εξελίξεις».

– Πώς βλέπετε να πορευόμαστε ως χώρα;

«Αν αυτή τη στιγμή βουλιάξει ο Νότος, εμείς δεν σωνόμαστε. Αν βουλιάξει η Ευρώπη- διότι δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι θα γλιτώσουν η Ευρώπη και το ευρώ-, δεν χρειάζεται να το συζητήσουμε καν. Κάνοντας αυτά που λέει το μνημόνιο θα πετύχουμε να αντιμετωπίσουμε το οξύτατο, αυτή τη στιγμή, χρηματοπιστωτικό μας πρόβλημα. Αν όμως είναι να το αντιμετωπίσεις προκαλώντας μια κατάρρευση αγορών, εργασιών σε μια χώρα, τότε σε τι θα ωφελήσει αυτό; Φοβάμαι μήπως πούμε κάποια στιγμή το περίφημο “η εγχείρηση επέτυχε, ο ασθενής απέθανε”. Μας λένε “μπράβο” οι Ευρωπαίοι στο επίπεδο που τηρούμε τα συμφωνηθέντα. Αν αύριο καταρρεύσει η αγορά της χώρας, αν δεν μπορέσει να αναπτύξει δραστηριότητες που θα τη βγάλουν από το τέλμα, σε τι ωφελούν τα “μπράβο”; Θα αλλάξουν οι δομές παραγωγής και η νοοτροπία στην Ελλάδα; Αυτή είναι η μεγάλη μου αγωνία».

– Οι εταίροι μας μάς παρατηρούν και μας βαθμολογούν.Είμαστε το κακό παιδί της ευρωπαϊκής τάξης;

«Κακό παιδί δεν ήμασταν ποτέ. Είμαστε το σπάταλο παιδί. Δεν είχαμε ποτέ τις αρχές των Ευρωπαίων και δεν γνωρίζαμε τι σημαίνει διαχείριση πλούτου. Με την είσοδο στην Ευρώπη, τις επιδοτήσεις, τα προγράμματα, θεωρήσαμε ότι πλούτος σημαίνει κατανάλωση, ότι μπορούμε να παίρνουμε χρήματα και να ξοδεύουμε για να αποκτήσουμε αυτά που ως φτωχοί Ελληνες δεν μπορούσαμε να έχουμε. Αυτή η νοοτροπία μάς έκανε τα σπάταλα παιδιά, που έφαγαν την κληρονομιά των γονιών τους και τώρα περιμένουν από την υπόλοιπη οικογένεια να τους δώσει ελεημοσύνη για να ζήσουν».

– Ανήκουμε στην ευρωπαϊκή δυτική οικογένεια ή η θέση μας είναι πιο κοντά στον κόσμο της Ανατολής; Ως Κωνσταντινουπολίτης που είστε,ο οποίος έχει ζήσει και γνωρίζει και τη «βαθιά Δύση» της Ευρώπης, τι πιστεύετε;

«Η Ελλάδα ήταν πάντοτε διχασμένη πλήρως μεταξύ Βαλκανίων και Ευρώπης. Οσον αφορά τον κύκλο επιρροών των μεγάλων δυνάμεων, ανήκε στα Βαλκάνια· όσον αφορά την αρχαία παράδοση, ανήκε στην Ευρώπη. Μέσα σε αυτόν τον διχασμό, ο “πολιτισμός της φτώχειας” των Ελλήνων του ΄60 είχε ένα επίπεδο εξαιρετικό. Με την είσοδο στην Ευρωπαϊκή Ενωση εκείνο που δεν μπόρεσε η Ελλάδα να καταφέρει είναι αυτόν τον διχασμό να τον φέρει σε ισορροπία. Πετάξαμε αυτό που μας χαρακτήριζε ως παράδοση και ως έθνος και ως κουλτούρα, πήραμε το εξωτερικό κέλυφος της Ευρώπης και νομίζουμε τώρα ότι είμαστε Ευρωπαίοι. Είμαστε θεσμικά, αλλά δεν είμαστε ως κοινωνία και ως νοοτροπία Ευρωπαίοι, δεν έχουμε τη νοοτροπία του “πολιτισμού του πλούτου”, και εννοώ της σκέψης, του διαφωτισμού, που χαρακτηρίζει την Ευρώπη».

– Το βιβλίο του Αχμέτ Νταβούτογλου,του τούρκου υπουργού Εξωτερικών,που αφορά την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας γνωρίζει εξαιρετικά σημαντικές πωλήσεις στην Ελλάδα. Εσείς πώς το ερμηνεύετε;

«Πιστεύω ότι οι διαθέσεις είναι ανάμεικτες. Υπάρχει ένα ενδιαφέρον των Ελλήνων για την Τουρκία τελευταίως. Ξεκίνησε από μια εκδρομή για να δούμε την Πόλη αρχικά, εν μέρει και τη Σμύρνη. Ξαφνικά ανακαλύψαμε έναν κόσμο που μας “μιλάει” και στον οποίο βρισκόμαστε ευχαρίστως. Και αυτό δημιουργεί ερωτηματικά σχετικά με τις διενέξεις μας. Από την άλλη, υπάρχουν οι μελετητές και οι δημοσιογράφοι, οι οποίοι διαβάζουν το βιβλίο για να διαπιστώσουν κατά πόσον ο σχεδιαστής της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας οραματίζεται μια νέα οθωμανική αυτοκρατορία. Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση, αν θέλετε να σας πω τη γνώμη μου, απλώς ο Νταβούτογλου προσανατολίζει την τουρκική εξωτερική πολιτική περισσότερο προς την Εγγύς Ανατολή και λιγότερο προς την Ευρώπη».

