Στις αυτοβιογραφικές Στιγμές ΙΙΙτου Λεωνίδα Κύρκου ο αναγνώστης θα βρει αυτό ακριβώς που ο τίτλος του βιβλίου υπόσχεται: στιγμές της ζωής του ιστορικού ηγέτη της Αριστεράς. Στιγμές πολιτικές και προσωπικές, χωρισμένες σε 14 κεφάλαια, 14 σύντομες αφηγήσεις που δεν ακολουθούν μια θεματική, χρονολογική ή άλλη, γραμμική πορεία, αλλά περιπλανώνται στην ιστορία του και μεταφέρουν σκέψεις, συναισθήματα, αναμνήσεις και εικόνες δροσερές και εν πολλοίς αναπάντεχες, μέσα από περιγραφές ζωντανές, που σχεδόν «αναπνέουν». Και που ξεκινούν από αναμνήσεις των φοιτητικών του χρόνων στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, περνούν από την Κομματική Οργάνωση Αθήνας του ΚΚΕ ή από τη Γενική Ασφάλεια, για να απλωθούν σ΄ έναν «μικρό Μότσαρτ» και την Καλλί, τη σύντροφο της ζωής του επί μισόν αιώνα, έως τον θάνατό της, για να φτάσουν στο Αγιον Ορος, στον Γεώργιο Ράλλη, στον Ξενοφώντα Ζολώτα ή στο Σκοπιανό. Η πιο δύσκολη δίκη της «Αυγής»
Από τις πιο ενδιαφέρουσες αφηγήσεις είναι εκείνη για μια δίκη της «Αυγής», της οποίας ο Λεωνίδας Κύρκος διετέλεσε πρώτα διευθυντής και στη συνέχεια εκδότης σε δύσκολα χρόνια: από το 1959 έως τη δικτατορία.

Επειτα από καταγγελίες για αστυνομική βία εναντίον αριστερών στον Νομό Σερρών, η εφημερίδα αποφάσισε να στείλει επί τόπου έναν συντάκτη της για να κάνει ρεπορτάζ. Διοικητής Ασφαλείας ήταν ο αστυνόμος Τσούτσιας «που εξασφάλιζε την τάξη με αμείλικτα μέτρα». Ο συντάκτης της «Αυγής» ήταν ο Ανδρέας Ξυφτίλης (Γεωργίου). Ανέβηκε στις Σέρρες, γύρισε την επαρχία, μίλησε με κόσμο πολύ, έβγαλε φωτογραφίες, ετοίμασε κείμενο. Την τελευταία ημέρα της αποστολής του,ο συντάκτης επισκέφθηκε με δική του πρωτοβουλία τα γραφεία της Ασφάλειας προκειμένου να ζητήσει και την «άλλη» άποψη. Προφανώς, η Αστυνομία τον παρακολουθούσε τις προηγούμενες ημέρες κι έτσι, όταν συνάντησε τον Τσούτσια, εκείνος ήταν ήδη έξαλλος προτού καν μιλήσουν. «Εσύ είσαι που τριγυρνάς στο νομό και συκοφαντείς τους πάντες και τα πάντα;» τον ρώτησε. Ψύχραιμα ο δημοσιογράφος τού απάντησε: «Φεύγω αύριο. Θέλησα να σας γνωρίσω και να ελέγξω τις καταγγελίες πολλών από τους συντοπίτες σας σε βάρος σας πριν τις γράψω». Και τότε ο αστυνόμος βγήκε εκτός εαυτού: «Και ποιος είσαι εσύ, βρε αλήτη, που θα ελέγξεις εμένα;» του είπε, για να σηκώσει αμέσως το χέρι και να τον χαστουκίσει. Γεροδεμένος και άφοβος, ο δημοσιογράφος απάντησε με μια γροθιά. Δεν χρειάζεται φαντασία για να καταλάβει κανείς τι ακολούθησε… Την ημέρα που είχε οριστεί το δικαστήριο για την υπόθεση, κρινόταν πια όχι μόνον το μέλλον του Γεωργίου, αλλά και το μέλλον της εφημερίδας, αφού, αν καταδικαζόταν, θα έχανε την ατέλεια χάρτου και στην πραγματικότητα θα αναγκαζόταν να κλείσει από οικονομική ασφυξία. Την υπόθεση, στην οποία νομικός «εγκέφαλος» της «Αυγής»ήταν ο διαπρεπής ποινικολόγος Σταύρος Κανελλόπουλος, έσωσε τελικά ένας αγρότης που είχε πέσει και ο ίδιος θύμα της βίας του διοικητή και βρήκε το θάρρος να καταθέσει. Μετά την κατάθεσή του το δικαστήριο, το οποίο προφανώς δεν επηρεαζόταν από την Ασφάλεια, αθώωσε και τους δύο αλληλομηνυθέντες.

Χαράματα, 21η Απριλίου 1967
Ηταν μιάμιση η ώρα το βράδυ. Είχε μόλις μπει η 21η Απριλίου 1967. Ο Λεωνίδας Κύρκος επέστρεφε σπίτι του. Είχε περάσει το προηγούμενο βράδυ στο δικαστήριο με τον Πάνο Κόκκα, διευθυντή της εφημερίδας «Ελευθερία» που δικαζόταν για το περίφημο «Μνημόνιο». Ενα κείμενο που είχε δημοσιεύσει η «Ελευθερία», σύμφωνα με το οποίο επιφανή στελέχη του συντηρητικού χώρου είχαν παλαιότερα εμπλακεί σε συζητήσεις κινηματικού χαρακτήρα. Σύσσωμη η κυβέρνηση ήταν… μάρτυρας κατηγορίας. «Τι λες, θα μπορούσαμε να γλιτώσουμε τη δικτατορία;» ρώτησε ο Κύρκος τον Κόκκα. «Αν κινηθεί ο στρατός όχι» του απάντησε εκείνος. Τα χαράματα ο στρατός κινήθηκε. Ο Κύρκος πιάστηκε. Πυροβολισμοί στην πόρτα του σπιτιού του. Τον τσουβάλιασαν σε ένα τζιπ. Φτάσανε στου Γουδή. Ο θάλαμος ήταν άδειος. Σε λίγο άρχισαν να καταφθάνουν οι «ένοικοι»: Μανώλης Γλέζος, Γεώργιος Παπανδρέου, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Δημήτρης Ψαθάς, Δημήτρης Πουρνάρας. Δίπλα ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Παναής Παπαληγούρας, ο Γιάννης Αλευράς…

Το μεσημέρι ο φύλακας αξιωματικός έχει πάει για… σιέστα. Ο Κύρκος επωφελείται για να περάσει στον απέναντι θάλαμο και να μιλήσει στον Γεώργιο Παπανδρέου που αναπαυόταν ξαπλωμένος. «Να δούμε πότε θα ξεμπλέξουμε» είπε ο Κύρκος. Και ο «Γέρος» απάντησε: «Από τότε που εσύ και ο Αντρέας ακυρώσατε τον δικό μου διμέτωπο, η εξέλιξη αυτή ήταν προδιαγεγραμμένη». Ο Κύρκος σκέφτηκε ότι ο «Γέρος» δεν είχε ακόμη κατανοήσει πως ο διμέτωπος ήταν που είχε ανοίξει «τις πύλες της Κολάσεως», όπως ο ίδιος πίστευε. «Τον άφησα όταν ήρθε κοντά του ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Ηταν η πρώτη φορά που συναντιόντουσαν μετά το βασιλικό πραξικόπημα- και ίσως η τελευταία»…

Τελικά δεν ήταν Μότσαρτ
Στις συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών κάθε Κυριακή πρωί, στον θρυλικό «Ορφέα» της οδού Σταδίου, ο Κύρκος ήταν τακτικός ακροατής. Σε μία από αυτές τις συναυλίες αποφάσισε να πάρει μαζί του τον μεγάλο γιο του Μιχάλη, που δεν είχε ακόμη γίνει πέντε χρόνων.

Ο ταμίας του «Ορφέα» όμως είχε άλλη γνώμη: «Δεν μπορώ να σας επιτρέψω την είσοδο. Τι θα γίνει αν το παιδί στενοχωρηθεί και βάλει τις φωνές;» ρώτησε, θεωρώντας προφανώς αυτονόητο ότι ηΠέμπτη Συμφωνία του Μπετόβεν που διηύθυνε εκείνη την ημέρα ο αρχιμουσικός Φιλοκτήτης Οικονομίδης μόνο στενοχώρια μπορούσε να προκαλέσει σε ένα μικρό παιδί… Η απάντηση του Λεωνίδα Κύρκου όμως έκαμψε τις αντιστάσεις: «Εχετε δίκιο να ανησυχείτε. Αν όμως είναι ένας μικρός Μότσαρτ;». «Το εύχομαι» ήταν η σοβαρή ανταπάντηση του ταμία, ο οποίος υπό το βάρος μιας τέτοιας ευθύνης τούς άφησε να περάσουν.

Τελικά, ο μικρός Μιχάλης στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Αλλά στο διάλειμμα πλησίασε στο αφτί του πατέρα του και του είπε: «Κουράστηκα». Βγαίνοντας για να εγκαταλείψουν την αίθουσα ευχαρίστησαν που τους άφησαν να μπουν και διαπίστωσαν: «Φαίνεται ότι τελικά ο μικρός δεν είναι Μότσαρτ»…

«Εχετε ψαύσει μαστόν ποτέ;»
Πανεπιστήμιο. Ιατρική Σχολή. Μάθημα Βιολογίας. Καθηγητής Γεώργιος Πανταζής. Αντικείμενο ο ιστός των ανθρώπινων οργάνων. Ο Κύρκος θυμάται τον Πανταζή ως έναν άνθρωπο που ήταν αγαπητός σε όλους γιατί η διδασκαλία του περιείχε ευρύτερες πληροφορίες και σκέψεις, που κρατούσαν ζωηρό το ενδιαφέρον των ακροατών του. Σε ένα τέτοιο μάθημα ρωτάει έναν φοιτητή αν μπορούσε να του πει από τι ιστό αποτελείται ο μαστός των γυναικών. Ο φοιτητής τα χάνει. Και απαντά: «Από οστίτη». Και τότε έρχεται η ερώτηση: «Εχετε ψαύσει μαστόν ποτέ;». Μόλις ο φοιτητής με τεράστια δυσκολία ψελλίζει ένα δειλό «μάλιστα, κύριε καθηγητά», εκείνος του απαντά: «Λυπούμαι, νεαρέ μου, αλλά έπεσες σε άγαλμα». «Ηταν από τις στιγμές που φαίδρυναν την ατμόσφαιρα, αλαφραίνοντάς την από το καθημερινό άγχος, την αγωνία για το αύριο, τις εσωτερικές συγκρούσεις, τις δυσκολίες της πανεπιστημιακής ζωής και την πίεση της συνολικότερης ατμόσφαιρας της Κατοχής».