H ετήσια «Διάλεξη K.Θ. Δημαρά» του Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών αποτελεί θεσμό που εγκαινιάστηκε το 1996 για να τιμήσει τη μνήμη του διανοητή που πρώτος μελέτησε συστηματικά τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό, εντάσσοντάς τον στα μεγάλα πνευματικά ρεύματα του δυτικοευρωπαϊκού 18ου αιώνα. Σκοπός των διαλέξεων, όπως τονίζει ο σημερινός διευθυντής του KNE καθηγητής Π.K. Κιτρομηλίδης, είναι η συνέχιση του έργου αυτού. Με τη μετάκληση κορυφαίων μελετητών του αιώνα των Φώτων συμβάλλει αφενός στη συστηματική εμβάθυνση στο σώμα των ιδεών που διαμόρφωσαν τον σύγχρονο κόσμο και αφετέρου στην έρευνα για τη θέση αλλά και την ιδιαιτερότητα της Νεότερης Ελλάδας στο πλαίσιο αυτής της κοσμογονίας. Παρουσιάζουμε εδώ τις τέσσερις τελευταίες διαλέξεις (2000-2003).


H δύσκολη σχέση


Στη διάλεξη του 2000, Ο Διαφωτισμός και ο ορθόδοξος κόσμος, του Larry Wolff, καθηγητή στορίας στο Κολέγιο της Βοστώνης, διερευνάται η δύσκολη σχέση ανάμεσα στους εκπροσώπους του Διαφωτισμού και στην Ανατολική Ευρώπη. Είναι γνωστή η αρνητική στάση διαπρεπών διανοητών του 18ου αιώνα (Γκίμπον, Μοντεσκιέ) απέναντι στο Βυζάντιο. H επικριτική αυτή διάθεση χρωματίζει και τα κείμενα των περιηγητών στην ορθόδοξη Ανατολή, στα οποία στηρίζεται η ανάλυση του Wolff. Η απόρριψη αυτή δεν στηρίζεται όμως στην ιδέα ύπαρξης δύο ξεχωριστών και ασύμβατων ως προς την «ουσία» τους πολιτισμών. H έγκληση της ορθοδοξίας πηγάζει κατ’ αρχήν από την αδυναμία των Ευρωπαίων της εποχής να εκτιμήσουν τα αισθητικά πρότυπα που κυβερνούν την ορθόδοξη θρησκευτική τέχνη. Από την άλλη μεριά, η «χοντροκοπιά» του εικονογραφικού διακόσμου θεωρείται έκφραση μιας οπισθοδρομικής θρησκευτικότητας, βασισμένης στην αμάθεια και στη δεισιδαιμονία του κλήρου και του λαού. Ωστόσο, τονίζει ο Wolff, τα δεινά αυτά δεν θεωρούνται αποκλειστικό γνώρισμα του ορθόδοξου κόσμου. Είναι συνέπειες της μεσαιωνικής νοοτροπίας, που εξακολουθούσε να σφραγίζει και τη δυτικοευρωπαϊκή κοινωνία. H απώθηση για τον ορθόδοξο λατρευτικό τρόπο δεν είναι παρά εφαρμογή στην Ανατολική Ευρώπη του βολταιρικού «crasez l’infame», το οποίο στόχευε και τον ρωμαιοκαθολικισμό. Ο διανοητικός φωτισμός που είχε ήδη ανατείλει στην Εσπερία είναι συνεπώς αίτημα που αφορά και την ορθόδοξη Ανατολή. H συνάντηση του Choiseul-Gouffier στην Πάτμο με τον καλόγερο που ζητά να μάθει αν ζουν ακόμα ο Ρουσσώ και ο Βολταίρος, αυτοί οι «ευεργέτες της ανθρωπότητας», συμβολίζει ένα κρίσιμο γεγονός που υπογράμμισαν οι έρευνες του K.Θ. Δημαρά όσο και πιο πρόσφατες, όπως του Π.M. Κιτρομηλίδη, ότι δηλαδή οι πρωτεργάτες του Νεοελληνικού Διαφωτισμού ξεπήδησαν και μέσα από τις τάξεις του ορθόδοξου κλήρου.


Ο Jean Starobinski, από τους πλέον εξέχοντες σύγχρονους μελετητές του Ρουσσώ, εισηγήθηκε στη διάλεξή του (2001) το θέμα Ο Ρουσσώ απαντά στον Βολταίρο. Ο Λόγος περί Επιστημών και Τεχνών, όπου αναδεικνύονται με συστηματικότητα τόσο οι πηγές της ρουσσωικής ρητορικής (παραδόξως ένας θρησκευτικής χροιάς προφητισμός στο πρότυπο του Παύλου και του Αυγουστίνου) αλλά και οι κατ’ εξοχήν νεωτερικές της στοχεύσεις. Απορρίπτει την άποψη ότι ο πρώτος Λόγος αποτελεί ένα κήρυγμα επιστροφής σε κάποια μυθική «χρυσή εποχή». H επίκριση του τεχνολογικού πολιτισμού έχει πολύ περισσότερο να κάνει με την πεποίθηση του Ρουσσώ ότι η σύγχρονη «πολυτέλεια» συνεπάγεται την καταστροφή των μεγάλων ηθικών αξιών της φιλοπατρίας και της ανιδιοτελούς αφοσίωσης στο συλλογικό αγαθό. Στη θέση της παρωχημένης μεσαιωνικής θρησκείας ο Ρουσσώ θέλει να υψώσει μια νέου τύπου «ιερότητα», εκείνη της πολιτικής κοινωνίας. Στο επιχείρημα του πρώιμου πρώτου Λόγου προδιαγράφεται ήδη η ώριμη πολιτική σκέψη του «πολίτη της Γενεύης». Ο Starobinski αποκαλύπτει πως πίσω από την οραματική ρητορεία του Λόγου κρύβεται και ένα πολύ πιο ανθρώπινο κίνητρο, η προσωπική αντιπαράθεση του Ζαν Ζακ με τον Βολταίρο, τον «Αρουέ» όπως υποτιμητικά τον αποκαλεί. Το επιχείρημα του Λόγου είναι μια συστηματική ανασκευή του ατομιστικού ηδονισμού που προβάλλει ο Βολταίρος στον Κοσμικό του. Στο σημαντικό μεθοδολογικό κείμενο Περί πηγών που δημοσιεύεται ως επίμετρο, ο Starobinski τονίζει ότι καθήκον του ιστορικού των ιδεών είναι η κατανόηση, και όχι η υπονόμευση του νοήματος, όπως επιδιώκει η τρέχουσα μόδα της «διακειμενικότητας».


