Οι συζητήσεις για την έννοια και το ακριβές περιεχόμενο της «ελληνικότητας» πάντοτε προκαλούν ζωηρό ενδιαφέρον και αντιπαραθέσεις. Ωστόσο το πλεονέκτημα του εγγενώς επικαιρικού τους χαρακτήρα είναι ταυτόχρονα και παγίδα: απηχώντας φορτίσεις και καταναγκασμούς της τρέχουσας συγκυρίας, δεν είναι λίγες οι φορές που οι συζητήσεις αναπαράγουν εκείνα ακριβώς τα στερεότυπα που διατείνονται ότι αποκωδικοποιούν. Στο βιβλίο του Εθνος-όνειρο: Διαφωτισμός και θέσμιση της σύγχρονης Ελλάδας ο Στάθης Γουργουρής επιχειρεί να διαρρήξει αυτόν τον φαύλο κύκλο προτείνοντας ένα ανεξάρτητο βάθρο παρατήρησης και ερμηνείας.


Πίσω από κάθε εθνικό αφήγημα, υποστηρίζει ο συγγραφέας, ελλοχεύει ένα όνειρο: η συμβολική εκπλήρωση απωθημένων και απόκρυφων επιθυμιών συνδυαστικά με τη συστηματική απάλειψη όσων ενοχλούν και τραυματίζουν. Το στοιχείο αυτό προσδίδει στους εθνικούς μύθους εξαιρετική ισχύ και ανθεκτικότητα, καθιστώντας τους στην πράξη πιο «πραγματικούς» και από την ίδια την πραγματικότητα. Κατ’ εξοχήν φαινόμενο της νεωτερικότητας, η φαντασιακή θέσμιση του έθνους χαρακτηρίζεται από αξιοπρόσεκτες σταθερές. Ο Γουργουρής παρατηρεί ότι όλα τα εθνογενετικά αφηγήματα σχετικοποιούν τον ιστορικό χρόνο (η αρχαιότητα συνυπάρχει με το παρόν και το μέλλον)· βρίσκονται σε διαρκή και αμφίδρομη σχέση με την κοινωνία· και τείνουν εγγενώς προς το ιδίωμα του περιούσιου λαού.


Αρχαιοελληνική φαντασίωση


Το βιβλίο του Γουργουρή αφορά πρωτίστως την Ελλάδα, όμως τα πορίσματά του ανακύπτουν ­ και γίνονται καλύτερα κατανοητά ­ στο πλαίσιο της κατά πολύ ευρύτερης διερεύνησης της πορείας που οι ιδέες του Διαφωτισμού διήνυσαν στα Βαλκάνια.


Ταυτοχρόνως προϊόν και συστατικό του Διαφωτισμού, το ιδανικό της κλασικής αρχαιότητας μεταλαμπαδεύτηκε στην οθωμανική Ελλάδα χάρη στη γνωστική επενέργεια και τις δράσεις του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Η αρχαιοελληνική φαντασίωση όμως εδραιώθηκε πάνω στην απόλυτη απαξίωση της πραγματικής Ελλάδας. Ο Γουργουρής τονίζει ότι ο φαντασιακός φιλελληνισμός υπήρξε την ίδια ώρα και πραγματικός ανθελληνισμός, μια «ιδεαλιστική νεκροφιλία». Πρόκειται για ιδιότυπη περίπτωση οριενταλισμού που, για όσο διάστημα δέσποζε στη νεοελληνική ιστοριογραφία, ως αντιτιθέμενη ετερότητα ­ ως Αλλος ­ θεωρούνταν η Ανατολή. Αυτό άλλαξε δραματικά με τη δημιουργία του ελληνικού κράτους ­ όταν, με την οργανική πλέον ένταξη του Βυζαντίου στο εθνικό φαντασιακό (κατά το σχήμα Παπαρρηγόπουλου), ο Αλλος άρχισε σταδιακά να προσλαμβάνει δυτικά χαρακτηριστικά.


