Το ερώτημα θα μπορούσε να τεθεί και ως εξής: τι κοινό έχουν ο Ρούσβελτ, ο Λόιντ Τζορτζ, ο Μουσολίνι, ο Χίτλερ, ο Τσάμπερλεν, ο Τσόρτσιλ, ο σάχης Ρεζά Παχλεβί, ο Μάο Τσε Τουνκ, ο Αϊζενχάουερ, ο Ιντεν, ο Μακμίλαν, ο Ντε Γκωλ, ο Κένεντι, ο Γουίλσον, ο Νίξον, ο Πολ Ποτ, η Θάτσερ, ο Μουγκάμπε, ο Ρίγκαν, ο Μιτεράν, ο Γέλτσιν, ο Σιράκ, ο Μπους, ο Μπλερ, ο Αριέλ Σαρόν, αλλά και ο δικός μας Ανδρέας Παπανδρέου; Κατά τον συγγραφέα του Ασθενείς ηγέτες στην εξουσία, λόρδο Ντέιβιντ Οουεν, νευρολόγο και πολιτικό, υπουργό Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας στην κυβέρνηση των Εργατικών του Τζέιμς Κάλαχαν και συνιδρυτή του αγγλικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, έχουν ένα κοινό: κυβέρνησαν τις χώρες τους ενώ ήταν ασθενείς. Και οι ασθένειές τους αυτές, είναι, όπως υποστηρίζει αναφερόμενος αναλυτικά στα ιστορικά τους, πολύ πιθανό να επηρέασαν άμεσα τον τρόπο με τον οποίο άσκησαν τα καθήκοντά τους και έλαβαν αποφάσεις που σε ορισμένες κρίσιμες στιγμές είχαν σημασία ακόμη και σε πλανητικό επίπεδο.

Ποιος δεν θυμάται τον τρόπο με τον οποίο ο πλανήτης αγωνιούσε επί μήνες κάθε φορά που ήταν άρρωστος ένας ηγέτης της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της πρώην ΕΣΣΔ; Στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου, οι δυτικές πρωτεύουσες- και όχι μόνον αυτές- αγωνιούσαν πολύ συχνά για το τι πραγματικά γινόταν στα κλειστά δωμάτια του Κρεμλίνου, για την κατάσταση της υγείας σοβιετικών ηγετών και για το ποιος πραγματικά είχε στα χέρια του και ασκούσε την αληθινή εξουσία της μίας από τις δύο υπερδυνάμεις του πλανήτη. Ο προστάτης του Μιτεράν
Ομως, έστω και σε πιθανώς ηπιότερη μορφή, το πρόβλημα δεν το είχαν μόνον οι Σοβιετικοί- το αντίθετο μάλιστα. Οπως αναφέρει στον πρόλογο για την ελληνική έκδοση του βιβλίου ο Νίκανδρος Μπούρας, ομότιμος καθηγητής της Ψυχιατρικής Σχολής του Κing΄s College του Λονδίνου,«από τους 37 συνολικά διατελέσαντες προέδρους των ΗΠΑ μέχρι το 1974 σχεδόν οι μισοί (49%) έπασχαν από κάποια σημαντική ψυχική νόσο και μάλιστα το 27% από αυτούς κατά τη διάρκεια της άσκησης των καθηκόντων τους».Μα είναι και οι Ευρωπαίοι: έγραψε ο Μondeτην επομένη της εισαγωγής του προέδρου Ζακ Σιράκ στο νοσοκομείο τον Σεπτέμβριο του 2005:«Η λατρεία της μυστικοπάθειας που ακολουθούμε οι Γάλλοιθα έκανε περήφανο το Κρεμλίνο της πρώην Σοβιετικής Ενωσης»…Σύμφωνα με τον Οουεν, μόλις λίγους μήνες μετά την άνοδό του στην εξουσία το 1981, ο Φρανσουά Μιτεράν διαγνώστηκε να πάσχει από σοβαρό καρκίνο του προστάτη με μεταστάσεις στα οστά, ο οποίος έμεινε επτασφράγιστο κρατικό μυστικό επί πολλά χρόνια, παρά το γεγονός ότι ο Μιτεράν πάθαινε συχνά κρίσεις μελαγχολίας από αυτή του την ασθένεια. Και είναι και οι Ασιάτες: περίπου το ίδιο είχε συμβεί νωρίτερα με τον σάχη Ρεζά Παχλεβί στην Περσία, ο οποίος έπασχε από λέμφωμα κατά την περίοδο που ξεσπούσε η ισλαμική επανάσταση στη χώρα. Τελικά, ασθενείς ηγέτες που έκαναν ό,τι μπορούσαν για να κρύψουν την ασθένειά τους υπήρξαν σχεδόν παντού…

