Η συμμετοχική δημοκρατία της Αθήνας (και άλλων πόλεων για τις οποίες διαθέτουμε λιγότερες πληροφορίες) λειτούργησε για περίπου δύο αιώνες (510-322 π.Χ.) και με κάπως διαφορετική μορφή (ως αυτοδιοίκηση) μέχρι σχεδόν και τη ρωμαϊκή κατάκτηση. Το παράδειγμα της Αθήνας θέτει μερικά βασικά ερωτήματα-διαπιστώσεις, που δεν έχουν μόνο ιστορική αξία, αλλά μας αφορούν άμεσα: Οφειλόταν η πολιτική, πολιτιστική και εν μέρει στρατιωτική υπεροχή της Αθήνας τον 5ο-4ο αιώνα π.Χ. στη συμμετοχική δημοκρατία; Είναι δυνατόν οι πολλοί, το «πλήθος», να είναι «σοφότεροι» από τους λίγους «ειδικούς»;

Οι απαντήσεις που δίνει ο καθηγητής του Στάνφορντ Τζοζάια Ομπερ στο βιβλίο τουDemocracy and knowledgeείναι καταφατικές. Η σχέση συμμετοχικής δημοκρατίας και αθηναϊκής υπεροχής γίνεται σαφής από δύο συγκρίσεις: της Αθήνας με άλλες ελληνικές πολιτείες (υπήρχαν πάνω από 1.000 τον 5ο αιώνα π.Χ.) και της Αθήνας σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους.

Δείκτης δυναμισμού
Ως προς την πρώτη, η Αθήνα κατατάσσεται πρώτη με διπλή διαφορά από τη δεύτερη (Σπάρτη και τρίτη Συρακούσες) σε έναν δείκτη δυναμισμού που απαρτίζεται από τα ακόλουθα: «φήμη» (αναφορές σε πηγές, ιστορία, θέατρο κτλ.), γεωγραφική έκταση, διεθνή δραστηριότητα (όπου περιλαμβάνεται η οικονομική της δραστηριότητα, που μετρείται έμμεσα από τη συμμετοχή αθηναϊκών νομισμάτων σε «θησαυρούς» που έχουν βρεθεί σε όλη τη Μεσόγειο) και δημόσια έργα.

Ως προς τη δεύτερη, οι περίοδοι της συμμετοχικής δημοκρατίας 510-322 π.Χ. είναι εκείνες που κάνουν την Αθήνα να ξεχωρίζει από τις άλλες ελληνικές πολιτείες. Αντίθετα, στις περιόδους πριν από το 510 π.Χ. (όταν η Αθήνα είχε ολιγαρχικά πολιτεύματα) και μετά το 322 π.Χ. (ξανά ολιγαρχίες ή περιορισμένη δημοκρατία) η Αθήνα δεν ξεχώριζε από τους ανταγωνιστές της.

Η σύγχρονη εμπειρία επιβεβαιώνει την υπεροχή της συμμετοχικής δημοκρατίας ως πολιτεύματος. Η συμμετοχική δημοκρατία κερδίζει έδαφος παντού (εκτός από την Ελλάδα, όπου όλες οι τάσεις φτάνουν, αν φτάσουν, με καθυστέρηση!). Εφαρμόζεται από τον Μεσαίωνα σε πολλά ελβετικά καντόνια, από τη δημιουργία τους στις ΗΠΑ, από το 1995 σε τοπικό και επίπεδο κρατιδίου στη Γερμανία, με τη μορφή δημοψηφισμάτων σε πολλές χώρες: Ιταλία (30 δημοψηφίσματα την περίοδο 1990-2000, Γαλλία, Κάτω Χώρες, Ιρλανδία κτλ.). Το δημοψήφισμα προβλέπεται και από τα ελληνικά συντάγματα, αλλά έχει γίνει ένα μόνο από την επαναφορά της δημοκρατίας, το 1975, για το πολιτειακό. Ετσι, σε σύγκριση με άλλες χώρες, η Ελλάδα παρουσιάζει σοβαρό δημοκρατικό έλλειμμα.

Εμπειρικές μελέτες που έχουν γίνει στην Ελβετία, στη Γερμανία και στις ΗΠΑ επιβεβαιώνουν ομόφωνα την οικονομική υπεροχή της συμμετοχικής έναντι της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας: οι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης σε καντόνια, κρατίδια, δήμους κτλ. που εφαρμόζουν τη συμμετοχική δημοκρατία είναι σημαντικά ανώτεροι από εκείνων που δεν την εφαρμόζουν.

Η διάχυση της γνώσης
Οι λόγοι είναι αρκετοί, και ο Ομπερ τους αναλύει τονίζοντας τον κυριότερο: Τη διάχυση της γνώσης, που οδηγεί σε σωστότερες αποφάσεις και σε ένα πλαίσιο θεσμών που ισχυροποιεί μια χώρα και την οδηγεί σε ανάπτυξη (όχι μόνο οικονομική).

