Σε μια πόλη που ζει μέσα στον φόβο μεγαλώνει ένα κορίτσι διαφορετικό από τα άλλα. Εχει το χάρισμα να μαντεύει τα μελλούμενα, να θυμάται πράγματα ξεχασμένα, να επινοεί ιστορίες. Είναι η Βέρθα. Ο απρόσμενος θάνατος του μικρότερου αδελφού της έχει βυθίσει την οικογένεια στη θλίψη. Καθώς εκείνη αναζητά στηρίγματα, το φάντασμα του χαμένου Ιωακείμ την επισκέπτεται και της μιλά, και η κυρία Μιράζ, η δασκάλα ζωγραφικής, τη μυεί στην τέχνη και της δείχνει τον δρόμο προς την αγάπη, που τόσο της λείπει. Με αφορμή το «Χάρισμα της Βέρθας», το πρόσφατο μυθιστόρημα της Φωτεινής Τσαλίκογλου από τις Εκδόσεις Καστανιώτη, συναντήσαμε τη συγγραφέα και συνομιλήσαμε μαζί της για την απώλεια και το πένθος, την πραγματικότητα και τη φαντασίωση, τη σχέση με τη μάνα, τον έρωτα, τις σκοτεινές πλευρές της αγάπης, την τέχνη, καίρια ζητήματα που απασχολούν διαχρονικά την ανθρώπινη ύπαρξη, τα οποία βρίσκουν όλα μια θέση στο βιβλίο της. Περιποιητική οικοδέσποινα με μητρικούς τρόπους, εκφράστηκε με συγκίνηση για τον θάνατο της μητέρας της και της καλής της φίλης Μαργαρίτας Καραπάνου, που διαμόρφωσαν την εξέλιξη του βιβλίου, μίλησε για τους φοιτητές της στο Τμήμα Ψυχολογίας του Παντείου, σχολίασε με ενθουσιασμό τους οκτώ πίνακες που λειτουργούν ως αφηγηματικά στοιχεία στο βιβλίο της, ενώ μας εξομολογήθηκε ότι μικρή τρόμαζε όταν τη φωτογράφιζαν γιατί φοβόταν ότι η ίδια θα χανόταν μόλις η εικόνα της αποτυπωνόταν στο χαρτί, όπως την τρομάζει και η κατάθεση του εαυτού της σε τούτο το βιβλίο.

– Το πένθος αναβαθμίζει τους ανθρώπους,τους προσθέτει μεγαλοσύνη, γράφετε.Είναι η θλίψη και όχι η ευτυχία που μας κάνει καλύτερους;

«Εξαρτάται πώς χειρίζεται ο καθένας αυτό το πένθος. Τη Βέρθα ο θάνατος δεν την οδηγεί σε καταστροφή, της ανοίγει τα μάτια, τη μεταμορφώνει, την κάνει φιλόσοφο, της δίνει τη δυνατότητα να αφεθεί στην έλξη της κυρίας Μιράζ, της προσφέρει μια διαθεσιμότητα απέναντι στην τέχνη και στον έρωτα, και όλα αυτά είναι ένας πλούτος στο μεγάλωμά της. Τον διαπιστώνουμε αυτόν τον πλούτο στους ανθρώπους που έχουν βιώσει τον πόνο, η συνειδητότητα της ανθρώπινης υπόστασης αποτυπώνεται στην όψη τους».

– Η μητρική αγάπη είναι το ζητούμενο της Βέρθας.Αυτή η σχέση μάναςκόρης,που είναι κεντρική στην αφήγηση,είναι εν τέλει τόσο αναπόδραστα καθοριστική για τη ζωή μας;

«Εργαστήριο για τη σπουδή αυτής της σχέσης ήταν για μένα εκείνη της Μαργαρίτας Καραπάνου με τη μητέρα της. Εζησα από κοντά τα φωτεινά σκοτάδια της, όπως αποτυπώθηκαν στο βιβλίο ΄΄Τα παράξενα της μητρικής αγάπης΄΄. Εγώ, από την άλλη, είχα την τύχη να έχω διαφορετική σχέση με τη μητέρα μου, σχέση τρυφερή, όπου κυριαρχούσε η γενναιοδωρία συναισθημάτων και χρόνου. Η αγάπη της με θωράκισε και συντηρεί πολλές γενιές. Από εμένα πέρασε στην κόρη μου και από εκείνη στη δική της. Διαμορφώνει τη ζωή μας αυτή η σχέση με τον έναν ή τον άλλον τρόπο».

– Οπως και η έλλειψη της αγάπης; «Λένε πως η αγάπη γεμίζει το κενό και την έλλειψη.Ομως η ζωή δίχως αυτό που λείπει δεν θα ήταν ζωή» λέει ο νεκρός αδελφός στη Βέρθα.

Η Φωτεινή Τσαλίκογλου στο γραφείο της

«Δεν ζούμε χωρίς αγάπη, αλλά αν πλημμυρίσουμε από αγάπη κινδυνεύουμε να μπούμε σε χαύνωση. Η αναζήτηση αυτού που λείπει μας κάνει να υπάρχουμε, να μιλάμε, να δημιουργούμε».