Σύμφωνα με τον Οουεν, την εποχή που ανέβηκε στην εξουσία ο σαραντατριάχρονος τότε Τζον Κένεντι, η υγεία του βρισκόταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση από τους ηγέτες άλλων μεγάλων κρατών εκείνο τον καιρό: τον εβδομηντάχρονο Σαρλ ντε Γκωλ στη Γαλλία, τον πρωθυπουργό Μπεν Γκουριόν του Ισραήλ, τον εξηνταεξάρχρονο ηγέτη της πρώην ΕΣΣΔ Νικίτα Χρουστσόφ, ακόμη και τον ογδοντατετράχρονο καγκελάριο της τότε Δυτικής Γερμανίας Κόνραντ Αντενάουερ. Ομως τι ακριβώς συνέβαινε με τον Κένεντι;«Είχε παραπλανήσει τους ψηφοφόρους του για την κατάσταση της υγείας του, η οποία ήταν χειρότερη από ό,τι θα είχαν λόγο να υποπτεύονται.Επασχε από τη νόσο του Αντισον με αποτέλεσμα να ζει με ενέσεις ορμονών και να πιστεύει ότι η εκλογή και η παραμονή του στην εξουσία εξαρτιόταν από τη διαφύλαξη του μυστικού του… Το πιο ανησυχητικό ήταν ότι ο νεοεκλεγείς πρόεδρος δεν έδειχνε σημάδια ότι σκόπευε να αλλάξει τον τρόπο ζωής του. Θα μπορούσε να θέσει τον εαυτό του υπό την παρακολούθηση των κορυφαίων γιατρών της χώρας αλλά δεν το έκανε, ούτε φαινόταν διατεθειμένος να περιορίσει τη χρήση ψυχαγωγικών ναρκωτικών, ή,αν το επιχείρησε,απέτυχε». Τον Οκτώβριο του 1962, με την Κρίση της Κούβας, ο κόσμος ήρθε πιο κοντά παρά ποτέ στην πυρηνική καταστροφή. Η τακτική του Κένεντι απέδωσε αποτελέσματα. Ομως, τι είχε συμβεί λίγο καιρό πριν, με την κρίση στον Κόλπο των Χοίρων αλλά και με την εντελώς αποτυχημένη συνάντησή του με τον Χρουστσόφ στη Βιέννη; Η απάντηση του Οουεν είναι τόσο αναλυτική που καταλαμβάνει πενήντα ολόκληρες σελίδες, στις οποίες το ιατρικό ιστορικό του πιο προβεβλημένου αμερικανού προέδρου αναλύεται σε βάθος και πλέκεται εντυπωσιακά όχι μόνον με τη διεθνή πολιτική και τον τρόμο του Ψυχρού Πολέμου, αλλά και με μια συστηματικά ενορχηστρωμένη προσπάθεια συγκάλυψης της αλήθειας…

Διάδοχος του Κένεντι, ο Τεξανός Λίντον Τζόνσον που έμεινε στον Λευκό Οίκο από το 1963 ως το 1969. Στα 1955, οκτώ χρόνια προτού γίνει ξαφνικά πρόεδρος μετά τη δολοφονία Κένεντι, ο Τζόνσον είχε περάσει οξύτατο έμφραγμα με 50% πιθανότητες επιβίωσης. Ο Οουεν γράφει πως ο Τζόνσον έπασχε από πολύ βαριά κατάθλιψη σε όλη τη διάρκεια της προεδρικής του θητείας, ενώ περιγράφει αναλυτικά το πώς αυτή εκφράστηκε στις πράξεις του ως προέδρου των ΗΠΑ.

Στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, στη Γαλλία, στις αρχές πια του 1964, ο πρόεδρος Ντε Γκωλ, που ήταν καλά το 1963, είχε πλέον διαγνωστεί να πάσχει από υπερπλασία του προστάτη. Προσπαθώντας να αποφύγει την εγχείρηση, αναγκάστηκε να τοποθετήσει καθετήρα στην κύστη του, κάτι που κατάφερε να κρατήσει μυστικό ακόμη και κατά τη διάρκεια της επίσημης επίσκεψής του στο Μεξικό. Τον Απρίλιο η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο. Ο Ντε Γκωλ μπήκε στο νοσοκομείο Κοσέν στο Παρίσι και χειρουργήθηκε με άκρα μυστικότητα. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους είχε πια αναρρώσει πλήρως και ανακοίνωνε την υποψηφιότητά του για την επόμενη εκλογή…

Το σύνδρομο της ύβρεως
Τα παραδείγματα ασθενών ηγετών που καταγράφει και αναλύει ο Οουεν είναι πολλά, εντυπωσιακά, προέρχονται από ηγέτες πολλών χωρών και διαφορετικών πολιτικών συστημάτων, ενώ είναι εξαντλητικά τεκμηριωμένα- σε ορισμένες περιπτώσεις οι περιγραφές γίνονται τρομακτικές, άλλοτε βέβαια αγγίζουν τη σφαίρα της ιλαρότητας. Λιγότερο ή περισσότερο διεξοδικά, αναλύονται δεκάδες ηγέτες και οι παθήσεις τους από τα 1900 μέχρι τις μέρες μας. Τελευταίο χρονολογικά εξ αυτών είναι εκείνο του πρώην πρωθυπουργού του Ισραήλ Αριελ Σαρόν.

Ομως, πέραν όλων αυτών, η πιο ουσιαστική ίσως συμβολή του βιβλίου του Οουεν είναι ότι επιχειρεί να θέσει τα ιατρικά και πολιτικά θεμέλια μιας νέας πάθησης: του «Συνδρόμου της Υβρεως».

Κατά τον- νευρολόγο και πολιτικό, όπως ήδη αναφέρθηκε- συγγραφέα, το «Σύνδρομο της Υβρεως» είναι πάθηση και μάλιστα πολύ συχνή μεταξύ των ηγετών. Θεωρεί δε ότι έχει σαφή και συγκεκριμένα διαγνώσιμα κλινικά συμπτώματα. Αλλά ποιοι έπασχαν από αυτή την πάθηση; Αν και παλαιός Εργατικός ο ίδιος, θεωρεί ότι μια από τις πιο εντυπωσιακές κλινικές περιπτώσεις του «Συνδρόμου της Υβρεως» υπήρξε ο επί δεκαετία πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας Τόνι Μπλερ. Αμεσως δίπλα του κατατάσσει τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο. Κάτω από το πρίσμα του «Συνδρόμου της Υβρεως» ο Οουεν φωτίζει αναλυτικά με εντελώς νέο τρόπο μείζονος σημασίας γεγονότα για τη διεθνή πολιτική, όπως τους πολέμους του Ιράκ και του Αφγανιστάν.

Αν και σήμερα δεν θεωρείται ασθένεια αλλά μάλλον σε μεγάλο βαθμό ακόμη και αποδεκτή πολιτική συμπεριφορά, κατά τον Οουεν το «Σύνδρομο της Υβρεως» όχι απλώς είναι ασθένεια, αλλά είναι και ιδιαίτερα επικίνδυνη. Τα παραδείγματα που αναφέρει δεν είναι λίγα, ενώ είναι εντυπωσιακά. Προτείνει λοιπόν στη διεθνή ιατρική κοινότητα να την αντιμετωπίσει ως τέτοια, ενώ θεωρεί ότι στις δημοκρατίες θα πρέπει να τεθούν πιο αυστηροί και συστηματικοί κανόνες για τη διάγνωση των ασθενειών των υποψηφίων αλλά και των εκλεγμένων ηγετών. Ισως να μην έχει άδικο. Ομως, από την άλλη πλευρά, το να υποδείξει κάποιος τόσο στην επιστήμη όσο και στη διεθνή πολιτική το αν και το πώς θα πρέπει να εισάγουν μια νέα ασθένεια που θα επηρεάζει τόσο ουσιαστικά τη δημοκρατία, ίσως τελικά κι αυτό να μην είναι τίποτε άλλο παρά μια ακόμη εκδοχή αυτού ακριβώς του «Συνδρόμου της Υβρεως», το οποίο με εντυπωσιακό πράγματι τρόπο επιχειρεί ο Οουεν να θεμελιώσει.