Τα γεγονότα αυτά, υποστηρίζει ο Γουργουρής, εξηγούν την τάση του νέου ελληνισμού να απομονώνεται. Ο νεοελληνισμός δεν είναι Δύση, δεν είναι όμως ούτε και Ανατολή. Και αυτό οδηγεί σε σειρά σχιζοειδών, μεταξύ τους απόλυτα αντιφατικών, νοοτροπιών και προδιαθέσεων: και απόλυτη υπεροχή και απόλυτη κατωτερότητα απέναντι στη Δύση· και ξενοφοβία και ξενομανία. Συνθέτοντας και αποτιμώντας τις προεκτάσεις των εξελίξεων αυτών, ο Γουργουρής δυσφορεί κυρίως για τις επιπτώσεις της δεύτερης ­ αντιδυτικής ­ οριοθέτησης που, κατά την άποψή του, επέφερε και απαξίωση του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Οπως υποστηρίζει, στη συγκυρία αυτή ήταν που προέκυψε και το μοτίβο της «Μεγάλης Ιδέας»: εξαιρετικά διαδεδομένο και ισχυρό, όμως και ολότελα αλλότριο προς «τον πολυκεντρικό πολιτικό και πολιτισμικό αστερισμό της Ανατολικής Μεσογείου…».


Ο εθνοκεντρισμός


Βασισμένο σε επισταμένη μελέτη της ελληνικής και ευρωπαϊκής γραμματείας, το βιβλίο στέκεται και σε άλλα κομβικά σημεία της νεοελληνικής εμπειρίας: στον Σεφέρη και ­ δι’ αυτού ­ στον Μακρυγιάννη (που, σε αντίθεση με ό,τι ευρέως πιστεύεται, κομίζουν εθνοκεντρισμό που αδυνατεί να διαρρήξει την οριενταλιστική σύμβαση), όπως και στον μεγάλο Καβάφη: δημιουργό που, όντας θεμελιωδώς ασύμβατος με το κυρίαρχο φαντασιακό, εξακολουθεί μέχρι και τις ημέρες μας να προκαλεί αμηχανία.


Σε ό,τι αφορά τις συγχρονικές προεκτάσεις του, το βιβλίο αναμετράται ευθέως με αυτό που σε άλλο κείμενό του («Το Βήμα», 2 Μαΐου 1999) ο συγγραφέας θεωρεί ότι αποτελεί «το βασικό ηθικό και πολιτικό πρόβλημα του καιρού μας»: την αντιμετώπιση του νεο-εθνικιστικού μίσους. Ωστόσο για να τελεσφορήσει η προσπάθεια απαιτείται υπέρβαση των εθνικών αφηγηματικών και πρακτικών στεγανών. Καυτηριάζοντας το εξακολουθητικά εθνοκεντρικό μοτίβο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ο Γουργουρής τονίζει ότι μόνο σε ρωμαλέα διεθνικούς ορίζοντες είναι δυνατόν να αναζητηθεί η φιλοσοφική ηθική και το ήθος του Διαφωτισμού: «η ιστορική ενδεχομενικότητα, η αφηγηματική πολλαπλότητα, το ήθος της πόλεως».


Η πολιτική ορθότητα


Στο πλαίσιο του ίδιου προβληματισμού ο συγγραφέας αναφέρεται επίσης εκτενώς στα χαρακτηριστικά της πολυπολιτισμικής διεύρυνσης που τα τελευταία χρόνια επιχειρείται στη Δύση. Η εξέλιξη είναι αναμφισβήτητη, όμως συνυπάρχει με γεγονότα αντίρροπα, αν όχι ευθέως αντιφατικά. Η πολιτισμική «αποαποικιοποίηση» συνυπάρχει, λ.χ., με νέες αποικιοποιήσεις σε «άλλες περιοχές»· ο νέος λόγος περί του Αλλου διαφέρει από τον προκάτοχό του, εξακολουθεί όμως να διάκειται υποτιμητικά προς έκκεντρες ιδιαιτερότητες προσδίδοντάς τους ένα καθεστώς «περιθωριακό και έλασσον». Τα παραδείγματα μπορούν να πολλαπλασιαστούν κατά βούληση, όμως βασικό συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουν είναι ότι οι κοινωνικά ευαισθητοποιημένοι διανοούμενοι οφείλουν να γρηγορούν. Αν, όπως ισχυρίζεται ο Γουργουρής, η «πολιτική ορθότητα» κατάντησε στις ημέρες μας να γίνει, από ανατρεπτική ειρωνεία, η πιο θετικιστική ατάκα στο πλαίσιο του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, τότε οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι προφανώς πολύ μεγαλύτερες από ό,τι φανταζόμαστε.


Ο κ. Σεραφείμ Ι. Σεφεριάδης είναι επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Visiting Fellow στο Πανεπιστήμιο του Cambridge (Clare Hall) και Γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης.