Είχα εμπλακεί σε μια συζήτηση, προ ετών, μετά το τέλος συναυλίας στη Βοστώνη με την Εβδομη συμφωνία του Μάλερ, για τα δύο αργά («νυχτερινά») μέρη της, που μου είχαν φανεί δοσμένα από τον αρχιμουσικό με μιαν υπερβολικά αναλυτική και μάλλον στατική προσέγγιση. Ενας φίλος παρατήρησε ότι η συγκεκριμένη ερμηνεία ενέτεινε την αίσθηση μιας βαθιάς ρήξης μεταξύ των συμβάντων, καταιγιστικών, ταχύτατων και πολύβουων, που σίγουρα συνέβαιναν έξω και πέρα από το Symphony Hall της Βοστώνης και του χρόνου που ακολουθούσε το συγκεκριμένο κοινό στο εσωτερικό της αίθουσας. Θυμήθηκα τη συζήτηση αυτή, για τα όσα «πραγματικά» συμβαίνουν ενόσω κάποιος «παγώνει» τον χρόνο συντονιζόμενος με τον ρυθμό ενός έργου τέχνης, διαβάζοντας τις προειδοποιήσεις του Thomas Hylland Eriksen για την επιτάχυνση του χρόνου και την απώλεια της αξίας της διάρκειας. H επιτάχυνση και η σύμπηξη του χρόνου οδηγεί σε μια ανεξέλεγκτη διαδοχή κορεσμένων στιγμών. Οδηγεί στον κατακερματισμό του χρόνου σε μονάδες τόσο μικρές που υφίστανται μόνο ως στιγμές, έτοιμες να παραχωρήσουν τη θέση τους σε επόμενες στιγμές, με τρόπο που αφαιρεί από τη χρονική διάρκεια κάθε συνοχή.


Νέα πραγματικότητα


Για τον Eriksen η εκπληκτική ανάπτυξη των διαφόρων τεχνολογιών εξοικονόμησης χρόνου (Διαδίκτυο, μαζικές πληροφοριακές ροές, ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας κτλ.) διαμορφώνει μια νέα πραγματικότητα, η κριτική αντιμετώπιση της οποίας δεν εκκινά απαραίτητα από τα φιλοσοφικά έργα για τον χρόνο, από τον Καντ ως τον Χάιντεγκερ: έχει ως αφορμή τα κοινωνικά συμπτώματα. Γρήγορες ατάκες, γρήγορη ομιλία, γρήγορες σκέψεις, γρήγορα – αλλά όχι απαραίτητα συμπυκνωμένα – νοήματα για τη ζωή, την πολιτική, την τέχνη, για τα πάντα. H αδυναμία αυτού του τρόπου επικοινωνίας να σταθεί σε περισσότερο σύνθετα περιεχόμενα και αμφίσημα νοήματα, πόσο μάλλον να αναστοχαστεί, είναι ορατή μεταξύ άλλων στη συζήτηση περί πολιτικής. Ο κίνδυνος εν προκειμένω είναι η διολίσθηση σε μια αντίληψη περί πολιτικής που εστιάζεται στην κάλυψη και αναπλήρωση της εξασθένησης των πολιτικών περιεχομένων μέσω της διάχυσης γρήγορων και εύπεπτων κλισέ για την ανανέωση των πολιτικών μορφών.


Το δικαίωμα να ζούμε και να σκεπτόμαστε πιο αργά αφορά πρωτίστως τις δυνατότητές μας για κριτική αποτίμηση των καταστάσεων και για αναστοχασμό. Είναι κυρίως δικαίωμα στις συνθήκες που ενθαρρύνουν τον αναστοχασμό. Ο Eriksen σπεύδει να διευκρινίσει ότι η επιχειρηματολογία του δεν αποτελεί έκφραση ενός σύγχρονου Λουδίτη: πρόβλημα δεν αποτελούν οι εκπληκτικές νέες τεχνολογίες εξοικονόμησης χρόνου αλλά οι κοινωνικές και θεσμικές χρήσεις και σημασιοδοτήσεις τους. Από αναλυτική σκοπιά, το πόνημα του Eriksen εντάσσεται στη μακρά και διακεκριμένη παράδοση των έργων εκείνων της κοινωνικής και πολιτικής θεωρίας που εστιάζονται ιδιαίτερα στις «μη ηθελημένες συνέπειες» των επιλογών μας. Οπως σημειώνει η Ιωάννα Καυταντζόγλου στις εύστοχες εισαγωγικές παρατηρήσεις της, οι τεχνολογικές αλλαγές ενδέχεται να καταλήγουν σε πολύ διαφορετικά αποτελέσματα από εκείνα στα οποία στόχευαν: «H αδόκητη κατάληξη της εξοικονόμησης χρόνου είναι η απόλυτη σπάνις του, η σύντηξή του σε μια τυραννία της στιγμής».


Τα κύρια κριτήρια


H επιτάχυνση έχει κρίσιμες συνέπειες για τα κριτήριά μας και για την αποτίμηση όσων μας περιβάλλουν, ιδιαίτερα αυτών ως προς τα οποία μπορούμε να τοποθετηθούμε «επιλέγοντας» το ένα ή το άλλο, αντιμετωπίζοντάς τα περίπου ή και κυριολεκτικά ως προϊόντα. Σε τελική ανάλυση, όπως επισημαίνει ο Eriksen, αν η ταχύτητα και το κόστος επρόκειτο να γίνουν τα κύρια κριτήρια για την αποτίμηση και την επιλογή των προϊόντων, το αποτέλεσμα θα ήταν μια καθαρή απώλεια σε ποιότητα, πλούτο και ποικιλία. Αν ένα αυξανόμενο μέρος του συνόλου σταματήσει να καταλαβαίνει τη διαφορά ανάμεσα σε ένα φθηνό κρασί και σε ένα Μπορντό καλής χρονιάς, τότε ο πολιτισμός ως έκφραση κριτηρίων θα έχει φτωχύνει. Προχωρώντας περισσότερο ο Eriksen εισέρχεται στο δύσβατο πεδίο των σχέσεων μεταξύ κατακερματισμού του χρόνου και αισθητικών κριτηρίων. Αν ένα αυξανόμενο μέρος του συνόλου πάψει να αναγνωρίζει ότι ένα κουαρτέτο του Μπετόβεν εμπεριέχει μεγαλύτερη και βαθύτερη συμπύκνωση ανθρώπινης διάνοιας, τεχνικής και ευαισθησίας από τις τρέχουσες επιτυχίες της ποπ μουσικής, τότε ο πολιτισμός ως σύνολο θα έχει φτωχύνει.


H Τυραννία της Στιγμής ανοίγει βεβαίως περισσότερα θέματα από όσα μπορεί να διαπραγματευθεί διεξοδικά. Σε κάθε περίπτωση όμως πρόκειται για ένα ιδιαίτερα γοητευτικό ανάγνωσμα. Δοσμένο στο ελληνικό κοινό με μια μετάφραση προσεγμένη και ευαίσθητη στις αποχρώσεις, το βιβλίο του Eriksen θα αποτελέσει ερέθισμα για ουσιαστικότερη συζήτηση επάνω στις συνθήκες θέσμισης του κοινωνικού χρόνου αλλά και στα κριτήρια αποτίμησης της αξίας του.


Ο κ. Κώστας A. Λάβδας είναι αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης.