Το Δυρράχι, χωριό της επαρχίας Μεγαλοπόλεως, στο νοτιότερο σημείο του Νομού Αρκαδίας, με 297 κατοίκους κατά την απογραφή του 2001, που μόλις φτάνουν τους 150 τον χειμώνα, έδρα καταργηθείσης πλέον κοινότητας, χάρη στο λεύκωμα των ξενιτεμένων στο κλεινόν άστυ Δυρραχιτών, αποκτά επιβλητικές διαστάσεις, καθώς απλώνει ρίζες στο παρελθόν, προβάλλοντας την προνομιούχο γεωγραφική θέση του. Ενα θαυμάσιο παράδειγμα για το πώς τα εν πολλοίς εγκαταλελειμμένα χωριά ανά την επικράτεια μπορούν, σε επιλήσμονες καιρούς, να ξαναβρούν τη χαμένη τους οντότητα, αν όχι στην πραγματικότητα, τουλάχιστον στο φαντασιακό μελλοντικών γενεών.


Διπλή η καταγωγή της ονομασίας Δυρράχι, μυθολογική από τον γιο του Ποσειδώνα Δυρράχιο και γεωγραφική, από τις δύσκολες ράχες του Ταΰγετου. Οι λεξικογράφοι, δίπλα στο ιλλυρικό Δυρράχιο, αναφέρουν και την αρχαία πόλη της Λακωνίας, ακμάζουσα την εποχή των Παλαιολόγων και έδρα επισκοπής, υπαγόμενης στη Μητρόπολη Μονεμβασιάς, κατά τον 18ο αιώνα. Ορμητήριο κλεφτών στους προεπαναστατικούς χρόνους και οπλαρχηγών κατά την Επανάσταση, με γηγενή ήρωα τον Παναγιώτη Κεφάλα, που μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Παπαφλέσσα, μετά του οποίου και των τριακοσίων του έπεσε στο Μανιάκι, ηρωικώς μαχόμενος στα 35 του. Αυτός και οι αδελφοί του, Θεόδωρος και Δημητρός, με ένα σώμα 600 ανδρών, συμμετείχαν σε πλείστες όσες μάχες και αλώσεις πόλεων, προπαντός της Τριπολιτσάς. Κατά την ιστόρηση του Σπυρίδωνος Τρικούπη αλλά και του Παλαιών Πατρών Γερμανού, πρώτος ο Κεφάλας πήδησε το τείχος της πόλης και άνοιξε την πόρτα του Ναυπλίου. Κατά άλλους, ως ο Φωτάκος, δεν ήταν ο πρώτος αλλά μεταξύ των πρώτων και μπήκε από την πόρτα του Μυστρά. Πάντως, ο βαυαρός ζωγράφος που απαθανάτισε την Ελληνική Επανάσταση κατόπιν εντολής του βασιλέα Λουδοβίκου, απεικονίζει τον Κεφάλα να στήνει την ελληνική σημαία επί των τειχών της Τριπολιτσάς. Λέγεται, μάλιστα, ότι η πρώτη Γαλανόλευκη έγινε με ένα κομμάτι από το αντερί του Παπαφλέσσα και ένα από τη φουστανέλα του Κεφάλα.


Στην παράδοση ριζώνει η ιστορία του τόπου, που ζωντανεύει στο λεύκωμα με μια αφήγηση, υπερχειλίζουσα στοιχείων και περιγραφών, συνοδευόμενη από πλήθος παλαιών φωτογραφιών, με την πρώτη να ανάγεται στη δεκαετία του 1880. Την καλή γνωριμία με το Δυρράχι συμπληρώνουν σύγχρονες φωτογραφίες, που δείχνουν το χωριό και τις συνοικίες του, τις εκκλησίες και τα εξωκκλήσιά του, κυρίως τον ορεινό ορίζοντα και τη γύρω φύση. Στα αξιοθέατα, το μοναστήρι της Παναγίας της Ρεκίτσας, τόπος μύησης της Φιλικής Εταιρείας, καθώς και το παλαιό εξωκκλήσιο του Αγίου Νικήτα, όπου λέγεται ότι βαφτίστηκε ο Νικηταράς. Το λεύκωμα συνεχίζει με τους Δυρραχίτες, τις ασχολίες και τις διασκεδάσεις τους. Παλαιότερους και σημερινούς, ντόπιους και απανταχού σπαρμένους, μια και άρχισαν από νωρίς να μεταναστεύουν. Παρέμειναν, ωστόσο, δεμένοι με τον γενέθλιο τόπο τους, ίδρυσαν συλλόγους και πάντοτε επιστρέφουν. Παραδοσιακός οικισμός το Δυρράχι και πολλά από τα παλαιά διώροφα, με τους ξύλινους εξώστες και το κατώι, ανακαινίζονται, ενώ χτίζονται καινούργια, με τους αγρούς να μετατρέπονται σε οικόπεδα ή και γήπεδα. Το λεύκωμα δείχνει τους δεσμούς να συσφίγγονται, ανατέλλοντος του 21ου αιώνα, καθώς οι Δυρραχίτες επιλέγουν για τουρισμό τη γενέτειρα.