– Πώς ενημερώνεστε για την επικαιρότητα;

«Από τις εφημερίδες. Τις ξεψαχνίζω καθημερινά. Το μόνο που δεν διαβάζω είναι οι διεθνείς ειδήσεις, επειδή προτιμώ να τις πληροφορούμαι κατευθείαν από τις ξένες εφημερίδες στο Διαδίκτυο. Δεν βλέπω τηλεόραση, δεν ακούω ραδιόφωνο».

– Ποια είναι η γνώμη σας για τον δημόσιο λόγο,όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα, στην πολιτική, στα μέσα ενημέρωσης;

«Ο δημόσιος λόγος στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή είναι κραυγαλέος, ένα κραυγαλέο σύστημα καταγγελίας, σκανδαλοθηρίας και απαξίωσης. Ο διασυρμός των ατόμων- είτε είναι πολιτικοί είτε επιχειρηματίες είτε δημόσια στελέχη- πάνω από όλα σημαίνει τον διασυρμό του ορθού Λόγου, με την έννοια τόσο της Λογικής όσο και της έκφρασης. Δεν υπάρχει διάλογος σήμερα, μόνο κραυγές σπίλωσης, οι οποίες εκμεταλλεύονται την ευαισθησία του πολίτη, με το ραδιόφωνο να είναι χειρότερο μέσο ακόμη και από την τηλεόραση».

– Και το Διαδίκτυο; Δεν είναι ένα μέσο που προάγει την πολυφωνικότητα και τον διάλογο;

«Είναι ένα μέσο τελείως ανοιχτής ανταλλαγής απόψεων, όπου χωράνε όλα μέσα. Ευτυχώς, διότι είναι ένα δημοκρατικό περιβάλλον. Δυστυχώς όμως αυτό το περιβάλλον μπορεί να παράγει και πλευρές οι οποίες είναι από δυσάρεστες μέχρι επικίνδυνες. Αλλά όταν ανοίγουμε την κοινωνία, είναι μέρος της κοινωνίας και τα θετικά και αρνητικά της. Εκείνο που πρέπει να κάνει ο καθένας είναι να αναπτύσσει κατά το δυνατόν τα κριτήρια του πολίτη, και αυτό είναι θέμα παιδείας».

– Μπορεί να δούμε τον Χαρίτο με iΡhone;

«Περιμένετε να μάθει το κινητό του πρώτα, που τον εκνευρίζει. Μην πάρει iΡhone και τρέχει κάθε λίγο στην κόρη του για να του δείξει πώς να το χειρίζεται…».

«Δεν είμαι εγώ ο πατριάρχης»
– Σας αποκαλούν κάποιοι «πατριάρχη» του ελληνικού αστυνομικού μυθιστορήματος…

«Ο Μαρής είναι ο πατριάρχης της αστυνομικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα. Ατύχησε γιατί έγραψε αυτά τα εξαιρετικά μυθιστορήματα σε λάθος τόπο, σε λάθος χρόνο, σε μια χώρα που θεωρούσε παραφιλολογία το αστυνομικό. Κανένας άλλος συγγραφέας δεν περιέγραψε τη μεταπολεμική Αθήνα, την κοινωνία των βολεμένων του Κολωνακίου, τους δωσίλογους τόσο καλά όσο εκείνος. Αν είχε γράψει στα γαλλικά, τώρα θα ήταν πασίγνωστος παγκοσμίως».

– Σας ενοχλεί να σας ταυτίζουν σήμερα με το αστυνομικό μυθιστόρημα,βάζοντας σε δεύτερη θέση το έργο σας ως θεατρικού συγγραφέα,σεναριογράφου που συνεργάστηκε με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο και την τηλεόραση,μεταφραστή του Μπρεχτ και του Γκαίτε;

«Δεν με ενοχλεί καθόλου. Πιστεύω και εγώ ότι από όσα έχω κάνει στη ζωή μου το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι εκείνο που έκανα με τη μεγαλύτερη επιτυχία. Βαριέμαι πολύ εύκολα και γι΄ αυτό καταπιάστηκα με διάφορες μορφές του γραπτού λόγου. Η δραστηριότητα που κρατάω σταθερά είναι η μετάφραση, η οποία με συναρπάζει. Με το αστυνομικό όμως ήταν διαφορετικά… σαν να αλλάζεις συνέχεια σχέσεις και κάποια στιγμή να ανακαλύπτεις τη γυναίκα με την οποία θέλεις να περάσεις τη ζωή σου». – Μπορούμε να μιλάμε για ελληνική αστυνομική λογοτεχνία;

«Βέβαια, υπάρχει μεγάλη ανάπτυξη του αστυνομικού αφηγήματος στην Ελλάδα. Στη δεκαετία του 1960 είχαμε τον Μαρή, αργότερα βγήκε ο Φίλιππος Φιλίππου, ο Ανδρέας Αποστολίδης, εγώ. Είναι όμως οι νεότεροι που έχουν τρομερό ενδιαφέρον. Τους παρακολουθώ όλους και υπάρχουν τουλάχιστον δέκα νέοι καλοί συγγραφείς, οι οποίοι με εντυπωσιάζουν με την ακτίνα της θεματικής τους, η οποία έχει συμβάλει στην άνθηση του είδους: από ένα χωριό εκατόν πενήντα ατόμων έξω από τη Δράμα, στην Κύπρο, στη λούμπεν κοινωνία της Θεσσαλονίκης».