– Η ευθύνη για το τι αναζητάμε,για τις επιλογές μας,είναι αποκλειστικά προσωπική υπόθεση;

«Δεν συμφωνώ με αυτή την άποψη. Ενας μηχανισμός ύπουλης ενοχοποίησης κρύβεται πίσω από την πεποίθηση ότι φταίμε εμείς για όλα όσα μας συμβαίνουν. Είναι ένας μηχανισμός που οι κρατούντες τον γνωρίζουν και τον χειρίζονται πολύ καλά, γιατί μην ξεχνάτε ότι ζούμε μέσα σε κοινωνικά πλαίσια».

– Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον αποενοχοποιείτε και μεταχειρίζεστε με μεγάλη ευμένεια στο βιβλίο τις παρεκκλίσεις,τις αλλόκοτες συμπεριφορές και τις σκοτεινές ανθρώπινες πλευρές; «Θα απαντήσω λέγοντας ότι ΄΄τίποτε το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο΄΄. Νιώθω μεγάλη κατανόηση για τα σκοτάδια του ψυχισμού μας και για όσα είμαστε ικανοί να κάνουμε στο πλαίσιο μιας συναισθηματικής σχέσης. Διότι όλες οι παρεκτροπές, η κακοποίηση, η εξαπάτηση, είναι παρεπόμενα σχέσεων. Πίσω από κάθε ιστορία αγάπης στο βιβλίο κρύβεται μια άλλη, που μας δείχνει πόσο το ακραίο είναι ένας παραμορφωτικός καθρέφτης που απεικονίζονται πάνω του όψεις του φυσιολογικού. Η αγάπη απομυθοποιείται, γιατί από μόνη της δεν μας αθωώνει, ίσα ίσα στο όνομα της αγάπης γίνονται εγκλήματα».

«ΧΑΣΑΜΕ ΤΗΝ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ ΤΗΣ ΕΥΜΑΡΕΙΑΣ»
– Ο θάνατος που στοιχειώνει την οικογένεια της Βέρθας διαβάζεται και ως αλληγορία για τις απώλειες που βιώνει η ελληνική κοινωνία σήμερα.

«Ζούμε πράγματι σε κουλτούρα απώλειας,διότι χάσαμε αφενός συγκεκριμένα δικαιώματα,αφετέρου- και κυρίως- αυτή την ψευδαίσθηση μακαριότητας που είχαμε τόσα χρόνια,ότι υπάρχει ευμάρεια και αέναη πρόοδος που θα μας προφυλάσσει από όλα τα κακά».

– Μπορεί το πένθος μας γι΄ αυτή την απώλεια να λειτουργήσει εποικοδομητικά;

«Το στοίχημα με την οδύνη της απώλειας είναι να τη μετασχηματίσει κανείς σε κάτι άλλο,που δεν θα βρίσκεται στην υπηρεσία του θανάτου.Αυτή είναι η αγωνία που διατρέχει το βιβλίο και αυτό είναι το στοίχημα και για τη χώρα μας, στη σημερινή συγκυρία που φλερτάρει με τον θάνατο.Στη δική μου περίπτωση αυτή η διαδικασία ενεργοποιήθηκε μέσα από το γράψιμο,αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να γίνουμε όλοι συγγραφείς ή καλλιτέχνες.Και μόνο με την έκθεσή μας στο αποτέλεσμα της δημιουργικής διαδικασίας,σε ένα λογοτεχνικό κείμενο ή σε έναν πίνακα,για παράδειγμα,γινόμαστε συνδημιουργοί και γίνονται δικά μας τα οφέλη της δημιουργίας, αυτή η περιπλάνηση σε έναν επινοημένο κόσμο,που δεν είναι ο ευτελής κόσμος που μας κυκλώνει».

– Δεν είναι πολυτέλεια αυτή η περιπλάνηση σε φανταστικούς κόσμους,σε μια εποχή που απειλείται η ίδια η επιβίωση;

«Κάθε άλλο,είναι αναγκαία προϋπόθεση όχι για να ξεφύγουμε αλλά για να συνειδητοποιήσουμε ακόμη πιο πολύ ποιος είναι ο κόσμος που ζούμε.Η τέχνη μάς προσφέρει μια απόσταση από το πραγματικό,από το καθημερινό,και μας εφοδιάζει με εργαλεία για να το προσεγγίσουμε κριτικά.Ο θυμός και η αντίδραση είναι μορφές υγείας,αλλά ένας θυμός χωρίς μορφή μπορεί να λειτουργήσει ως μπούμερανγκ. Εδώ βρίσκεται ο ρόλος της τέχνης, η οποία μπορεί να μορφοποιήσει αυτόν τον θυμό και να μας δώσει επιπλέον τη δυνατότητα να φανταστούμε ότι ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός».

– Εκφράζεται στο βιβλίο η βεβαιότητα ότι η πόλη της Βέρθας,η οποία πάει να πέσει στον γκρεμό, θα σωθεί.Το πιστεύετε για την Ελλάδα της ΔΝΤ εποχής;

«Η Ιστορία μάς διδάσκει ότι οι μεγάλες αλλαγές προκύπτουν μέσα από μεγάλες καταστροφές.Η αβεβαιότητα που ζούμε τώρα μας κάνει πιο διαθέσιμους στο απρόοπτο που μας επιφυλάσσει η Ιστορία. Οσο ζούμε στην ασφάλεια το φοβόμαστε, το απρόβλεπτο όμως μπορεί να κρύβει σωτήριες εκπλήξεις».