«Παίρνω κάθε ημέρα πρωινό με τον Χαρίτο και συζητάμε τα επόμενα βήματά του. Στη συνέχεια αυτός κάθεται στο κομπιούτερ και τα γράφει». Αυτό διηγείται ο Πέτρος Μάρκαρης στο γερμανικό κοινό του, υπό τη σκιά του επιβλητικού ναού του Αγίου Θωμά στη Λειψία, μέσα στο «Cafe Concerto», κάτω από μια μεγάλη λάμπα που με το δυνατό φως της διαλύει το πρόσωπό του αλλά μεγεθύνει υπερβολικά το στόμα και το μειδίαμά του. Μια γερμανική εφημερίδα ανακήρυξε τον Κώστα Χαρίτο τον καλύτερο αστυνόμο αυτής της άνοιξης και ο Μάρκαρης διαβάζει για πρώτη φορά από τη φρεσκοτυπωμένη γερμανική μετάφραση του βιβλίου του Ο βασικός μέτοχος. Ο καλός εκδοτικός οίκος της Ζυρίχης Diogenes έχει ξετρελαθεί με τα δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα που πουλάει ο Μάρκαρης και του ετοιμάζει περιοδεία στη Γερμανία μέσα στον Απρίλιο. Είναι το πέμπτο αστυνομικό του που κυκλοφορεί στα γερμανικά και το καλύτερο βήμα για την παρθενική παρουσίασή του είναι η τετραήμερη Εκθεση Βιβλίου της Λειψίας, που ολοκληρώθηκε την περασμένη Κυριακή, εκεί όπου οι γερμανικοί εκδοτικοί οίκοι διαφημίζουν την ανοιξιάτικη παραγωγή τους. «Ενας ξένος συγγραφέας στο εξωτερικό» μας λέει ο Μάρκαρης «χρειάζεται τρία πράγματα: καλό μεταφραστή, καλό οίκο και τύχη».


Οι χειρισμοί της διαδόχου


Επί δεκαετίες ο καλύτερος οίκος της Γερμανίας για τη λογοτεχνία και τη διανόηση ήταν ο Suhrkamp. Μετά τον θάνατο του ιστορικού εκδότη Siegfried Unseld το ολύμπιο οικοδόμημα του οίκου κλυδωνίζεται στο στερέωμα λόγω των χειρισμών της διαδόχου, της ωραίας συζύγου και κληρονόμου του Ulla Berkewicz. Επί γης τα σκήπτρα φαίνεται να διεκδικεί ο οίκος Hanser του Μονάχου υπό τη διεύθυνση του ποιητή Michael Krüger, που ανακηρύχθηκε ο καλύτερος οίκος του 2006. Ο Suhrkamp εκπροσωπεί την παράδοση, ο Hanser τη λογοτεχνία ως σημερινό τρόπο ζωής. Ο Hanser εφέτος στη Λειψία επιφύλασσε και το κρυφό ελληνικό ατού: μια επιλογή ποιημάτων του Χάρη Βλαβιανού στα γερμανικά με τίτλο Μετά το τέλος της ομορφιάς, το πέμπτο κατά σειρά βιβλίο μιας νέας σειράς που ξεκίνησε το φθινόπωρο με σκοπό να παρουσιάσει εξαιρετικές ποιητικές επιδόσεις Γερμανών και ξένων. Και είναι αυτό το κρυφό ατού επειδή η ποίηση αποκλείεται να πουλήσει ποτέ δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα, επειδή η προβολή ενός ξένου ποιητή είναι κατά συνέπεια ανεξάρτητη από τους υπολογισμούς του Μαμμωνά. Ανεξάρτητα τώρα από την τιτανομαχία των δύο μεγάλων οίκων, στη Γερμανία υπάρχουν πάμπολλοι μικρότεροι αλλά επίσης αξιόλογοι. Π.χ., ο οίκος Stroemfeld της Φραγκφούρτης: στην Εκθεση Βιβλίου της Λειψίας τιμήθηκε με το βραβείο Kurt Wolff που απονέμεται σε ανεξάρτητους οίκους με θαρραλέες επιλογές. Ο Stroemfeld εξέδωσε πριν από μερικούς μήνες σε δίγλωσση έκδοση με τίτλο Systema Naturae κοσμολογικά ποιήματα του sui generis Ιάσωνα Δεπούντη, που γεννήθηκε το 1919 στην Κέρκυρα και ζει σήμερα στην Ελβετία.


