Ηταν αδίστακτος. Θύματά του υπήρξαν δύο κυρίες της καλής κοινωνίας, η δόνα Αννα και η δόνα Ισαβέλλα, αλλά και δύο λαϊκές, η ψαροπούλα Τισμπέα και η βοσκοπούλα Αμίντα. Και όταν ο άρχοντας Ουλόα, πατέρας της πρώτης ατιμασμένης, έτρεξε να σώσει την κόρη του από το ερωτικό δόκανο του κατακτητή, αυτός τον μαχαίρωσε. Τέσσερα θηλυκά αποπλάνησε ο πρώτος λογοτεχνικός Δον Ζουάν διά χειρός του ισπανού συγγραφέα Τίρσο δε Μολίνα το πρώτο τέταρτο του 17ου αιώνα. Και ναι μεν στη διδακτική εκείνη κωμωδία ο Δον Ζουάν παρασύρθηκε στον θάνατο από το φάντασμα του τραγικού πατέρα, αλλά νεκραναστήθηκε στη συνέχεια από άλλους συγγραφείς και συνθέτες. Και όλοι αυτοί οι τριακόσιοι και πλέον Δον Ζουάν μέχρι σήμερα εξαπάτησαν αναρίθμητες άλλες γυναίκες σε πολλές χώρες και σε διαφορετικές εποχές για να ικανοποιήσουν την ηδονοθηρία τους.


Ο Δον Ζουάν ξεκίνησε την πορεία του σαν αποκύημα του πνεύματος της αντιμεταρρύθμισης, σαν υπενθύμιση της τιμωρίας την οποία επιφέρει νομοτελειακά η ακολασία. Μετατράπηκε τον 18ο αιώνα σε ανέμελο καρδιοκατακτητή εκφράζοντας τα ελευθέρια ήθη, τα οποία επέτρεπε ο Διαφωτισμός, με αποκορύφωμα τον Ντον Τζιοβάνι του Μότσαρτ το 1787. Για να γίνει στη συνέχεια εκφραστής της αγωνιώδους αναζήτησης της διάρκειας μέσα από τα εφήμερα πάθη και, τέλος, σύμβολο του συναισθηματικού αδιεξόδου του σύγχρονου ανθρώπου, όπως για παράδειγμα στο ομώνυμο έργο του Μαξ Φρις (1953), όπου ο ήρωας αφοσιώνεται στον μοναδικό πραγματικό του έρωτα: τη… γεωμετρία.


Εικόνες μιας ημέρας


Μετά τον πολύπλαγκτο βίο και τις τόσες μεταμορφώσεις του τους τελευταίους αιώνες, αναρωτιέται κανείς πράγματι με περιέργεια σε ποιες τρελές περιπέτειες θα εμπλέξει τον ήρωα ο αυστριακός συγγραφέας Πέτερ Χάντκε στο δικό του βιβλίο που μόλις κυκλοφόρησε (Δον Ζουάν. H ιστορία του αφηγημένη από τον ίδιο).


Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας πανδοχέας που είχε χρόνους να δει ανθρώπινη ψυχή στο χάνι του. Του άρεσε πολύ να μαγειρεύει, αλλά τώρα πια που δεν ερχόταν κανείς είχε σταματήσει το μαγείρεμα. Του άρεσε να διαβάζει παλιά βιβλία, αλλά στο μεταξύ είχε βαρεθεί και το διάβασμα. Το χάνι του βρισκόταν στα ερείπια ενός παμπάλαιου εγκαταλειμμένου μοναστηριού, που στα βιβλία το έλεγαν Πορ-Ρουαγιάλ ντε Σαν. Καθόταν λοιπόν και κοίταζε τα υψώματα γύρω γύρω, αφουγκραζόταν τις φωνές από το πιο κοντινό χωριό και συλλογιζόταν. Ωσπου μια ωραία μαγιάτικη μέρα εμφανίστηκε κυνηγημένος στην αυλή του ένας ήρωας της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο πολύς Δον Ζουάν. Και αφού ο πανδοχέας τον φίλεψε και τον άφησε να ξεκουραστεί, ο Δον Ζουάν άρχισε να του αφηγείται επτά ημέρες από τη ζωή του. Κάθε μέρα του διηγούνταν τι του είχε συμβεί πριν από επτά ακριβώς ημέρες, μία εβδομάδα, την «εβδομάδα των γυναικών», κάθε μέρα και σε άλλο τόπο, κάθε μέρα και με άλλη γυναίκα. Το έργο αυτό του Πέτερ Χάντκε μοιάζει με ονειρικό παραμύθι που κυλά μέσα από την εξιστόρηση επτά ημερών.


