Τετρακόσια χρόνια Δον Κιχώτης, τετρακόσια χρόνια κάθε είδους διασκευές: κινηματογραφικές, θεατρικές, για όπερα, για ορχήστρα, για χορό κλασικό και σύγχρονο, λογοτεχνικές για ενηλίκους, για μεγάλα παιδιά, για μικρά παιδιά, εικονογραφημένες ή όχι, αποδόσεις ζωγραφικές, κόμικς. Ας ξεκινήσουμε με μια παραδοχή: όταν κάποιος διασκευάζει ένα κλασικό έργο, στην ουσία ξαναγράφει το έργο από την αρχή. H διασκευή είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια, εκτενή ή σύντομη, περίληψη του έργου. Ο κάθε διασκευαστής είναι ταυτόχρονα δημιουργός ο οποίος δίνει το προσωπικό του στίγμα στο κείμενο που παραδίδει, έχει ως σημείο αναφοράς την εποχή του και κρατά ή προβάλλει ό,τι κρίνει ενδιαφέρον για αυτήν. Οι διασκευές, και οι μεταφράσεις, των κλασικών είναι «χρονολογημένες». Αναφέρονται με δυο λόγια σε συγκεκριμένη γλωσσική, ιδεολογική, κοινωνική κ.ά. πραγματικότητα και διακινούν, παράλληλα με τις αξίες του πρωτοτύπου, και τις δικές της.


Μια κριτική λοιπόν παρουσίαση τεσσάρων ελληνικών εκδόσεων του Δον Κιχώτη για παιδιά έχει ενδιαφέρον για να δούμε τι μένει τελικά από αυτό το τεράστιο μυθιστόρημα των 1.000, περίπου, σελίδων.


H αντιπαραβολή με το πλήρες έργο έγινε από τη μετάφραση του Ηλία Ματθαίου, εικονογράφηση Σαλβαδόρ Νταλί, εκδόσεις Εξάντας, τ. A-B, 1994. Σύμφωνα με τον παραπάνω μελετητή, ο Θερβάντες έγραψε το μυθιστόρημα για να επιστήσει την προσοχή στους συγχρόνους του ότι η λογοτεχνία πρέπει να διδάσκει τους ανθρώπους μια σωστή και ηθική συμπεριφορά, ότι δεν είναι ένα απλό μέσον ψυχαγωγίας, όπως συνηθιζόταν στην εποχή του. Κι επειδή τα μυθιστορήματα της ιπποσύνης ήταν τότε ένα αγαπητό ανάγνωσμα κι ακρόαμα, επέλεξε την ίδια φόρμα για να περάσει τα αποστάγματα της πολυτάραχης ζωής του δημιουργώντας έναν τρελούτσικο ιππότη, που έχει παρασυρθεί από αυτά τα διαβάσματα, κι έναν αφελή λαϊκό τύπο που τον ακολουθεί. Από τη μια λοιπόν έχουμε παρανοϊκές περιπέτειες κι από την άλλη έχουμε τις συζητήσεις μεταξύ του Δον Κιχώτη και του Σάντσο Πάντσα όπου η τρέλα χάνεται κι έτσι φαίνονται οι απόψεις του συγγραφέα για το καλό και το ηθικό.


Πόσο γίνεται αυτό φανερό στις διασκευές;


H τρέλα του ήρωα


Το κλειδί για την κατανόηση του Δον Κιχώτη βρίσκεται στο πρώτο και στο τελευταίο κεφάλαιο. Στο πρώτο γιατί ο συγγραφέας περιγράφει το είδος της τρέλας του ήρωα, και στο τελευταίο όπου ο ήρωας κάνει τον απολογισμό της ζωής του. Στα υπόλοιπα κεφάλαια διαβάζουμε τις περιπέτειες του φαντασιόπληκτου ιππότη (μάχες με τους ανεμόμυλους, τα πρόβατα, τα ασκιά με το κρασί, την απελευθέρωση των καταδίκων, τα λιοντάρια, τη Δουλτσινέα, το νησί του Σάντσο), κοινές σε όλες σχεδόν τις διασκευές.


Ο παλαιότερος Δον Κιχώτης που κυκλοφορεί είναι αυτός του Γρηγορίου Ξενόπουλου (εκδόσεις Αφοί Βλάσση). Για την ακρίβεια πρόκειται για τη μετάφραση (δημοσιευμένη στη Διάπλαση των Παίδων το 1912) μιας προγενέστερης γαλλικής διασκευής. Δυστυχώς δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τη μετάφραση καθεαυτή μιας και οι εκδότες διόρθωσαν γλωσσικά το κείμενο, μεταφέροντάς το σε μια πιο σύγχρονη γλώσσα. Ωστόσο η συγκεκριμένη διασκευή έχει ενδιαφέρον αφού είναι η μοναδική στην οποία γίνεται αναφορά στο ιπποτικό μυθιστόρημα που άνθησε στην Ισπανία λίγο πριν από την εποχή του Θερβάντες, στην αντικατάστασή του από κακογραμμένες λαϊκές φυλλάδες με την ίδια θεματολογία και την απαξίωσή τους από τους μορφωμένους ανθρώπους της εποχής του.


