Ευάριθμες οι βιογραφίες του Χέρμπερτ φον Κάραγιαν. Ατέλειωτες οι κάθε είδους αναφορές, άρθρα, κριτικές, συνεντεύξεις, εκπομπές, ταινίες κ.ά. Ολες όμως οι δημοσιεύσεις δεν ανθίστανται, λιγότερο ή περισσότερο, στον πειρασμό των περιγραφών της φανταχτερής κοσμικής του ζωής: σπορ αυτοκίνητα, τζετ (με πιλότο τον ίδιο), ελικόπτερα, κότερο 50 τόνων, 4 σπίτια, τεράστια περιουσία, ρεκόρ σε χιονοδρομικές καταβάσεις, (τρίτη) σύζυγος μανεκέν, μουσική και σκηνοθετική ηγεμονία στο Βερολίνο, στη Βιέννη, στο Μιλάνο, στο Σάλτσμπουργκ (3 φορές τον χρόνο), συνεχείς ηχογραφήσεις (πάνω από 800! Τις συμφωνίες του Μπετόβεν θα τις αποτυπώσει 5 φορές). Σήμερα, 17 χρόνια μετά τον θάνατό του, οι εφήμερες κοσμικές περιγραφές αρχίζουν να περνούν στη λήθη και να δίνουν τη θέση τους σε μια αντικειμενική αποτίμηση του τεράστιου έργου του. Τι είχε προβλέψει το 1939 ο επιφανής Ιταλός Βίκτορ ντε Σάμπατα για τον φιλόδοξο συνάδελφό του: «Σκεφτείτε τα λόγια μου. Αυτός ο άνθρωπος θα θέσει τη σφραγίδα του στη μουσική ζωή στο επόμενο τέταρτο του αιώνα». Η πρόβλεψη θα επαληθευθεί όχι μόνο για ολόκληρο το επόμενο τέταρτο αλλά για το ήμισυ του 20ού αιώνα, έστω και αν για τους μεν ήταν τότε ο κατεξοχήν τέλειος, χαρισματικός και αξεπέραστος μαέστρος, για τους δε ένας ρηχός, φιλάρεσκος και πολυπράγμων εστέτ για τα έργα του ρεπερτορίου. Πάντως το τότε σκωπτικό ευφυολόγημα ότι ο Κάραγιαν ήταν ένας πρώτης κατηγορίας μαέστρος για δεύτερης κατηγορίας μουσική ακυρώνεται από τις αναδημιουργίες αναφοράς των ογκόλιθων του Βέρντι και του Βάγκνερ.


Μια πολύ πρόσφατη έκδοση έρχεται να κρίνει την προσωπικότητα και τη μουσική σταδιοδρομία του παιδιού-θαύματος του Σάλτσμπουργκ, γενέτειρα και του Μότσαρτ. Ο μουσικολόγος και μουσικοκριτικός Πέτερ Ιλινγκ στο έργο του «Κάραγιαν, μια βιογραφία» δεν φιλοδοξεί να παρουσιάσει άγνωστα βιογραφικά στοιχεία ούτε να αποτυπώσει νέες απόψεις πάνω σε γνωστά γεγονότα. Η άμεση εκδοτική επιτυχία του βιβλίου οφείλεται στην προσέγγιση του μαέστρου μέσω της συγκριτικής αντιπαράθεσης των κατά καιρούς μουσικών ερμηνειών του με τις χρονικά αντίστοιχες άλλων κορυφαίων της μπαγκέτας και ειδικότερα των ισχυρών ανταγωνιστών Φουρτβένγκλερ, Τοσκανίνι, Κνάπερτσμπους ή Σόλτι. Ο συγγραφέας αποδεικνύει λεπτομερώς ότι σε σύγκριση με τις αντιλήψεις αυτών των «κλασικών» μαέστρων «παλαιάς σχολής», οι ηχογραφήσεις του Κάραγιαν παρουσιάζουν μια εκπληκτική πρόοδο, καθώς συνδύαζε την ακρίβεια του Τοσκανίνι με το βάθος του Φουρτβένγκλερ. Το μεσουράνημα του Κάραγιαν συμπίπτει με το μεταπολεμικό γερμανικό οικονομικό θαύμα. Οπως αυτό χαρακτηρίζεται από πολλές αντιφάσεις, έτσι και οι αντιφάσεις δεν λείπουν από τον βίο και την πολιτεία του Κάραγιαν. Ολες οι εφημερίδες ασχολούνταν διαρκώς με την ιλιγγιώδη κοσμική του ζωή, αν και ήταν γνωστή η αποστροφή του για κοινωνικές εκδηλώσεις. ‘Η, ενώ, αντίθετα από τον Μητρόπουλο, δεν καλλιεργούσε καμιά φιλική επαφή με τους μουσικούς του, θα τους έστελνε τους καλύτερους γιατρούς όταν ασθενούσαν.


Ο μαέστρος θα εκπροσωπήσει το όλο κλίμα μιας εποχής της ευφορίας, της ευμάρειας, της κατανάλωσης ή του τουρισμού. Οι άνθρωποι μετά τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου θέλουν να ζήσουν τη ζωή τους. Συνάμα θα προσβλέψουν στην «αστική» μουσική του Χάιντν και του Μπραμς, του Μπετόβεν και του Βάγκνερ ως εχέγγυα σταθερότητας. Τώρα το φιλόμουσο κοινό δεν στοχάζεται αλλά καταναλώνει. Εξάλλου η τεράστια εισβολή της τεχνικής στην καθημερινή ζωή πρόβαλλε έντονα τις έννοιες της τελειότητας και της ακρίβειας. Αυτές ακριβώς χαρακτηρίζουν και τις «αεροδυναμικές» εκτελέσεις του Κάραγιαν, ο οποίος θεωρούσε την τελειότητα ως την ύψιστη αισθητική αρχή για να κατηγορηθεί ή να επαινεθεί για τη «στιλπνότητα» των ερμηνειών του. Ο αφορισμός του Αντόρνο «ο μαέστρος του οικονομικού θαύματος» μπορεί να ακούγεται λίγο προκλητικός, αλλά δεν παύει να αποδίδει μια αναμφισβήτητη εικόνα της τότε εποχής, όταν η Γερμανία και η Αυστρία μεταμορφώνονται σε σύγχρονα βιομηχανικά, τεχνοκρατικά και καταναλωτικά κράτη. Τη χρονιά που ο Κάραγιαν φεύγει, πέφτει και το Τείχος του Βερολίνου. Στον νέο κόσμο μιας ενωμένης Γερμανίας, ο μαέστρος με τις ιδιορρυθμίες και τον αυταρχισμό του θα έμοιαζε με απολίθωμα. Τη σκυτάλη στη φημισμένη Φιλαρμονική του Βερολίνου θα πάρει ο μαθητής του Κλάουντιο Αμπάντο, ο οποίος με τη σειρά του θα σφραγίσει τη μετά Κάραγιαν δεκαπενταετία. Εν τω μεταξύ την αντίληψη της μουσικής απόδοσης του Κάραγιαν θα διαδεχθούν οι καινοτομίες ενός νεαρού τσελίστα που είχε προσλάβει ο Κάραγιαν στη Βιέννη και που στη συνέχεια εξελίχθηκε στον πολυσυζητημένο νεωτεριστή των τελευταίων ετών, τον Νικολάους Χάρνονκουρτ.


Ο κ. Γιάννης Μ. Μιχαήλ είναι αρχιτέκτων-πολεοδόμος, παραγωγός του Γ´ Προγράμματος της ΕΡΑ.