Η Ρίτσι Ταγιάνι, ιταλικό ψευδώνυμο της Γερμανίδας Ερικα Σορφχάιντε, ήξερε τη Μαρία Κάλλας από τους δίσκους που άκουγε με πάθος η μητέρα της. Αλλά η συστηματική ενασχόληση μαζί της άρχισε πριν από περίπου έξι χρόνια, όταν έκανε διακοπές στη Νάπολι με την αδελφή της και διάβασε μία βιογραφία της θρυλικής υψιφώνου. Αισθάνθηκε αμέσως εκλεκτικές συγγένειες και παραλληλίες: τα πρώτα χρόνια της Κάλλας στην Ιταλία, όπου πάλεψε για την αναγνώριση χωρίς στην αρχή να έχει φίλους, αυτή η ευτυχία της επιτυχίας διάσπαρτη με στιγμές δυστυχίας, αργότερα ο έρωτας με τον Ελληνα, οι δυσκολίες της 35χρονης Κάλλας, όταν η φωνή της άρχισε να σπάζει και η επιτυχία ξαφνικά δεν ήταν τόσο αυτονόητη. Τηρουμένων των αναλογιών όλα αυτά ήταν και στοιχεία της ζωής της Ρίτσι Ταγιάνι. Και η αδελφή της έκανε μία εντυπωσιακή ανακάλυψη: το ανέκδοτο αρχείο του φωτογράφου Αντόνιο Ρουτζέρι που είχε απαθανατίσει το 1957 τις διακοπές τους ζεύγους Μενεγκίνι – Κάλλας στην Ισκια. Ετσι άρχισε η συγκέντρωση του φωτογραφικού υλικού που κατέληξε στην έκδοση του λευκώματος «Η κρουαζιέρα ’59. Βιογραφία ενός ταξιδιού» για την τριακοστή επέτειο από τον θάνατο της Κάλλας.


Το ανθρώπινο δράμα


Το βιβλίο εξιστορεί με κείμενα και φωτογραφίες μια σημαντική στιγμή στη ζωή της Κάλλας: την κρουαζιέρα σε Ιταλία και Ελλάδα με τη θαλαμηγό «Χριστίνα» η οποία ξεκίνησε από το Μονακό τη νύχτα της 22ας προς 23η Ιουλίου 1959 και ολοκληρώθηκε στις 13 Αυγούστου. Ηταν η κρουαζιέρα-ορόσημο για τη διάλυση του γάμου με τον Τίτα, τον σύζυγο και ιμπρεσάριό της Μπατίστα Μενεγκίνι, και την έναρξη της σχέσης με τον Αρη, τον εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση. «Αυτό που με συγκίνησε» μας είπε η Ταγιάνι «είναι το ανθρώπινο δράμα. Σαν η Κάλλας να έπρεπε να πάρει κατά τη διάρκεια αυτής της κρουαζιέρας μια απόφαση, σαν να βρισκόταν σε ένα σταυροδρόμι: να ακολουθήσει το πάθος ή το άστρο που φώτιζε τη συνείδησή της. Και τελικά προτίμησε τον δρόμο του αγνώστου, στο πλευρό ενός ανθρώπου που της ταίριαζε ως ιδιοσυγκρασία. Τον προτίμησε παρά τις προειδοποιήσεις κάποιων ότι θα απογοητευόταν. Θέλησε να δοκιμάσει το άγνωστο». Οι βασικοί σταθμοί της βαθμιαίας παράδοσης στο σαγηνευτικό άγνωστο: Πορτοφίνο, Κάπρι, Ισκια, Δελφοί, Σούνιο, Επίδαυρος, Σαντορίνη, Ρόδος, Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη.


