Κρύο πράγμα όταν ένα δικαστήριο καλείται να αποτιμήσει τη λογοτεχνία. Γιατί τα δικά του κριτήρια αφορούν τα σημεία τριβής ενός έργου με τη φαινομενική πραγματικότητα, την επιφανειακή δηλαδή εκδοχή της λογοτεχνικής επικράτειας. Και όμως. Τα δικαστήρια καλούνται ορισμένες φορές να αποφανθούν. Το Ανώτατο Γερμανικό Δικαστήριο απαγόρευσε στα μέσα της δεκαετίας του ’60 την πρώτη γερμανική έκδοση του μυθιστορήματος του Κλάους Μαν «Μεφίστο», ενός έργου που είχε κυκλοφορήσει για πρώτη φορά το 1936 στο Αμστερνταμ. H Δικαιοσύνη διάβασε το μυθιστόρημα όχι ως την τυπολογία του συμβιβασμού των πνευματικών ανθρώπων με ένα δικτατορικό καθεστώς μέσα από την εξιστόρηση της καριέρας ενός σαγηνευτικού αλλά και αδίστακτου θεατρανθρώπου την εποχή του ναζιστικού καθεστώτος, αλλά ως πορτρέτο του ηθοποιού Γκούσταφ Γκρύντγκενς, που θωπεύοντας τους ναζιστές είχε καταφέρει να γίνει γενικός διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου της Πρωσίας (1937-1945). H Δικαιοσύνη λοιπόν διαβάζοντας το βιβλίο σαν να ήταν πορτρέτο έκρινε ότι προσέβαλλε «τα δικαιώματα της προσωπικότητας» του Γκρύντγκενς, ο οποίος, σημειωτέον, συνέχισε τη λαμπρή θεατρική καριέρα του και στη μεταπολεμική Γερμανία, και το απαγόρευσε. Μόνο δεκαπέντε χρόνια αργότερα, όταν ο Ιστβαν Ζάμπο μετέφερε το μυθιστόρημα στον κινηματογράφο και στη Γερμανία ο «Μεφίστο» κυκλοφόρησε σε παράνομη έκδοση τσέπης, οι κληρονόμοι του υποτιθέμενου θιγομένου και μαζί τους η Δικαιοσύνη εκώφευσαν.


Το ίδιο Ανώτατο Γερμανικό Δικαστήριο επικύρωσε πριν από λίγες ημέρες την απαγόρευση του ερωτικού μυθιστορήματος «Εζρα» του συγγραφέα Μάξιμ Μπίλερ, που είχε κυκλοφορήσει το 2003 από τις εκδόσεις της Κολονίας Kiepenheuer & Witsch. Και αυτή τη φορά η Δικαιοσύνη διάβασε το βιβλίο ως πορτρέτο, οπότε θεώρησε εαυτήν υποχρεωμένη να αποφασίσει τι προέχει: η καλλιτεχνική ελευθερία ή «τα δικαιώματα της προσωπικότητας». Και αποφάνθηκε υπέρ των δεύτερων. Ο Μάξιμ Μπίλερ, γερμανός συγγραφέας γεννημένος στην Πράγα με εβραϊκές καταβολές, εκμεταλλεύεται συχνά στα διηγήματα και στα μυθιστορήματά του την προσωπική του βιογραφία ως πηγή άντλησης άμεσων υλικών για την τέχνη. Στο επίμαχο μυθιστόρημα διηγείται σε πρώτο πρόσωπο τη βραχύβια σχέση του συγγραφέα Αδάμ με την αποτυχημένη ηθοποιό Εζρα, που επηρεάζεται από την αυταρχική μαμά της Λάλε. Πρόκειται για μία ακόμη ερωτική ιστορία, για μία ακόμη σπουδή στο παμπάλαιο θέμα της αποτυχημένης αγάπης, της αδυναμίας μιας πραγματικής συνεύρεσης. Αυτή τη γεύση αποκομίζει από το βιβλίο ο απροκατάληπτος αναγνώστης.