Η Διεθνής Εκθεση Βιβλίου της Φραγκφούρτης κάθε φθινόπωρο είναι αυστηρά επαγγελματική και κατά συνέπεια κάπως απωθητική για το μεγάλο κοινό, που μπορεί να την επισκεφθεί μόνο το τελευταίο διήμερο. Το ζητούμενο στη Φραγκφούρτη είναι η αγοραπωλησία δικαιωμάτων. Η Εκθεση της Λειψίας, αντίθετα, είναι ανοιχτή στο κοινό, κατακλύζεται από σχολεία και απλούς ανθρώπους που θέλουν να συγχρωτισθούν με βιβλία και συγγραφείς. Είναι πολύχρωμη, ανάλαφρη, κοινωνική. Γι’ αυτό και προσελκύει όλο και περισσότερους συγγραφείς. Εφέτος στη Λειψία διεκδίκησαν τη ζωντανή επαφή με το κοινό πολλοί νέοι λογοτέχνες. Αλλά ήρθαν και οι μεγάλοι γέροντες, και μάλιστα με ποίηση. Ο Μάρτιν Βάλζερ, που γιόρτασε στη Λειψία τα ογδοηκοστά του γενέθλια, απήγγειλε σύντομες μπαλάντες από το καινούργιο βιβλίο του με τίτλο Το γδαρμένο ζώο, ήτοι πάθη της ανθρώπινης ψυχής. Αλλά και ο έτερος μεγάλος της γερμανικής πεζογραφίας, ο νομπελίστας Γκύντερ Γκρας, ήρθε με ποιήματα στη Λειψία. Το καινούργιο βιβλίο του λέγεται Ο κουφιοκεφαλάκης, μια σειρά δηκτικών, στριγκών ποιημάτων με τα οποία κατακεραυνώνει τους επικριτές του, όλους όσοι στηλίτευσαν τη μακρά σιωπή του γι’ αυτό που αποκάλυψε για πρώτη φορά στα απομνημονεύματά του το περασμένο φθινόπωρο: ότι στα δεκαεπτά του υπήρξε μέλος των SS.


Αθόρυβοι σκαπανείς


Υπάρχει χώρος στη Λειψία και για χαμηλότερες, άγνωστες ακόμη φωνές από άλλες χώρες; Ναι, υπάρχει το φόρουμ «Μικρές γλώσσες – Μεγάλες λογοτεχνίες» που οργανώθηκε εφέτος για πέμπτη συνεχή φορά με τη συμμετοχή συγγραφέων από 13 χώρες, από τη Σλοβακία και τη Σλοβενία ως την Ελλάδα και την Κύπρο. Τις ελληνικές επιλογές του φόρουμ δεν υπογράφουν αυτή τη φορά οι μεγαλεπήβολοι αλλά οι αθόρυβοι σκαπανείς: ο Κώστας Κοσμάς από το Ελληνικό Ιδρυμα Πολιτισμού και η Γιώργα Σολομώντος από την Κυπριακή Πρεσβεία. Ενας μαραθώνιος αναγνώσεων λοιπόν με ωραίες εκπλήξεις. Στο βήμα του Μουσείου Γκράσι ανεβαίνει αβέβαια η Γιάννα Αναστοπούλου για να διαβάσει μερικά από τα ελαφρώς σκωπτικά και δεόντως τρυφερά κείμενα που συνήθως κοινοποιεί μόνο στο blog της υπογράφοντας ως «Κουρούνα». Δεν έχει ξεκαθαρίσει ακόμη μέσα της αν το εννοούν σοβαρά αυτοί που την κάλεσαν. Δεν ξέρει ότι και στο άλικο φλωρεντινό πιάνο του 1726 με τις διακοσμήσεις, στη διπλανή αίθουσα του μουσείου, μια κουρούνα ισορροπεί θαυμάσια πάνω από μια χρυσή βάτο.


Στο ίδιο βήμα ανεβαίνει και η Κύπρια Ζέλεια Γρηγορίου, λικνιζόμενη νομίζεις μέσα σε «γυάλινα γοβάκια», όπως ακριβώς στα ποιήματά της. Μιλάει για «ζούδια που μπαινοβγαίνουν στις σιδερένιες σχάρες του δρόμου κρατώντας κίτρινα ομπρελίνα» και «όντα του βυθού που κυκλοφορούν με τιάρες και σιωπηλές κινήσεις στα χείλη», παγωμένα στιγμιότυπα γύρω από τα οποία διακλαδώνεται η ποίησή της. Στο φόρουμ, τέλος, διαβάζει και η Χριστιάνα Αβραμίδου ποιήματα ενός άλλοτε βίαιου και άλλοτε μελαγχολικού ερωτισμού. «Μερικές φορές» μας λέει «νιώθω πως δεν ανήκω στην κυπριακή οικογένεια, δεν μπορώ να ζήσω τον πόνο της μάνας που έχασε το παιδί της στον πόλεμο. Αισθάνομαι μικρή μπροστά σ’ αυτά. Μπορεί η θεματολογία μου να είναι πιο ασήμαντη αλλά ίσως εκπροσωπώ μια νέα γενιά που έχει ζήσει ένα άλλο είδος πόνου και μοναξιάς». Ωραία ανοίγματα του μικρού μας κόσμου στη Λειψία.


Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Deutsche Welle.