Η συμμετοχική δημοκρατία αντιμετωπίζει καλύτερα από την αντιπροσωπευτική ορισμένα σημαντικά θέματα, όπως: Ποιο είναι το ύψος των δημοσίων αγαθών που επιθυμούμε σε σχέση με τη φορολογία που είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε; Στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία δεν έχουμε σαφή απάντηση. Οι πολίτες επιλέγουν έμμεσα ψηφίζοντας το κόμμα του οποίου το πρόγραμμα έρχεται κοντύτερα στις προτιμήσεις τους. Η αβεβαιότητα όμως είναι μεγάλη: ελλιπής πληροφόρηση, συνήθως έλλειψη εκτιμήσεων για το τι συνεπάγεται ως φορολογική επιβάρυνση το κάθε πρόγραμμα, αθέτηση προεκλογικών υποσχέσεων κτλ.

Στη συμμετοχή δημοκρατία, αντίθετα, οι προτιμήσεις γίνονται σαφείς και οι αποφάσεις των πολιτών επίσης, όπως φαίνεται από το παράδειγμα του Ναυτικού Νόμου του Θεμιστοκλή. Επιλογή ανάμεσα στο δημόσιο αγαθό άμυνα (κατασκευή στόλου 200 τριήρων σε δύο χρόνια) ή επιπλέον ιδιωτική κατανάλωση 10 δραχμών τον χρόνο (περίπου 15-20 ημερομίσθια της εποχής); Οι Αθηναίοι ψήφισαν υπέρ του δημόσιου αγαθού και έτσι ναυπηγήθηκε ο στόλος που έσωσε την Ελλάδα στη Σαλαμίνα. (Ο κυβερνήτης της Καλιφόρνιας Σβαρτσενέγκερ, όπου εφαρμόζεται η συμμετοχική δημοκρατία, έθεσε πρόσφατα θέμα επιλογής των πολιτών: Αύξηση φόρων και καλύτερη λειτουργία των δημόσιων σχολείων ή απολύσεις διδακτικού προσωπικού;) Ενα δεύτερο μεγάλο πρόβλημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας είναι του εντολέα (πολιτών) και του εντολοδόχου (κυβέρνησης).

Η κυβέρνηση είναι ο εντολοδόχος του εντολέα-πολιτών, όμως στην πράξη τα μέλη της εκπληρώνουν δικούς τους στόχους και επιδιώξεις που μπορεί να μην είναι συμβατά με την «εντολή» που έλαβαν, οδηγώντας σε αδιαφάνεια, διαφθορά, αναποτελεσματικότητα. Στη συμμετοχική δημοκρατία, με τις πολλαπλές δυνατότητες παρέμβασης των πολιτών (νομοθετικές πρωτοβουλίες, ανάκληση εκλεγμένων αρχόντων πριν από τη λήξη της θητείας τους), ο εντολοδόχος αναγκάζεται να λαμβάνει πιο σοβαρά υπόψη τη βούληση του εντολέα, με αποτέλεσμα να μειώνεται η αδιαφάνεια-διαφθορά και να αυξάνεται η αποτελεσματικότητα.

Ο εντολέας και ο εντολοδόχος
Η συμμετοχική δημοκρατία διαχέει τη γνώση μέσω «δικτύων» προσωπικών επαφών στην Αθήνα, και τεχνολογικών σήμερα. Οι πολίτες γίνονται πιο ενεργοί, αλλά αποκτούν και γνώση σε πολλούς τομείς, όταν έχουν κίνητρο να το κάνουν. Στην αρχαία Αθήνα οι πολίτες, έχοντας ακούσει αγορεύσεις ειδικών σε πολλά θέματα για μερικά χρόνια (παρακολουθώντας π.χ. 15-20 συνεδριάσεις της εκκλησίας του δήμου από τις 30-40 ετήσιες), είχαν σημαντικό επίπεδο γνώσεων σε πολλά θέματα, που τους βοηθούσε να λαμβάνουν σωστές αποφάσεις. Το ίδιο γίνεται και σήμερα όπου εφαρμόζεται η συμμετοχική δημοκρατία, και με τη βοήθεια της τεχνολογίας.

Ο Ομπερ καταλήγει: «Η ιστορία της κλασικής Αθήνας δείχνει ότι η συμμετοχική και διαλογική δημοκρατία είναι μια ρεαλιστική και συγχρόνως μια ελκυστική εναλλακτική λύση στην πολιτική των ιεραρχικών δομών… Τα επιστημονικά χαρακτηριστικά της είναι συμβατά με τις ανθρώπινες ικανότητες και την ηθική ψυχολογία». Η σύγχρονη εμπειρία επιβεβαιώνει τις θέσεις του Ομπερ.

Πρέπει και στην Ελλάδα να αρχίσει η συζήτηση για την εισαγωγή της συμμετοχικής δημοκρατίας ως λύσης στο τωρινό πολιτικό αδιέξοδο. Απομένει να δούμε αν και ποιο κόμμα θα έχει το θάρρος να την υιοθετήσει στο πολιτικό του πρόγραμμα, ακόμη και όταν η συμμετοχική δημοκρατία περιορίζει την πολιτική παντοδυναμία των κομμάτων και τυχόν κυβερνητικές αυθαιρεσίες.

Ο κ. Νίκος Κ. Κυριαζής είναι αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και συγγραφέας.