H πραγματικότητα όμως είναι προκατειλημμένη. H Εζρα και η Λάλε έσκασαν μύτη από το μυθιστόρημα που τις περιείχε, απέκτησαν σάρκα και οστά και προσέφυγαν κατά του συγγραφέα, κατά του δημιουργού τους δηλαδή, στη Δικαιοσύνη. Και μεταμορφώθηκαν σε δύο ευυπόληπτες, πλην φουρκισμένες, κυρίες του Μονάχου τουρκικής καταγωγής. H Εζρα μεταμορφώθηκε στην όντως ισχνής καριέρας και περιορισμένου βεληνεκούς ηθοποιό Ayse Romey και η μαμά Λάλε στη μητέρα της Birsel Lemke, κάτοχο του Εναλλακτικού Νομπέλ 2000 για την ευφάνταστη εκστρατεία που είχε οργανώσει κατά τη δεκαετία του ’90, με αποτέλεσμα να αποτραπεί η εξαγωγή χρυσού με τη χρήση επικίνδυνου υδροκυανίου από πολυεθνική εταιρεία στα τουρκικά παράλια του Αιγαίου. Οι δύο κυρίες αναγνώρισαν εαυτές στο μυθιστόρημα, αλλά τα «πορτρέτα» που τους επεφύλαξε ο συγγραφέας δεν συνάδουν με την αντίληψη που έχουν οι ίδιες για τον εαυτό τους, τα βρήκαν αρνητικά φορτισμένα και ενδεχομένως επιβλαβή για την όποια περαιτέρω σταδιοδρομία τους. Ο συγγραφέας Μάξιμ Μπίλερ είχε όντως συνάψει στο παρελθόν δεκαοκτάμηνο ατυχή δεσμό με την Τουρκαλίδα ηθοποιό. Οπερ έδει δείξαι.


Το Ανώτατο Γερμανικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το βιβλίο προσβάλλει «σε βαρύτατο βαθμό τα δικαιώματα της προσωπικότητας των δύο εναγουσών». Αποδέχθηκε ότι είναι όντως αναγνωρίσιμες από «έναν κατά το μάλλον ή ήττον ευρύ κύκλο γνωστών» πίσω από τις μυθιστορηματικές ηρωίδες Εζρα και Λάλε, και δη επιβαρημένες με μια σωρεία αρνητικών λεπτομερειών, τις οποίες ο αναγνώστης δεν είναι σε θέση να διαχωρίσει από τα πραγματικά στοιχεία που τις αφορούν. H Δικαιοσύνη μάλιστα δεν εργάστηκε επιπόλαια. Ηδη προηγουμένως το Ανώτατο Βαυαρικό Δικαστήριο είχε καταρτίσει εξαντλητικό κατάλογο με τα πραγματικά στοιχεία της ζωής της Ayse Romey και της Birsel Lemke σε αντιπαραβολή με τα μυθιστορηματικά στοιχεία της ζωής της Εζρα και της Λάλε. H ομοιότης υπήρξε εκπληκτική! Το βιβλίο παραμένει τώρα υπό απαγόρευση και εν αναμονή της απόφασης του εκδοτικού οίκου, αν θα προσφύγει ή όχι στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο. Μήπως όμως τα φιλότιμα δικαστήρια διάβασαν λάθος τα στοιχεία, δηλαδή με εσφαλμένη προοπτική; Μήπως προσπάθησαν να τα ερμηνεύσουν ως δεδομένα πορτρέτων, ως βιογραφικά και αυτοβιογραφικά ντοκουμέντα και όχι ως δείγματα λογοτεχνίας; Και μήπως η πικρία των κυριών οφειλόταν στο ότι τα «πορτρέτα» τους δεν υπήρξαν τόσο κολακευτικά όσο οι ίδιες ευελπιστούσαν; Μήπως, αν ανταποκρίνονταν στις προσωπικές τους ψευδαισθήσεις, θα μοίραζαν κιόλας δωρεάν το βιβλίο στις φιλενάδες τους; Δεν θα το μάθουμε ποτέ. Τι θα γίνει ωστόσο με τα μελλοντικά ερωτικά μυθιστορήματα, οι ήρωες των οποίων θα δίνουν οι ίδιοι στην ανυποψίαστη κοινή γνώμη την κλείδα για την αναγνώρισή τους;


Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Deutsche Welle.