Ο αναβρασμός που προκάλεσε το φαινόμενο της ριζοσπαστικής πρωτοπορίας στην τέχνη του 20ού αιώνα και ιδίως οι ανακατατάξεις στη μεταπολεμική εποχή, έθεσαν εκτός εικαστικού πεδίου όσους καλλιτέχνες βρέθηκαν μακριά από την επήρεια του μοντερνισμού. Στη χορεία των γηγενών ζωγράφων που κατέληξαν στο περιθώριο, κατατάσσεται ως κορυφαία περίπτωση ο Γ. Ιακωβίδης. Ηγετική μορφή στη νεοελληνική τέχνη, υποσκελίστηκε ως «ξεπερασμένος», με την υπονομευτική μομφή του «ακαδημαϊκός». H άμβλυνση της ρήξης και η μεταμοντέρνα συνθήκη αφήνουν πλέον περιθώρια για νηφάλια επανεκτίμηση και τυχόν αποκατάσταση παραγνωρισμένων μεγεθών. Σε αυτό ακριβώς στοχεύει η αναδρομική έκθεση Ιακωβίδη (14 Νοεμβρίου 2005 – 30 Ιανουαρίου 2006) στην Εθνική Πινακοθήκη. Ο συνοδευτικός κατάλογος απηχεί το πνεύμα της έκθεσης και συμβαδίζει με τη θεματική της συγκρότηση ως μόνος οδηγός εξοικείωσης αλλά και αναψηλάφησης στον μακρύ καλλιτεχνικό του βίο. Φωτίζεται έτσι η καλλιτεχνική ταυτότητα του Ιακωβίδη, όχι όμως μονοδιάστατα αλλά σε άμεση συσχέτιση με το εικαστικό και κοινωνικό περιβάλλον της εποχής του. Οπως, για παράδειγμα, η δημοσίευση του Horst G. Ludwig, ειδικού μελετητή της τέχνης του Μονάχου στο τέλος του 19ου αιώνα, που καλύπτει θεματικά την περίοδο Ιακωβίδη στο Μόναχο. Μέσα από γερμανόγλωσση κυρίως βιβλιογραφία, ο Ludwig επανεξετάζει την εκεί παρουσία του (1877-1900), σε συγκριτική όμως συσχέτιση με τις ισχύουσες τότε εικαστικές αξίες, τόσο στην περιώνυμη Σχολή όσο και στην καλλιτεχνική σκηνή, καθώς μια στιγμή αρχίζει η καθιέρωση του Ιακωβίδη στον κόσμο της Βαυαρίας και προκύπτει το πρώιμο ζωγραφικό του έργο, με εξέχον θέμα τις «παιδικές σκηνές», που κατέληξε στη συνέχεια σε εμβληματικό στοιχείο, φθάνοντας να θεωρείται πλέον «ο ζωγράφος των παιδιών».


Κατά τον ίδιο τρόπο προσεγγίζουν τμηματικά το θέμα Ιακωβίδη και οι υπόλοιπες δημοσιεύσεις, δέκα συνολικά, που συγκροτούν τον συνοδευτικό κατάλογο. Αναζήτηση, συγκέντρωση και συστηματική ταξινόμηση των πληροφοριών, ό,τι δηλαδή αφορά το απαιτούμενο υλικό προετοιμασίας μιας έκθεσης, είχαν αναλυτικά κατατεθεί σε πολυσέλιδη μονογραφία από την Ολγα Μεντζαφού-Πολύζου («Γεώργιος Ιακωβίδης -1853-1932», Αδάμ, 1999), η οποία φέρει τώρα την επιμέλεια της έκθεσης και βέβαια του καταλόγου. H αναδρομική έκθεση, η πρώτη μετά θάνατον, είναι καθυστερημένη οφειλή στον Ιακωβίδη, όχι μόνο ως ζωγράφο, καθηγητή και διευθυντή στη Σχολή Καλών Τεχνών, αλλά πάνω από όλα της ίδιας της Πινακοθήκης στον πρώτο κατά σειρά διευθυντή της.