H δύναμη των διαλόγων


Ενα χαρακτηριστικό γνώρισμα του πρωτότυπου έργου είναι οι διάλογοι. Οι διάλογοι είναι αυτοί που επιτρέπουν στον συγγραφέα να δείξει, στην υπερβολή, την παλαβομάρα του ιππότη και ταυτόχρονα να αναπτύξει τις γεμάτες λαϊκή σοφία απόψεις των ηρώων του για τη ζωή. Ο Κώστας Βάρναλης (εκδόσεις Κέδρος, τέλος δεκαετίας του 1950) στηρίχτηκε πάνω τους και διασκεύασε το έργο σ’ αυτό το πνεύμα (σ’ αντίθεση με την προηγούμενη, όπου τα αφηγηματικά μέρη είναι σαφώς περισσότερα) με αποτέλεσμα ένα κείμενο ζωντανό, στιβαρό και γρήγορο. H γλώσσα του είναι η «έντονη» δημοτική των διανοουμένων της Αριστεράς εκείνης της εποχής (π.χ. Σάντσος, εκδικητάδες, ντούρος, παρανόμι, ξοδιάζω, πριγκηπέσα, κ.ά.).


H Μαρία Αγγελίδη (εκδόσεις Παπαδόπουλος) έγραψε έναν δικό της Δον Κιχώτη. Εκανε μια ελεύθερη διασκευή των βασικών επεισοδίων και τον έγραψε σαν παραμύθι. Είναι ένας αναγνωρίσιμος Δον Κιχώτης, μια περίληψή του βέβαια, όπως θα τον διηγιόταν κάποιος σε παιδιά, με γλαφυρότητα κι εκτενείς περιγραφές, σε στρωτή γλώσσα η οποία χρησιμοποιεί ένα λεξιλόγιο που θυμίζει λαϊκά παραμύθια (π.χ. δισάκι, χάνι, κάμαρη, μπαξέδες, τρανός, κυρά, να κοπιάσει, αφέντρα κ.ά.). Το βιβλίο αυτό μπορεί να ενταχτεί στην κατηγορία των εικονογραφημένων βιβλίων λόγω του σημαντικού μέρους που κατέχει η εικονογράφηση. Εγινε από τον Βασίλεβ Σβετλίν και είναι εξαιρετική. Στηρίζεται στη μεγάλη εικονογραφική παράδοση της Ανατολικής Ευρώπης (σχέδιο, σύνθεση, χρώμα) και περιλαμβάνει στοιχεία μοντερνισμού με τις εναλλαγές της οπτικής γωνίας απ’ όπου κοιτάζει ο αναγνώστης αρκετές εικόνες. H ζωγραφική απόδοση των ηρώων είναι εκφραστική και αντανακλά τον χαρακτήρα τους. Μικρές λεπτομέρειες στις εικόνες δίνουν το στίγμα της εποχής και δημιουργούν το περιβάλλον μέσα στο οποίο διαδραματίζεται η ιστορία.


Κοντά στο πρωτότυπο


Τέλος, η Γεωργία Δεληγιάννη-Αναστασιάδη (εκδόσεις Μίνωας) υπογράφει μια μετάφραση του έργου. Στην πραγματικότητα έχει κάνει μια διασκευή, η οποία είναι τόσο κοντά στο πρωτότυπο ώστε να μπορούμε να πούμε ότι σχεδόν το μεταφράζει. H γνωστή λογοτέχνις πρέπει να είχε κάνει αυτή τη δουλειά πάρα πολλά χρόνια πριν και να επανεκδόθηκε πρόσφατα. Ο Δον Κιχώτης της είναι ένα κείμενο λογοτεχνικό, από το οποίο δεν χάνονται οι ιδέες και η ιστορικότητα της γραφής του πρωτοτύπου. Ο τρόπος που εργάστηκε θυμίζει έντονα αυτόν με τον οποίο ήταν γραμμένα τα βιβλία των κλασικών, του Βερν, του Στίβενσον, του Ουγκό, του Τουέιν κ.ά., που κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1950, ή και νωρίτερα, όπου γνωστοί συγγραφείς είχαν την τάση να μεταφράζουν διασκευάζοντας!


Και τελικά, τι μένει από τον Δον Κιχώτη του Μιγκέλ ντε Θερβάντες; Σίγουρα όχι μόνον οι τρελές του περιπέτειες, όπως θα φοβόμασταν.


H κυρία Μαρίζα Ντεκάστρο είναι παιδαγωγός και συγγραφέας βιβλίων για παιδιά.