Ο Γιάννης Ευσταθιάδης, ρέκτης των γεύσεων και της μουσικής, έχοντας υπηρετήσει την ποίηση και το δοκίμιο, απέκτησε το χάρισμα της μινιμαλιστικής γραφής. Σ’ αυτό τον βοήθησε και η διακονία του στο χώρο της διαφήμισης. Με το βιβλίο του Δωμάτιο παντού επιχειρεί βουτιά στα βαθιά νερά του διηγήματος, μιας ιδιαίτερα δύσκολης αφηγηματικής φόρμας. Και φαίνεται πως τα καταφέρνει θαυμάσια, αφού δένει το ελάχιστο της γραφής με το μάξιμουμ της φαντασίας. Το Δωμάτιο παντού είναι ένα ξέφωτο με πολλές φωτοσκιάσεις που «ντύνουν» την ανθρώπινη συνθήκη. Οι ήρωες του Ευσταθιάδη διακατέχονται από το σύνδρομο της μοναξιάς, έχουν εμμονές «με τη βρώσιν και την πόσιν» και τάσεις φυγής προς το ανεκπλήρωτο.


Στο «Βιολοντσέλο» ο πρωταγωνιστής βρίσκεται σε βιεννέζικο ξενοδοχείο συντροφιά με μια μικροκαμωμένη 20χρονη Κινέζα που βιοπορίζεται από τον αγοραίο έρωτα ενώ παράλληλα σπουδάζει βιολοντσέλο στην εκεί Μουσική Ακαδημία. Ο πελάτης, παρ’ όλο που του αρέσει, της λέει να φύγει μόλις τελειώσει το ποτό της. Ομως εκείνη μένει. Συνευρίσκονται «πάνω στην άγραφη λευκή παρτιτούρα των σεντονιών» με το σώμα της να λικνίζεται και να αναδιπλώνεται σαν ελικοειδές κλειδί τού σολ ενώ η ψηλή χορδή τού λα στο εφηβαίο της τον μετατρέπει σε μοναχικό οδοιπόρο των στεναγμών της. Εγκαταλείποντας τη Βιέννη, του φαίνεται ότι οι σταγόνες της βροχής στα παράθυρα του τρένου σχηματίζουν τις τέσσερις χορδές ενός ακαθόριστου βιολοντσέλου. Στο «Ενυδρείο» μοναχικός θαμώνας εστιατορίου που κάθεται απέναντι από το ενυδρείο με κάθε λογής ζωντανούς αστακούς και καραβίδες, αφού αποφάει αισθάνεται εγκλωβισμένος στο ενυδρείο της ζωής – ένα ενυδρείο τραγικό, με άγνωστα όρια. Στο «Βιογραφικό» η αδύνατη, κάποιας ηλικίας μοναχική κυρία με το λιτό γεύμα στο γωνιακό τραπέζι εστιατορίου της γειτονιάς της, σε λίγο θα πάει στο στούντιο για ηχογράφηση – υποκρίνεται ερωτικές κραυγές και μιμείται παθιασμένους αναστεναγμούς (αυτή η γυναίκα έχει να κάνει έρωτα πάνω από δεκαπέντε χρόνια). Στον εξαιρετικό «Συνοδό της νύχτας» ο παντρεμένος ήρωας του διηγήματος «νοικιάζει» συνοδό αντί 60 ευρώ το τρίωρο για να καλύπτει με την παρουσία του την παράνομη ερωτική του σχέση και τις εξόδους σε ακριβά εστιατόρια. Ενα βράδυ το «αίσθημα» τηλεφωνεί στο ρεστοράν όπου την περιμένουν ότι δεν θα ξανάρθει, οπότε οι δύο άγνωστοι άνδρες αρχίζουν μια καλή φιλία.


Οσα δεν έχουν συμβεί


Στο εκπληκτικό «Δωμάτιο παντού», που δάνεισε τον τίτλο του στη συλλογή, ένας άνθρωπος στην προσπάθειά του να ξαναβρεί τη χαμένη μνήμη του διπλασιάζει τη δοσολογία των φαρμάκων με αποτέλεσμα να θυμάται, με κάθε λεπτομέρεια, τα πάντα – ακόμη και πράγματα που δεν έχουν συμβεί. Αλλά, θα αναρωτηθεί ο αναγνώστης, μήπως το να θυμάται κανείς τόσο πολλά δεν είναι εξίσου βασανιστικό με το να μη θυμάται τίποτα; Σε παρόμοια ατμόσφαιρα κινούνται και τα υπόλοιπα διηγήματα, τα οποία, σαν αργόσυρτα κινηματογραφικά πλάνα φτιαγμένα από αινίγματα, ηδονές, απώλειες, αναμνήσεις, συζητήσεις, συνευρέσεις και συναντήσεις σε μπαρ, εστιατόρια, μπιστρό, ταβερνεία και ξενοδοχεία, αναδίνουν μια μυστηριώδη γοητεία.


H συλλογή Δωμάτιο παντού, με τη σφιχτή της αφήγηση, έχει το άρωμα της ερωτικής μοναξιάς και τις φυσαλλίδες της σαμπάνιας από την εφήμερη ευτυχία. Ο Ευσταθιάδης χειρίζεται το υλικό του με άριστο τρόπο και στα διηγήματά του ο χρόνος διαστέλλεται ενώ οι ήρωές του, άνθρωποι μιας ασυνήθιστης καθημερινότητας, κατοικούν ένα δωμάτιο που χωράει όλη τη μεγαλοσύνη και όλη τη μικρότητα της ζωής.


Ο κ. Ντίνος Σιώτης είναι συνεκδότης του περιοδικού «(δέ)κατα».