Υπέρ της χειραφέτησης


Η διάλεξη ενός επίσης κορυφαίου μελετητή, του Roland Mortier, Φώτα του ευρωπαϊκού 18ου αιώνα, αποτελεί την πιο περιεκτική και εμπεριστατωμένη σύνοψη των βασικών εννοιών του Διαφωτισμού. Βασική ιδέα εδώ είναι πως ο Διαφωτισμός δεν αποτελεί ενιαίο δόγμα, αλλά έναν ριζικά καινούργιο τρόπο του σκέπτεσθαι. Είναι ένα κήρυγμα υπέρ της χειραφέτησης της κριτικής σκέψης, όπως αυτό συνοψίζεται στο καντιανό sapere aude. H αποτίναξη παρωχημένων θεοκρατικών αντιλήψεων και η ριζική εκκοσμίκευση της ζωής δεν συνεπάγεται την αθεΐα. Οδηγεί σε μια νέου τύπου θρησκευτικότητα (τον ντεϊσμό) που πριμοδοτεί την ανθρώπινη λογικότητα και μια νέα αντίληψη της ευδαιμονίας ως επίγειου πεπρωμένου. Ο Mortier αντικρούει στη συνέχεια διάφορες διαστρεβλωτικές αναγνώσεις του Διαφωτισμού. Δεν υπάρχει εδώ καμιά μονόπλευρη έμφαση στον ορθό λόγο. Στην πραγματικότητα το πάθος και το συναίσθημα αναγνωρίζονται ως αναφαίρετα συστατικά της ανθρώπινης φύσης, πηγή της «ενέργειάς της» κατά τον Diderot. Τα δάκρυα «κατακλύζουν» την ευρωπαϊκή λογοτεχνία της εποχής, επισημαίνει ο Mortier, με αναφορές κυρίως στον Ρουσσώ και στον Richardson. Βασικό συμπέρασμα, που αναπτύσσεται και στη συνέντευξη η οποία παρατίθεται ως επίμετρο, είναι ότι ο Διαφωτισμός επεξεργάστηκε όλες τις βασικές έννοιες που συγκροτούν το ιδεώδες μιας ελεύθερης και παραγωγικής ζωής, και άρα αποτελεί την κύρια δεξαμενή από την οποία αντλεί η συνείδηση της εποχής μας.


Στη διάλεξη του 2003 με τίτλο Ο Διαφωτισμός και η σημασία των διαβαθμίσεων, ένας ακόμη εξέχων ιστορικός των ιδεών, ο Michel Delon, συνεχίζει την προσπάθεια επακριβούς θεωρητικού καθορισμού του κινήματος των Φώτων, με αναφορά σε ένα άλλο καίριο χαρακτηριστικό του που συνήθως αποσιωπάται. Πρόκειται για τη βαθιά αίσθηση της σχετικότητας των ανθρωπίνων καταστάσεων και πεποιθήσεων που διαποτίζει τη διαφωτιστική σκέψη, πράγμα που της επιτρέπει να υπερβεί έναν στενό ευρωκεντρισμό και να αναγνωρίσει απερίφραστα τον πλούτο και την πολυμορφία της πολιτιστικής παραγωγής της ανθρωπότητας. Στον 18ο αιώνα οφείλουμε το (απλουστευτικό ίσως) σύμβολο του «καλού αγρίου» (bon sauvage), που επιτρέπει όμως μια σκληρά αυτοκριτική ανάλυση των δυσλειτουργιών της ίδιας της φωτισμένης ευρωπαϊκής κοινωνίας. Ο Διαφωτισμός, καταλήγει ο Delon, απορρίπτει κάθε «μανιχαϊσμό» του Καλού και του Κακού, πράγμα που σημαίνει – όπως παρατηρεί και στη συνέντευξη η οποία ακολουθεί τη διάλεξη – ότι είναι καταχρηστική κάθε επιστράτευση των εννοιών και των αξιών του για την επιβολή μιας παγκόσμιας ιδεολογικής ή και πολιτικής επικυριαρχίας της δυτικής κοινωνίας.


Οι καλαίσθητες αυτές δίγλωσσες εκδόσεις, με άρτια επεξεργασμένες μεταφράσεις των κειμένων στην ελληνική, προσφορά συνεργατών του ΚΝΕ, ενίοτε μάλιστα παλαιών μαθητών του Κ.Θ. Δημαρά, όπως στην περίπτωση της καθηγήτριας Αννας Ταμπάκη και του ιστορικού Γιώργου Τόλια, αποτελούν εξαιρετική συμβολή στην ελληνική πνευματική ζωή και αφορμή για καρποφόρο στοχασμό σχετικά με την ευρωπαϊκή πολιτιστική μας κληρονομιά και τη θέση του Νεότερου Ελληνισμού σ’ αυτήν.


Ο κ. Περικλής Βαλλιάνος είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.