Ψηλόλιγνες μορφές πάνω σε ξυλοπόδαρα, γιαπωνέζοι πολεμιστές, νοικοκυρές με μυτερά αφτιά, κωμικές φιγούρες ανάμεσα σε 130.000 επισκέπτες μέσα σε ένα τετραήμερο (13-16 Μαρτίου). Ατμόσφαιρα γιορτής και μεγάλο κοινό, αυτό ήταν το στίγμα της εφετινής Εκθεσης Βιβλίου της Λειψίας που έκλεισε την περασμένη Κυριακή. Και επειδή το κάπνισμα έχει απαγορευθεί πλέον παντού και στη Γερμανία, τα προαύλια με τους κάδους των σκουπιδιών ανάμεσα στις αίθουσες της έκθεσης γέμιζαν κάθε τόσο με χαρούμενους μαθητές που έκαναν διάλειμμα καπνίζοντας. Τα σχολεία ανήκουν στην τακτική πελατεία της έκθεσης και η παιδεία συνιστά ένα μόνιμο πλέον κέντρο βάρους για αυτήν. Η διάδοση της ανάγνωσης στη νεολαία, η διάσωση του βιβλίου στο Internet είναι από τα κύρια μελήματά της. Η έκθεση της Λειψίας είναι η πιο πρόσχαρη και κοινωνική, μικρή αδελφή της άλλης, της τεράστιας έκθεσης της Φραγκφούρτης κάθε φθινόπωρο, που προορίζεται για τους επαγγελματίες στον χώρο του βιβλίου.


Τα γκρίζα καθίσματα του Arte


Ωστόσο και η Λειψία θέτει ζητήματα, ανακινεί ιδέες και προδιαγράφει δημόσιες συζητήσεις. Τα μεγάλα κανάλια στήνουν στην καρδιά της, στην κεντρική αίθουσα, τα σκηνικά τους για τις ζωντανές ανακαλύψεις βιβλίων και τις «ανακρίσεις» συγγραφέων: οι μαύρες πολυθρόνες του Πρώτου Γερμανικού Καναλιού, το Μπλε Σαλόνι του Δεύτερου, τα γκρίζα μοντέρνα καθίσματα του Arte. Μέσα από αυτές τις τηλεοπτικές εκπομπές αναδεικνύονται τα θέματα της Λειψίας, που είναι και τα θέματα της γερμανικής επικράτειας: εφέτος η αποτίμηση της γενιάς του ’68, σαράντα χρόνια μετά, ο φεμινισμός και η πορνογραφία, το παρελθόν της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Στα ανατολικά κρατίδια ανατέλλει μια νέα γενιά συγγραφέων, που σάρωσε εφέτος τα βραβεία της έκθεσης και διακατέχεται από έναν αφάνταστο δυναμισμό στη διήγηση, στη γραφή, στην εξιστόρηση, έναν δυναμισμό ο οποίος συγκινεί ένα κοινό κουρασμένο από τις σολιψιστικές εσωτερικές αναζητήσεις και τα αδιέξοδα της δυτικογερμανικής ψυχής.


Φυσικά υπάρχουν πάντα και οι μεγάλοι συγγραφείς που συνιστούν αφ’ εαυτών θέμα, όπως ο γηραιός πλην χαλκέντερος Μάρτιν Βάλζερ, ο οποίος γοήτευσε ήδη την κριτική με το καινούργιο βιβλίο του Ενας άνδρας που αγαπά. Ο Βάλζερ με τον χειμαρρώδη λόγο του αναβιώνει με μεγάλη ευαισθησία τον έσχατο παράφορο έρωτα του Γκαίτε σε ηλικία 73 ετών. Η καρδιά του έπαλλε για τελευταία φορά προτού σβήσει για τη δεκαεννιάχρονη δεσποινίδα Ουλρίκε. Η Λειψία όμως δεν έχει μόνο γεροντικά πάθη να διηγηθεί, αλλά και μοντέρνες, πικρές ιστορίες από τα κράσπεδα των γερμανικών μεγαλουπόλεων. Το πρώτο βραβείο λογοτεχνίας της έκθεσης απονεμήθηκε σε ένα τέκνο της ίδιας της Λειψίας, τον τριαντάχρονο πεζογράφο Κλέμενς Μάιερ, για το βιβλίο με τίτλο Η νύχτα, τα φώτα. Είναι μια συλλογή δεκαπέντε διηγημάτων γραμμένων με αφοπλιστικά άμεση γλώσσα. Ιστορίες που παρουσιάζουν χωρίς να διεκτραγωδούν τη ζωή κάποιων φουκαράδων στο περιθώριο της κοινωνίας.


