Πράσινα φορέματα, άλικες εσάρπες, ροζ καπελίνα και πόδια αμάθητα, στραμπουλισμένα, καθώς πασχίζουν να ισορροπήσουν πάνω στις ψηλές γόβες όπου τα στρίμωξαν σήμερα. Χωριάτικος γάμος αυτό το ζεστό απομεσήμερο, πρώτο Σάββατο του Ιουνίου, στο ξενοδοχείο «Βασίλισσα Ισαβέλα» στην Αβιλα της Ισπανίας. Στη σκιά των χρωμάτων, σε ένα τραπεζάκι έχει συγκεντρωθεί και μια συντροφιά άσχετη με τη γαμήλια τελετή. Ο αυστριακός συγγραφέας Πέτερ Χάντκε έχει καλέσει τους έξι μεταφραστές του τελευταίου μεγάλου έργου του, που κυκλοφόρησε το 2002, για να τους ξεναγήσει στο ορεινό τοπίο της Σιέρα δε Γκρέδος. Το αργόσυρτο αντιμυθιστόρημα «Οι χαμένες εικόνες», που θα κυκλοφορήσει με καθυστέρηση και στα ελληνικά τον Νοέμβριο, εκτυλίσσεται στην κοντινή αυτή οροσειρά. Μια πλούσια τραπεζίτισσα θα διαβεί το βουνό για να συναντήσει τον ιδανικό συγγραφέα που θα εξιστορήσει τη ζωή της. Το βιβλίο τελειώνει με τη συνάντησή τους, οπότε η ίδια η διάβαση του επίφοβου βουνού αναδεικνύεται μια αντισυμβατική βιογραφία. Ο Πέτερ Χάντκε τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο Ζίγκφριντ Ούνζελντ που ο εκδοτικός οίκος Ζούρκαμπ θέσπισε το 2002 στη μνήμη του ιστορικού ιδρυτή του. Και αποφάσισε να μοιραστεί το οικονομικό έπαθλο με τους μεταφραστές αυτού του ιδιότυπου roman fleuve, που αμφισβητεί τον τρέχοντα ρεαλισμό της λογοτεχνίας υπονομεύοντάς τον με την επική έξαρση των πιο απέριττων πραγμάτων της καθημερινότητας.


Τα βουνά της Σιέρα δε Γκρέδος και οι ενδιάμεσες κοιλάδες είναι αυτές τις πρώτες ημέρες του καλοκαιριού συναρπαστικά: ατέλειωτες εκτάσεις με κατάφορτες κερασιές σπαρμένες πάνω σε τάπητες λεβάντας, βαλανιδιές που ξεπετάγονται μέσα από πυκνές, χαμηλές φτέρες και ψηλά γρανιτένιες κοτρόνες, καλυμμένες με πρασινωπές λειχήνες, πνιγμένες μέσα σε κίτρινα, ολάνθιστα σκουπόχορτα. Αλίμονο σε όποιον αφεθεί στη γοητεία της οροσειράς: ο ισπανός μεταφραστής του βιβλίου, ο μειλίχιος γέροντας Εουστάκιο, χάθηκε κατά την οδοιπορία και ο συγγραφέας, αν και φίλος του βουνού, χρειάστηκε ώρες για να τον ανακαλύψει, τουλάχιστον πάντως σώο και αβλαβή. Και μετά, κάτω στην κοιλάδα, στην όχθη του ρίο Τόρμες, ο κάθε μεταφραστής μίλησε για τα προβλήματα της απόδοσης και διάβασε ένα σύντομο απόσπασμα στη γλώσσα του: ιταλικά, ελληνικά, σερβικά, πορτογαλικά, ισπανικά και γαλλικά. «Από τότε που γύρω στα 1990 έχασα την πατρίδα μου» είπε σε ένα σημείο ο σέρβος μεταφραστής Ζάρκο «το έργο του Χάντκε έγινε κυριολεκτικά η καινούργια μου πατρίδα». «H πραγματική λογοτεχνία δεν θορυβεί, είναι σαν τον πλημμυρισμένο Μισισιπή» είπε σε ένα άλλο σημείο ο συγγραφέας. «Το νερό μοιάζει ακίνητο αλλά ακούς ένα υποχθόνιο βουητό, είναι το ποτάμι που εξακολουθεί να ρέει αιώνια στην κοίτη του, κάτω από το επιφανειακό λίμνασμα». Ο Πέτερ Χάντκε μιλάει ευχαρίστως για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία και την πολιτική και ακόμη πιο ευχάριστα για τις γυναίκες και το άσπρο, ξηρό κρασί. Ενα μόνο ζήτημα αρνείται πεισματικά να θίξει στα ισπανικά υψίπεδα: το εφετινό λογοτεχνικό βραβείο Χάινε.