Οι τζέντλεμεν παπαράτσι


Η γνωριμία της Κάλλας με τον Ωνάση το 1957 στο βενετσιάνικο μπαλ μασκέ της βασίλισσας των κοσμικών στηλών και προξενήτρας διασημοτήτων Ελσα Μάξγουελ και η μοιραία κρουαζιέρα του 1959 έχουν τεκμηριωθεί και από άλλους. Το ενδιαφέρον στο βιβλίο της Ταγιάνι είναι το ετερόκλητο, συχνά ανέκδοτο και πρώτη φορά συγκεντρωμένο φωτογραφικό υλικό καθώς και ο διακριτικός υπομνηματισμός του. Οι επιφανείς ήρωες είναι τα μεγάλα ονόματα του τζετ σετ που επιβαίνουν της «Χριστίνας», με πρώτον βέβαια τον Γουίνστον Τσόρτσιλ και τη σύζυγό του λαίδη Κλημεντίνη. Οι αφανείς ήρωες είναι οι «τζέντλεμεν παπαράτσι» της δεκαετίας του ’50 όπως τους αποκαλεί η Ρίτσι Ταγιάνι, ο Εντουαρντ Κουίν στο Μονακό, ο Πάολο Λεόνι στο Πορτοφίνο, ο Αντόνιο Ρουτζέρι στην Ισκια, ο Αρά Γκιουλέρ στην Κωνσταντινούπολη: «Προσέξτε αυτές τις φωτογραφίες στο ξενοδοχείο «Σπόρτινγκ» στην Ισκια. Δείχνουν μια ιδιωτική πλευρά τής κατά τα άλλα απροσπέλαστης Κάλλας και έχουν τραβηχτεί με τη συγκατάθεσή της. Θυμίζουν στιγμιότυπα από τη ζωή ενός κοριτσιού που χαίρεται τις διακοπές του. Είναι φωτογραφίες σαν αυτές που βλέπουμε σε κάθε οικογενειακό άλμπουμ. Ολο το φωτογραφικό υλικό που συγκέντρωσα για την κρουαζιέρα είναι σαν να βγαίνει από άλμπουμ διακοπών. Εξω από το συνηθισμένο περιβάλλον τους οι διασημότητες της δεκαετίας του ’50 μετατρέπονται ξαφνικά σε μορφές της καθημερινότητας».


Οι ελληνικοί σταθμοί


Ο δεσμός της Κάλλας με τον Ωνάση επικυρώνεται κατά κάποιον τρόπο στους ελληνικούς σταθμούς της κρουαζιέρας. Το υπαινίσσεται το μόνιμα κατσουφιασμένο ύφος του Τίτα, το δηλώνει ο τρόπος με τον οποίο ο Αρης κρατά το χέρι της Μαρίας στις κερκίδες της Επιδαύρου. Την 1η Αυγούστου η θαλαμηγός «Χριστίνα» φθάνει στη Ρόδο. Οι ταξιδιώτες χαίρονται το άπλετο φως, αλλά το γιατί το προηγούμενο βράδυ η Κάλλας με τον Ωνάση δείπνησαν μόνοι τους στο κατάστρωμα παραμένει σκοτεινό. Οι δυο τους ξεφεύγουν και πετιούνται σε μια νησίδα στον Βόσπορο, όταν η ομάδα ξεναγείται στην Κωνσταντινούπολη. Κατά την επίσκεψη στο Πατριαρχείο ο Αθηναγόρας προσφωνεί τους δύο με τρόπο που αναγκάζει τον Μενεγκίνι από διαίσθηση να αναφωνήσει: «Μα, είναι ήδη παντρεμένη!». Και τέλος στη Γλυφάδα μετά το αποχαιρετιστήριο πάρτι ο Μενεγκίνι γυρίζει στο πλοίο στις 4 τα χαράματα. Η Κάλλας συνεχίζει το γλέντι. «Je veux vivre» μοιάζει να τραγουδά σε όλο αυτό το ταξίδι, όπως η Ιουλιέτα στην όπερα του Γκουνό. Εδώ τελειώνει το φωτογραφικό ρεπορτάζ και το βιβλίο, στο οποίο παρακολουθήσαμε τη μεταμόρφωση του ασχημόπαπου σε κύκνο. Η συνέχεια είναι γνωστή: ο δεσμός που δεν οδήγησε στον γάμο, η άλλη γυναίκα στο πλευρό του Ωνάση, η καριέρα που τελείωσε, ο θάνατος στο Παρίσι πριν από τριάντα χρόνια. «Επειτα από 30 χρόνια» μας είπε η Ταγιάνι «ξαναβρέθηκα πρόπερσι στην Αίγινα και προσπάθησα να μάθω γιατί η Μαρία Κάλλας θέλησε να σκορπιστεί η τέφρα της έξω από το νησί. Ηθελα να ρωτήσω τον καπετάνιο του φέρι μποτ από τον Πειραιά για την Αίγινα να μου πει τις συντεταγμένες του σημείου, αλλά δεν βρήκα κανέναν στη γέφυρα. Το σημείο είναι γνωστό, αλλά κανείς δεν μπόρεσε να μου πει γιατί η Κάλλας το επέλεξε».


Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Deutsche Welle.