«Αρκούσε να πει «την περασμένη Δευτέρα» και αμέσως κατέφθαναν οι εικόνες, οι εικόνες ολόκληρης εκείνης της ημέρας, απρόσκλητες, οι εικόνες της ημέρας πριν από επτά ακριβώς ημέρες ξυπνούσαν, εμφανίζονταν, όπως δεν είχαν εμφανιστεί μία βδομάδα πριν, έπαιρναν τη θέση τους, στοιχίζονταν σιωπηλά, χωρίς το ταρατατζούμ της αναδρομικής, ενσυνείδητης, μεταλλικής μνήμης, κι αν είχαν κάποιον ρυθμό, τότε ήταν ο ρυθμός μιας τέτοιας βουβής ακολουθίας, χωρίς να παρεμβάλλεται η μια εικόνα στην άλλη, με το σημαντικό και το ασήμαντο ισότιμα, τίποτα το σημαντικό πια, αλλά και τίποτα το ασήμαντο». Ποιες ηδονικές αποπλανήσεις θα στοιχηθούν άραγε βουβά μπροστά και στα δικά μας μάτια;


«Ο Δον Ζουάν δεν ήταν αποπλανητής. Δεν είχε αποπλανήσει ποτέ του γυναίκα. Είχε βέβαια συναντήσει κάποιες, οι οποίες στη συνέχεια του το καταμαρτυρούσαν. Αυτές οι γυναίκες όμως ή είχαν πει ψέματα ή είχαν χάσει τα λογικά τους και στην πραγματικότητα ήθελαν να εκφράσουν κάτι εντελώς διαφορετικό».


Ιστορίες εκμαυλισμού;


Ο αναγνώστης που περιμένει από αυτόν τον Δον Ζουάν ιστορίες εκμαυλισμού και από αυτόν τον συγγραφέα γαργαλιστικές ερωτικές λεπτομέρειες θα απογοητευθεί. Παρ’ όλα αυτά ο Δον Ζουάν του Χάντκε κατέχει μια μεγάλη δύναμη, το βλέμμα του. «H ιστορία του Δον Ζουάν, όπως μου τη διηγήθηκε ο ίδιος, δεν είχε καμιά σχέση με τον δικό του πόθο και τις όποιες ανάλογες νίκες. Αντίθετα μάλιστα, με το βλέμμα του απελευθέρωνε τον πόθο της γυναίκας. Ηταν ένα βλέμμα που αγκάλιαζε πέρα από την ίδια ένα ευρύτερο, ακόμη και διαφορετικό πεδίο, ένα βλέμμα που την ξεπερνούσε και την άφηνε να είναι όπως αυτή ήταν, και για τούτο ακριβώς ήξερε ότι αυτήν εννοούσε και αυτήν κολάκευε· ήταν ένα βλέμμα που δρούσε».


Αυτός ο Δον Ζουάν δεν θα μάθουμε ποτέ πώς κατάφερε ό,τι κατάφερε, αν το κατάφερε. Οι δικές του ερωτικές περιπέτειες είναι εντελώς απαλλαγμένες από πικάντικα στιγμιότυπα και παρατράγουδα της κλίνης. H προσοχή του και η προσοχή μας στρέφεται σε εκείνες τις σπάνιες, τις λιγοστές στη ζωή «γεμάτες στιγμές», όταν ο χρόνος σου και χρόνος μου συντονίζονται, όταν διαχέομαι μέσα σου και διαχέεσαι μέσα μου, όταν υπάρχουμε αμοιβαία, όταν οι ιδιαιτερότητές σου και οι ιδιαιτερότητές μου παύουν να είναι κυρίαρχες. Αυτός είναι ο Δον Ζουάν του Χάντκε: ο κυρίαρχος του υποκειμενικού χρόνου και της πλήρωσης.


