«Καθώς το καλοκαίρι πηγαίνει προς το τέλος του και η Αθήνα ζει στον πυρετό των Ολυμπιακών Αγώνων (επιφυλάσσομαι να τους σχολιάσω, από γλωσσική πάντα άποψη, μετά το τέλος τους), είναι ίσως ευκαιρία να αναφερθώ σε διάφορα πολιτιστικά και καλλιτεχνικά, που η πληθώρα θερινών παραστάσεων, εκδηλώσεων και αναγνωσμάτων με βοηθάει πάντα να θυμηθώ.


Και βέβαια, κατά τα ειωθότα, από Διός άρξασθε. Ή μάλλον, στη συγκεκριμένη περίπτωση, από… Αρτέμιδος. Κάποια στιγμή θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι γίνεται με την κλίση του αρχαίου Δωδεκάθεου, αν θέλουμε να μην καταλήγουμε σε διατυπώσεις όπως «ο ναός της Αρτέμιδας», ή -ακόμη χειρότερα- «οι δρόμοι της Αρτέμιδας [του προαστίου της Αθήνας] είναι παγωμένοι». Ή, λοιπόν, η Αρτεμη/της Αρτεμης, ή η Αρτεμις/της Αρτέμιδος· Αρτέμιδα/ας πάντως, απ’ ό,τι γνωρίζω, δεν υπάρχει. Οσο για το ποιο από τα δύο, το πρωτόκλιτο ή το τριτόκλιτο, είναι προτιμότερο, νομίζω ότι ο τύπος η Αρτεμη/της Αρτεμης κάνει μια χαρά τη δουλειά του. Μοναδική εξαίρεση, ίσως, όταν αναφερόμαστε σε αρχαία μνημεία ή έργα τέχνης, οπότε είναι λογικό να τα μνημονεύουμε με την ιστορική τους ονομασία. Ετσι λοιπόν, «το βιβλίο είναι της φίλης μου της Αρτεμης» ή «μου το έδωσε η φίλη μου η Αρτεμη», αλλά «το καλοκαίρι που πήγαμε στην Τουρκία, είδαμε στην Εφεσο τα ερείπια του Ναού της Αρτέμιδος» (όπως λέμε ο Ναός του Ολυμπίου Διός, και όχι του Ολύμπιου Δία).


H δεύτερη επισήμανσή μου αφορά το Παρίσι. Γνωρίζω τη σχετική φιλολογία και συζήτηση για την προέλευση της προσωνυμίας «η πόλη των φώτων/του φωτός». Δεν θα πάψω, ωστόσο, να επιμένω ότι ο χαρακτηρισμός έλκει την καταγωγή του από τον Διαφωτισμό (Lumiéres), ο οποίος κατεξοχήν άνθισε στο Παρίσι, και όχι βέβαια από το γεγονός ότι η πόλη είχε/έχει πολλά φώτα ή ήταν/είναι καλά φωτισμένη (λες και οι άλλες μεγαλουπόλεις της Ευρώπης ήταν/είναι βουτηγμένες στο σκοτάδι). Πρόκειται, λοιπόν, για την πόλη των Φώτων (με κεφαλαίο, γιατί αλλιώς μπερδευόμαστε), όπως η Φλορεντία είναι «η πόλη της Αναγέννησης», και όχι για μια πόλη που απλώς έχει… πολλά φανάρια.


H τρίτη παρατήρησή μου αφορά τον κινηματογράφο. Συχνά διαβάζουμε ότι παίχτηκε, παίζεται ή θα παιχτεί η ταινία του Άιζενσταϊν Το θωρηκτό Ποτέμκιν (Ποτιόμκιν προφέρεται, αλλά αυτό είναι άλλου Υπο-γλώσσιου ευαγγέλιο). H άποψή μου, λοιπόν, είναι ότι δεν είναι σωστό να το γράφουμε έτσι, δίχως εισαγωγικά, αφού πρόκειται για ονομασία πολεμικού πλοίου. Επομένως, όπως θα γράφαμε Το θωρηκτό «Αβέρωφ» (και όχι Το θωρηκτό Αβέρωφ), ή όπως είναι πιο σωστό να γράφουμε Το υποβρύχιο «Παπανικολής», έτσι είναι και πιο λογικό να γράφουμε Το θωρηκτό «Ποτέμκιν».


Τελειώνοντας, ένα «υπόλοιπο» από τις ποδοσφαιρικές μεταδόσεις του Ιουνίου-Ιουλίου, το οποίο είχα ξεχάσει στο Υπο-γλώσσιο που ήταν αφιερωμένο στο Euro 2004. Κατά κόρον, λοιπόν, ακούστηκε εκείνες τις μέρες, από τα ηλεκτρονικά αλλά και από τα έντυπα MME, ότι η ομάδα A είναι «αμυντικογενής» ή η ομάδα B «επιθετικογενής». Ομως, ο όρος αμυντικογενής ή επιθετικογενής δηλώνει -αν δηλώνει κάτι, που πολύ αμφιβάλλω- προέλευση, δηλαδή αυτόν που προέρχεται από την ή έχει θητεύσει στην άμυνα, την επίθεση, κ.ο.κ. (κατά το ενδογενής/αλλογενής, ΠΑΣΟΚογενής, κ.λπ.), ενώ αυτό που προφανώς εννοούσαν οι δημοσιογράφοι και οι ρεπόρτερ ήταν ότι η συγκεκριμένη ομάδα έχει αμυντικές/επιθετικές τάσεις, αμυντικούς/επιθετικούς προσανατολισμούς, ή τελοσπάντων ότι προτιμάει να παίζει αμυντικό/επιθετικό ποδόσφαιρο.»


Ο κ. Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής. Διδάσκει στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης (ΕΚΕΜΕΛ). Οι αναγνώστες μπορούν να στέλνουν τις παρατηρήσεις τους, τις επισημάνσεις τους ή τις διαφωνίες τους στην ηλεκτρονική θυρίδα achpappas@hotmail.com. Από τις εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν ήδη τα πρώτα 50 κείμενα της στήλης με τον τίτλο «Υπο-γλώσσια».