Το βραβείο Χάινε


Στη Γερμανία μαινόταν αυτές τις ημέρες μια δημόσια διαμάχη: Θα απονεμηθεί τελικά ή όχι στον Χάντκε ένα από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά βραβεία της χώρας, το βραβείο που δίνει ο δήμος του Ντύσελντορφ στη μνήμη του παλιού και μεγάλου τέκνου του, του ποιητή και δημοσιογράφου Χάινριχ Χάινε; H αρμόδια κριτική επιτροπή αποφάσισε στα τέλη Μαΐου να απονείμει το εφετινό βραβείο, που συνοδεύεται από οικονομικό έπαθλο ύψους 50.000 ευρώ, στον Πέτερ Χάντκε. Την επομένη κιόλας άρχισαν οι διαμαρτυρίες, με αποκορύφωμα τη δήλωση του δημοτικού συμβουλίου του Ντύσελντορφ ότι δεν επρόκειτο να εγκρίνει τη βράβευση, έστω και αν το καταστατικό περιφρουρεί και θεωρεί οριστική και αμετάκλητη την όποια επιλογή της κριτικής επιτροπής. Θα μπορούσε τουλάχιστον να μην εγκρίνει το παχυλό έπαθλο. Πέτρα του σκανδάλου: οι απόψεις του συγγραφέα για τον γιουγκοσλαβικό εμφύλιο και τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς, διατυπωμένες σε μια σειρά κειμένων τα τελευταία 15 χρόνια. Για τον ίδιο λόγο εξάλλου πρόσφατα η Comédie Française διέγραψε από το ρεπερτόριο του 2007 το ανέβασμα του θεατρικού έργου του «Το παιχνίδι των ερωτήσεων». Ο Χάντκε είχε καταγγείλει τη δαιμονοποίηση των Σέρβων ως μόνων υπευθύνων για τον εμφύλιο, δαιμονοποίηση που υπήρξε μία από τις βασικές προϋποθέσεις για να αποδεχθεί η κοινή γνώμη τη νατοϊκή επέμβαση. Γι’ αυτό και τα έντυπα που πρωτοστάτησαν τώρα στην εκστρατεία κατά της νέας βράβευσης του πολυβραβευμένου συγγραφέα ήταν αυτά που είχαν κυρίως διαμορφώσει την αντίληψη για την «αποκλειστική ενοχή» των Σέρβων: η «συντηρητική» εφημερίδα «Frankfurter Allgemeine Zeitung» και το «προοδευτικό» περιοδικό «Der Spiegel». Επί δύο εβδομάδες τα δημοσιεύματα για το θέμα υπήρξαν καταιγιστικά: οι μεν ζητούσαν να αφαιρεθεί ο κότινος από την κεφαλή του συγγραφέα που επί χρόνια δεν θεραπεύει το «πολιτικά ορθό», οι δε ότι του αρμόζει διπλός κότινος αφού, όπως ακριβώς και ο Χάινριχ Χάινε τον 19ο αιώνα, δεν σεβάστηκε την όποια δημόσια συναίνεση και προσπάθησε να δείξει ότι οι παγιωμένες «αλήθειες» και οι κοινά αποδεκτές «αντιλήψεις» είναι συχνά διάτρητες.


Πικνίκ στον Ρήνο


H έριδα είχε αρχίσει να παίρνει διαστάσεις υστερίας: δύο επιφανή μέλη της κριτικής επιτροπής παραιτήθηκαν, μέλη του δημοτικού συμβουλίου που συμμετείχαν, για να τηρείται το καταστατικό, στην επιτροπή δήλωσαν ότι δεν είχαν διαβάσει ποτέ ούτε σελίδα του Χάντκε, το δημοτικό συμβούλιο πρότεινε να οργανωθεί το καλοκαίρι πανεπιστημιακή ημερίδα στο Ντύσελντορφ κατά την οποία ο συγγραφέας να απολογηθεί για τις απόψεις του, υπέρ της βράβευσης του Χάντκε τάχθηκαν οι σκηνοθέτες Βιμ Βέντερς και Κλάους Πάιμαν και οι συγγραφείς Ελφρίντε Γέλινεκ και Μπότο Στράους, και ούτω καθ’ εξής. Μόνο εκ των υστέρων καταλάβαμε γιατί ο Πέτερ Χάντκε δεν ήθελε καμιά αναφορά στο θέμα κατά τη συνάντηση στην Ισπανία. Μία ημέρα πριν είχε στείλει επιστολή στον δήμαρχο του Ντύσελντορφ με την οποία παραιτούνταν από το εφετινό βραβείο Χάινε για να μην εκτίθεται άλλο ο ίδιος και το έργο του στη διαπόμπευση των όποιων κομματικών οργάνων. Και τον παρακαλούσε να αναβάλει επ’ αόριστον την αναμενόμενη για τις 22 Ιουνίου κρίσιμη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου για την έγκριση ή μη της βράβευσης στέλνοντας καλύτερα τους δημοτικούς άρχοντες για ένα πικνίκ στον Ρήνο. Την επομένη της δημοσίευσης αυτής της επιστολής στον Τύπο η «κρίση» εκτονώθηκε, οι πολιτιστικοί συντάκτες των μεγάλων εφημερίδων έγραψαν τα σχόλιά τους, αρκετά από αυτά με κάποιο μούδιασμα μετά την αιφνιδιαστική λύση του σκανδάλου, και η ροή των πραγμάτων πήρε πάλι τη συνηθισμένη ήρεμη φορά της. Οπως τα νερά του ποταμού Γκαργκάντα στην Εστρεμαδούρα αυτές τις πρώτες ημέρες του Ιουνίου. Μέσα στο καταλάγιασμα ακούστηκε μονάχα μια ανακοίνωση της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Βερολίνου που τον Αύγουστο θα οργανώσει με αφορμή την περίπτωση Χάντκε δημόσια συζήτηση για τον ρόλο του «πολιτικοποιημένου καλλιτέχνη» στην κοινωνία. Ακούστηκε λίγο σαν εκείνο το διαπεραστικό αλλά σύντομο κροτάλισμα του πελαργού στο καμπαναριό του μοναστηριού Σαν Χερόνιμο δε Γιούστε, στις όχθες του νωθρού ποταμού Γκαργκάντα.


Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Deutsche Welle.