H πρώτη γυναίκα είναι αυτή που εγκαταλείπει προς στιγμή τον γάμο της σε κάποιο χωριό του Καυκάσου συνεπαρμένη από ένα σχεδόν τυχαίο αλλά ακαριαίο βλέμμα του Δον Ζουάν. Με τη δεύτερη θα γνωριστεί την επόμενη ημέρα στη Δαμασκό κατά τη διάρκεια μιας παράστασης που δίνουν ορχούμενοι δερβίσηδες. H τρίτη είναι μια κοπέλα στο λιμάνι της Θέουτα, τον περιχαρακωμένο ισπανικό θύλακο στις ακτές του Μαρόκου. H τέταρτη συνάντηση είναι με μια τρελή. Γνωρίζονται εν ώρα θείας λειτουργίας σε κάποια νορβηγική εκκλησία και στη συνέχεια χάνονται σε κάποιο φιόρδ. Θα ακολουθήσει την επομένη μια κοπέλα «ελαφρών ηθών» σε κάποιον ολλανδικό αμμόλοφο και στη συνέχεια μια γυναίκα σε μια χώρα χωρίς όνομα.


Ενα τυχαίο βλέμμα


Ο κύκλος θα κλείσει κοντά στο Πορ-Ρουαγιάλ ντε Σαν, όπου ο Δον Ζουάν παρακολουθεί κάτω από έναν κέδρο ένα ερωτικό ζευγάρι. Αυτός είναι ξαπλωμένος ανάσκελα χωρίς να φαίνεται και αυτή λικνίζεται πάνω του σαν φίδι υπό τους ήχους της φλογέρας κάποιου αθέατου γητευτή. Το ζευγάρι αντιλαμβάνεται στο τέλος τον παρατηρητή από έναν αναστεναγμό που βγάζει. Δεν είναι ιαχή θαυμασμού μετά το πέρας του θεάματος, αλλά στεναγμός απογοήτευσης, επειδή ο πολλά υποσχόμενος οίστρος τους ολοκληρώθηκε με μια εντελώς τετριμμένη ερωτική τελευτή. Και είναι η αποδοκιμασία του Δον Ζουάν που τους κάνει να τον κυνηγήσουν με το μηχανάκι τους, ώσπου αυτός να βρει καταφύγιο στο χάνι του μοναχικού πανδοχέα. Μετά το πέρας της αφήγησης, μετά το τέλος της «εποχής των γυναικών», ο Δον Ζουάν βγαίνει από το βασίλειο του υποκειμενικού χρόνου και εγκλείεται πάλι στο δεσμωτήριο του αντικειμενικού χρόνου. Περιπίπτει σε μια φάση αριθμομανίας. Αρχίζει να μετράει τα κουμπιά του πουκαμίσου του, τα αυτοκίνητα που περνούν, τα χελιδόνια που πετούν, ακόμη και τις τούφες με τα χνούδια από τις λεύκες που αιωρούνται στην ατμόσφαιρα σαν νιφάδες χιονιού. H λύση θα έρθει όταν οι γυναίκες του Δον Ζουάν πολιορκήσουν το χάνι, πανέμορφες, με σκοτεινά βλέμματα, διεκδικώντας τον ήρωά τους. Εχει έρθει η ώρα να εγκαταλείψει τον πανδοχέα.


Αυτή η ονειροφαντασιά του Χάντκε δεν είναι στην πραγματικότητα μια νέα εκδοχή του μύθου του Δον Ζουάν, αλλά μία ακόμη εκδοχή της επικής αναδιήγησης του κόσμου, που έχει ξεκινήσει ο συγγραφέας εδώ και δεκαετίες. Μια αναδιήγηση που δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, όπως εξάλλου ούτε και η ιστορία του ήρωα. «Το τι συνέβη στη συνέχεια δεν μπορεί να το διηγηθεί κανείς, ούτε ο Δον Ζουάν ο ίδιος ούτε εγώ ούτε κανείς άλλος. H ιστορία του Δον Ζουάν δεν μπορεί να έχει τέλος, και αυτό ακριβώς είναι η οριστική και πραγματική ιστορία του Δον Ζουάν».


Τι απομένει μετά την ανάγνωση; H λυτρωτική αίσθηση της μέθεξης σε μια εκπληκτικά πυκνή περιγραφή εκπληκτικά απερίγραπτων μυστηρίων της ψυχής. Και είναι σίγουρα αυτή η αίσθηση που έκανε τον κριτικό του περιοδικού «Der Spiegel» να σημειώσει ότι πρόκειται «αν όχι για το καλύτερο, πάντως σίγουρα για το ωραιότερο βιβλίο του Χάντκε».


Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Deutsche Welle