Τιμώμενη χώρα στη Λειψία ήταν εφέτος η Κροατία. Μια μικρή χώρα που κατάφερε να επιδείξει ευρεία παλέτα με δεκάδες συγγραφείς, μεταφρασμένους και αμετάφραστους. Στη φαντασμαγορία της Λειψίας υπήρξαν όμως και μερικές ελληνικές και κυπριακές πινελιές στο φόρουμ «Μικρές γλώσσες, μεγάλες λογοτεχνίες», μέσω του οποίου τα τελευταία χρόνια οι μικροί καμώνονται με τρόπο συμπαθητικό τους μεγάλους και ό,τι προκύψει. Η κύπρια ποιήτρια Ευρυδίκη Περικλέους-Παπαδοπούλου, μαθήτρια του Κώστα Μόντη, διάβασε στίχους της στα κυπριακά δίπλα στον ομότεχνό της Νόρμπερτ Μπουζέγια, που απήγγειλε στα μαλτέζικα μεσογειακές γλωσσικές σπανιότητες στη Λειψία του Βορρά. Αν η ποίηση της Παπαδοπούλου ανασαίνει βαριά υπό τη σκιά της τουρκικής σημαίας στον Πενταδάκτυλο, η πεζογραφία του νεαρού Γιώργου Τριλλίδη εκφράζει τις νεότερες γενιές των Κυπρίων, που αποκόπτονται σιγά σιγά από τα τραύματα των γονιών και στρέφονται λογοτεχνικά σε νέα θέματα. «Σεβόμαστε την ιστορία» έλεγε χαρακτηριστικά στη Λειψία ο Τριλλίδης, «αλλά εμείς δεν θέλουμε να γράφουμε θούριους».


Προς τολμηρούς γερμανούς εκδότες


Και από την Ελλάδα; Κρατάμε στα χέρια μας ένα καλαίσθητο τομίδιο στα γερμανικά με τίτλο Λήθη, τέσσερα θεατρικά κομμάτια του Δημήτρη Δημητριάδη που εκδόθηκαν στα τέλη του 2007 από τον οίκο Σύγχρονο Θέατρο. Ο συγγραφέας θα το παρουσιάσει αυτοπροσώπως στη Γερμανία τον ερχόμενο μήνα. Στη Λειψία ο Νίκος Δαββέτας διάβασε αποσπάσματα από το βιβλίο του Λευκή πετσέτα στο ρινγκ προκαλώντας το κοινό να διερωτηθεί γιατί τόσο συχνά σήμερα η λογοτεχνία καταφεύγει στην ιστορία ή στο ταξίδι, αντί να μιλήσει για το εδώ και τώρα, γιατί η ψυχή της έγινε τόσο φυγόκεντρη. Εκτός από τον συγγραφέα, εξ Αθηνών έφθασε την τελευταία στιγμή στην έκθεση και το νέο φυλλάδιο του υπουργείου Πολιτισμού με τίτλο Νέα βιβλία από την Ελλάδα· θα εκδίδεται δύο φορές τον χρόνο στα γερμανικά και περιλαμβάνει μια σειρά προτάσεων προς τολμηρούς γερμανούς εκδότες οι οποίοι θα θελήσουν να μεταφράσουν έργα ελληνικής λογοτεχνίας. Στο πρώτο τεύχος του φυλλαδίου «νέα» βιβλία θεωρούνται οι Ακυβέρνητες πολιτείες του Στρατή Τσίρκα, ως και Ο γιος της Τζοκόντα του Αύγουστου Κορτώ.


Πάντως, επειδή μετά το 2001, όταν η Ελλάδα ήταν τιμώμενη χώρα στην Εκθεση Βιβλίου της Φραγκφούρτης χωρίς θεαματικά αποτελέσματα, ελάχιστοι γερμανοί εκδότες διακινδυνεύουν να διακινήσουν ελληνική πραμάτεια, ο χώρος προσφέρεται για απονενοημένα διαβήματα. Σε ένα τέτοιο προχώρησε η Μαρία Σάββα-Σκούρα, πρώην υπάλληλος τραπέζης, μετά την απόλυσή της. Ανοιξε εκδοτικό οίκο τον οποίο ονόμασε, ύστερα από συμβουλή του μικρού της γιου, Ant, δηλαδή μυρμήγκι, αναλαμβάνοντας με ελάχιστες δυνάμεις να προωθήσει ελληνικά ευπώλητα στη γερμανική αγορά. Το «ατού» της ήταν Η εξολόθρευση της Μπάρμπι της Ελένης Δαφνίδη, αλλά από τις 3.000 αντίτυπα της γερμανικής μετάφρασης πούλησε σε μία τριετία μόνον οκτακόσια.


Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Deutsche Welle.