Τέκνο της εποχής του. Σε κανέναν δεν θα ταίριαζε καλύτερα αυτή η φράση από όσο στον Ανταμ Μιτσκιέβιτς, τον εθνικό ποιητή των Πολωνών. Στο Πανεπιστήμιο του Βίλνιους, από τα ιστορικότερα του Βορρά, πριν από τέσσερα χρόνια ένας υπάλληλος της βιβλιοθήκης μού δείχνει δύο αντίτυπα από τις πρώτες εκδόσεις των έργων του και αντίγραφο από κάποιο χειρόγραφό του κορνιζωμένο και κρεμασμένο στον τοίχο. Μιλάει χαμηλόφωνα, συνωμοτικά σχεδόν: Για τα χρόνια που πέρασε εδώ ο Μιτσκιέβιτς ως φοιτητής, για τη μασονική φατρία των Φιλομαθών που είχαν ως πρότυπο τον Μπάιρον, για τα μυστικά τους σχέδια εναντίον του τσάρου, για τη σύλληψη του Μιτσκιέβιτς και τις περιπλανήσεις του στην Οδησσό, στην Κριμαία και στην Πετρούπολη, για το πώς πέθανε στην Κωνσταντινούπολη, πώς μετέφεραν με ατμόπλοιο τη σορό του στο Παρίσι το 1855 και πώς τέλος την ξέθαψαν το 1890 και τη μετέφεραν στον καθεδρικό ναό Βάβελ της Κρακοβίας. Δεν παραλείπει μάλιστα να μου θυμίσει πως ένα από τα πιο διάσημα ποιήματά του αρχίζει με τη φράση «Λιθουανία, πατρίδα μου».


Ακούω την ιστορία και σκέφτομαι πως εκείνος ο Μπάιρον της Κεντρικής Ευρώπης, που επέπρωτο να γίνει ο εθνικός ποιητής των Πολωνών, γεννήθηκε σε μια πόλη που ανήκει σήμερα στη Λευκορωσία, σπούδασε εδώ και δεν επισκέφθηκε ποτέ τη σημερινή Πολωνία.


Στο κλείσιμο του 20ού αιώνα ο ρομαντικός θρύλος ήταν ακόμη ζωντανός. Ενα όνειρο, από το οποίο δεν έλειπαν βέβαια οι ερωτικές φαντασιώσεις: η ανθρωπότητα θα σωζόταν εκ των άνω και εκείνοι που θα έφερναν σε πέρας ένα τέτοιο έργο θα ήταν όσοι «γνωρίζουν καλύτερα». Και δεν ήταν άλλοι από τους διανοούμενους και τους καλλιτέχνες ή, καλύτερα, από όσους διαθέτουν την ικανότητα να σκέπτονται, τη χάρη να εκφράζονται και το πάθος να οραματίζονται. Αυτοί, λέει ο Μιτσκιέβιτς, θα βοηθούσαν «την ψυχή να επιστρέψει στο σώμα της».


Το Βίλνιους της σκιάς και της ώχρας μοιάζει με μικρογραφία της Πράγας. Παρά το γεγονός ότι το ιστορικό κέντρο κάηκε πολλές φορές κατά το παρελθόν, αυτή η μπαρόκ πόλη σού δίνει αμέσως την εντύπωση ότι καλύπτεται από τον αόρατο ιστό του συμπυκνωμένου χρόνου. Αλλά πρόκειται για ένα μπαρόκ ιδιόμορφο, καθώς αναπτύσσεται πάνω στο μεσαιωνικό υπόβαθρο μιας τυπικά μεσαιωνικής πόλης με τους στενούς ελικοειδείς της δρόμους που γεννούν την αίσθηση της εγγύτητας, όχι όμως και της οικειότητας. Είναι ένας μικρός οικιστικός λαβύρινθος που τον διακόπτουν ανοίγματα, στα άκρα των οποίων υψώνονται τρούλοι και καμπαναριά, με προεξέχον ένα από τα ωραιότερα της Ευρώπης: εκείνο της εκκλησίας του Ιωάννη του Βαπτιστή. Και ανάμεσα σε αυτά ό,τι απόμεινε από το εβραϊκό γκέτο.


Μια πρωτεύουσα που ξέπεσε σε επαρχία και τώρα ξαναγίνεται μητρόπολη – σε μικρή κλίμακα φυσικά – προσπαθώντας να αναβιώσει την παλιά παράδοση, την αύρα που τη διαπερνούσε τον 19ο αιώνα, αυτή που τη φαντάστηκαν οι εμιγκρέδες συγγραφείς κατά τη σοβιετική περίοδο κρατώντας από τον παλιό ρομαντισμό τα πάντα εκτός από τη νοσταλγία.


Εδώ μεγάλωσε και σπούδασε ο Τσέσλαφ Μίλος, Πολωνός στην παιδεία αλλά Λιθουανός στα αισθήματα, που δεν δίστασε ποτέ να τα διακηρύξει ανοιχτά προκαλώντας το μένος τόσο των πολωνών όσο και των λιθουανών εθνικιστών. Ο Μίλος αποκαλεί το Βίλνιους με το πολωνικό του όνομα: Βίλνο. Σε καθεστώς εξορίας η μνήμη πηγαίνει βαθύτερα στον χρόνο, ακόμη και στους αιώνες που η πόλη αυτή ήταν κέντρο ενός μεγάλου πολωνολιθουανικού κράτους. Οταν ήταν σπουδαστής ανήκε και αυτός, σαν τον Μιτσκιέβιτς, σε φοιτητική αδελφότητα, που τώρα ονομαζόταν Κλαμπ των Διανοουμένων. Γι’ αυτό και, όπως λέει σε μια επιστολή που έστειλε τη δεκαετία του ’70 στον Τόμας Βέντσλοβα, τον σημαντικότερο ζώντα ποιητή της χώρας, παρέμεινε πιστός – έστω και κατά φαντασίαν – στη Λιθουανία.


Ο πατέρας τού Βέντσλοβα ήταν επίσης ποιητής – και σημαίνον στέλεχος του κομμουνιστικού κόμματος. Του απονεμήθηκε μάλιστα και το Βραβείο Στάλιν. Ο γιος, αφού πέρασε πρώτα από την Κομσομόλ, στη συνέχεια έλαβε ενεργό μέρος στο κίνημα των διαφωνούντων της Λιθουανίας και το 1977 αναγκάστηκε να εκπατριστεί στην Αμερική ή, σύμφωνα με ένα από τα ωραιότερα ποιήματά του, «στην άλλη πλευρά του χρόνου και της ύπαρξης».


ΔΙΑΒΑΣΤΕ


Czeslaw Milosz: The Captive Mind (Vintage Books)


Czeslaw Milosz: New and Collected Poems (HarperCollins)


Tomas Venclova: Winter Dialogue. Forward by Joseph Brodsky (Northwestern University Press)


Adam Mickiewicz: Pan Tadeusz (Hippocrene Books)


Νηλ Ασερσον: Μαύρη Θάλασσα, κεφ. 6 (εκδόσεις Ωκεανίδα)