Πριν από δέκα χρόνια, μια βροχερή ημέρα στις Βρυξέλλες, η Ζυράννα Ζατέλη σε συνέντευξή της αποκαλούσε εαυτήν λύκαινα. Γιατί όχι τότε και λούπα, όπως θα παρατηρούσε κι ένας επιφανής λόγιος της γενέτειράς της, ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, κι αυτός θιασώτης των θρύλων και των παραδόσεων, καίτοι Βυζαντινός του 12ου αιώνα. Μάλιστα, στις κατάφορτες γλωσσικών και αλληγορικών παρατηρήσεων «Παρεκβολές» του στην ομηρική Οδύσσεια, όπου παντρεύει την ελληνική με τη λατινική γραμματεία, συμπληρώνει πως οι Ελληνες της Ιταλίας, αστειευόμενοι, αποκαλούσαν λούπες και τις εταίρες. Λούπα ονομάζει την καινούργια ηρωίδα του ο Φ. Θαλασσινός, πλάθοντας στο ομότιτλο διήγημά του το πρώτο – από όσο γνωρίζουμε – μυθιστορηματικό προσωπείο της Ζατέλη, που στάθηκε εξαρχής η λογοτεχνική μούσα του. Μακράν της Λούπα του Τζιοβάνι Βέργκα, με την οποία μπορεί να συγγενεύουν ηρωίδες-λύκαινες της Ζατέλη. Οταν το άστρο της Ζατέλη ανέτειλε το 1993, με την έκδοση του πρώτου της μυθιστορήματος, Και με το φως του λύκου επανέρχονται, ανεξάρτητα αν δέκα σχεδόν χρόνια νωρίτερα είχε εκδώσει μερικά εξαίρετα διηγήματα, ο Θαλασσινός ήταν ένας έφηβος που αναζητούσε ινδάλματα και πρότυπα.


Οπότε το ζατελικό σύμπαν τον ρούφηξε εντός του και η συγγραφέας έγινε ο σαμάνος του στον άλλο κόσμο της Τέχνης, όπως δηλώνει ποιητικά στο μότο του βιβλίου του. Αυτή τη μοναδική εμπειρία ζητεί να αποτυπώσει, με τρόπο κρυπτικό, στο ομότιτλο της συλλογής διήγημά του, μεταμφιέζοντας τα πρόσωπα και μυθοποιώντας τα συμβάντα. Γι’ αυτό και η Λούπα δεν παρουσιάζεται ως συγγραφέας αλλά ως διακεκριμένη ζωγράφος· η μόνη ζωντανή και Ελληνίδα στο πάνθεον των μεγάλων και αλλοεθνών νεκρών. Μέσα από την περιγραφή της Λούπα, προβάλλει η Ζατέλη ή, μάλλον ακριβέστερα, η Ζατέλη όπως τη θέλει ο μύθος που έχει δημιουργηθεί γύρω από την εμφάνισή της, τον τρόπο που περπατάει, κοιτάζει και σιωπά. Με εικόνες από τα μυθιστορήματά της συνθέτει ο αφηγητής τους πίνακες της ζωγράφου, πλαταίνοντας τα τοπία με τα συναισθήματα που τον συγκλονίζουν.


Διαμεσολαβητής στη γνωριμία ζωγράφου και αφηγητή, ένας γκαλερίστας, που θα μπορούσε να αντιστοιχεί, μεταφερόμενος στον λογοτεχνικό χώρο, στον πρώτο εκδότη της Ζατέλη, που έγινε, στη συνέχεια, και μέντορας του συγγραφέα, όπως αποκαλύπτει εν μέρει και η αφιέρωση του βιβλίου. Τον εκδότη εκείνου του πρώτου βιβλίου της με το θελκτικό εξώφυλλο, που αποτέλεσε, τρόπον τινά, τον θεμέλιο λίθο του μύθου της.


Το διήγημα καταλήγει με τον αφηγητή να εισχωρεί στο άβατο της μούσας του. Μια όαση που τον μαγεύει και μένει για πάντα εκεί. Το τέλος ταιριάζει στον παραμυθικό τρόπο της διήγησης, ωστόσο ο κίνδυνος για τον συγγραφέα ήταν υπαρκτός. Ως λούπα η Ζατέλη μπορούσε να τον καταβροχθίσει. Αν ο Θαλασσινός διέφυγε της απειλής, το οφείλει στους δικούς του δαίμονες. Αυτούς που, στα δύο πρώτα βιβλία του, προσπαθεί να εξορκίσει, συνομιλώντας με τους καταραμένους ποιητές, τον Ρεμπώ και τον Πόε, προπαντός τον Λοτρεαμόν, που κυριαρχεί στην προηγούμενη συλλογή διηγημάτων, όπως δηλώνει και ο τίτλος της, Ο θάνατος του κόμη του Λοτρεαμόν. Στο πρόσφατο βιβλίο γίνεται τολμηρότερος, παρουσιάζοντας τον παρεκκλίνοντα ερωτισμό ενός φιλήδονου αφηγητή. Αναρχος ο αφηγηματικός τρόπος, παραθέτει συναπαντήματα με παράξενες υπάρξεις ανακατεμένα με φαντασιώσεις. Οταν ο συγγραφέας προσπαθεί να δημιουργήσει λογική αλληλουχία δείχνει αδέξιος. Λ.χ., στο πρώτο διήγημα του βιβλίου, η νυχτερινή επίσκεψη στο νεκροταφείο με έναν νεκρόφιλο συνοδό θα μπορούσε να αυτονομηθεί από την περιπεπλεγμένη ιστορία του σαλού του νησιού, που με τη σειρά της θα κέρδιζε χωρίς το οικολογικό μήνυμα για τις βλαπτικές συνέπειες της αλιείας με δυναμίτη. Γενικότερα, το προσωπείο ενός αφηγητή λογοκρατούμενου και κοινωνικά ευαισθητοποιημένου φαίνεται παράταιρο. Πειστικότερος ο αφηγητής που βασανίζεται από τα πάθη του, αν και όταν εγκαταλείπει τον κυνισμό του και κλαυθμυρίζει για τα σεξουαλικά του αδιέξοδα ηχεί μάλλον στομφώδης.


Σε αντίθεση, ευτυχούν όσα διηγήματα πλάθουν οργιαστικούς μύθους, με επανερχόμενα θέματα, την ερωτική πληθώρα, την έλξη της παρενδυσίας ή ακόμη μια υφέρπουσα θανατολαγνεία. Ερμαφρόδιτοι και ρυπαροί άστεγοι οι σύντροφοι του αφηγητή, μόλις που σκιτσάρονται με την αύρα του χαρισματικού. Ενώ καθοριστικά αποβαίνουν δύο δάνεια από το ζατελικό σύμπαν, το μεταφυσικό στοιχείο, και η κυρίαρχη παρουσία των ζώων, με προτίμηση στις γάτες και τους σκαραβαίους. Μάλιστα, ο συγγραφέας υπόσχεται ένα μελλοντικό βιβλίο μόνο για ζώα. Εν τέλει, όχι και τόσο μελλοντικό, αφού ήδη στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «να ένα μήλο» έσκασε μύτη το πρώτο διήγημα της καινούργιας συλλογής, κι ας προτρέπει η λογοτεχνική μούσα του σε μακροχρόνια κυοφορία.