«Πρώτο κείμενο μετά την καλοκαιρινή ανάπαυλα, και τα ερεθίσματα δεν λείπουν ποτέ. Και πρώτα πρώτα, έστω και με καθυστέρηση λόγω των διακοπών της στήλης, το Euro 2004 στην Πορτογαλία.


Αναρίθμητες, ως συνήθως, οι κοτσάνες που ακούστηκαν από τους εκφωνητές των αγώνων. Ωστόσο, θα ήταν ίσως μίζερο και γεροντοκορίστικο να ξεχαστεί το μείζον, που ήταν αναμφισβήτητα η επιτυχία της εθνικής μας ομάδας και η γενική ευφορία των ημερών εκείνων, και να επιδοθούμε σε μεμψιμοιρίες για τα μαργαριτάρια που ακούσαμε και πάλι. Θα περιοριστώ, λοιπόν, σ’ ένα μόνο σχόλιο: την προσθήκη του κακόηχου όσο και λανθασμένου τελικού ς στον πληθυντικό των λέξεων ξενικής (αγγλικής, κυρίως) προέλευσης – φαινόμενο που το είχα θίξει και σε παλαιότερο σχόλιο, έναν περίπου χρόνο πριν.


Βομβαρδιστήκαμε, λοιπόν, καθ’ όλη τη διάρκεια των μεταδόσεων από «αγώνες που θα πάνε στα πέναλτις», και «να δούμε τι θα γίνει και στα άλλα γκρουπς», όπως βομβαρδιζόμαστε και καθημερινά από προφορικές αναφορές στα «πολλά νέα σιντίς» που έχει ο Α, «στα δωρεάν ντιβιντίς που μοιράζουν οι εφημερίδες» ή «στα ιμέιλς που έλαβα» (μπορεί να γράφουμε CDs, DVDs ή e-mails, αλλά, όταν μιλάμε, ο πληθυντικός των συγκεκριμένων λέξεων είναι τα σιντί, τα ντιβιντί, τα ιμέιλ).


Ιδιαίτερα στο χώρο του αθλητισμού, όπου οι λέξεις ξενικής προέλευσης είναι πάμπολλες, γίνεται κυριολεκτικά «χαμός» με τα γκολς και τα οφσάιντς, τα αράουτς και τα κόρνερς, τα φάουλς και τα πέναλτις, τα μπακς και τα χαφς, τα πλεϊμέικερς, τα ταϊμάουτς και τα φάιναλφορς στο μπάσκετ, τα μπλοκς στο βόλεϊ, κ.ο.κ.


Αλλά και σε άλλα πεδία, που καμιά σχέση δεν έχουν με τον αθλητισμό, τα πράγματα δεν είναι πολύ καλύτερα. Ακούμε, λοιπόν, ότι «πέρασαν δύο τρόλεϊς ή τρία τραμς, όλα γεμάτα», ότι τα «φεριμπότς πάνε κι έρχονται συνέχεια», ότι «μου έστειλε η μητέρα μου δύο τάπερς: ένα με γεμιστά και ένα με σπανακόπιτα», κ.ο.κ. Φαίνεται, μάλιστα, ότι όλα αυτά, όπως και τα γκάτζετς, τα Οσκαρς, τα γουικέντς, τα πικνίκς, τα κοπιράιτς, τα κλαμπς ή ακόμη και τα σάντουιτσες(!), προέκυψαν μάλλον τα τελευταία χρόνια, όταν όλοι σχεδόν άρχισαν να μαθαίνουν (και καλά κάνουν, βέβαια) αγγλικά. Τότε, βαθμιαία, σχεδόν ανεπαισθήτως, άρχισε να θεωρείται πιο σικ, πιο «γλωσσικά ορθό», να δείχνει κανείς ότι γνωρίζει πώς σχηματίζεται ο πληθυντικός στην αγγλική, χρησιμοποιώντας και στα ελληνικά το ς κατά την εκφορά του λόγου.


Εχουμε, λοιπόν, και λέμε (κυριολεκτικά «λέμε», μια και το φαινόμενο αφορά σχεδόν αποκλειστικά τον προφορικό λόγο): τα γκολ, τα φάουλ, τα χαφ, τα γκρουπ, τα γουικέντ, τα τάπερ, τα Οσκαρ, τα κλαμπ, τα τραμ, τα τρόλεϊ, τα σιντί, τα ντιβιντί, τα ιμέιλ, κ.λπ. Οσο για το ς στον πληθυντικό, μπορώ να διαβεβαιώσω όλους εκείνους που το χρησιμοποιούν, από κεκτημένη ταχύτητα ή από επιθυμία να μιλάνε πιο «σωστά», ότι ούτε τη γλωσσομάθεια του ομιλούντος βεβαιώνει, ούτε πιο σικ και πιο «υποψιασμένη» διατύπωση συνιστά.


Κλείνοντας, και με αφορμή πάντα το πρόσφατο Euro 2004, ένα μικρό σχόλιο που άπτεται έστω και έμμεσα των προβληματισμών και των ευαισθησιών της στήλης. Εκφωνητής ο οποίος έγινε γνωστός στο πανελλήνιο πρωτίστως για τις απίθανες ασυναρτησίες και ασυνταξίες του (τριάντα περίπου χρόνια έκανε αυτή τη δουλειά ο άτιμος, και κάθε χρόνο γινόταν και… χειρότερος· πραγματικό κατόρθωμα!) επιβραβεύτηκε, προφανώς για την επιτυ-χημέ-νη(;) σταδιοδρομία και παρουσία του στον δημόσιο βίο, με την τοποθέτησή του σε εκλόγιμη θέση ευρωβουλευτή. Τι να πει κανείς;»


Ο κ. Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής. Διδάσκει στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης (ΕΚΕΜΕΛ). Οι αναγνώστες μπορούν να στέλνουν τις παρατηρήσεις τους, τις επισημάνσεις τους ή τις διαφωνίες τους στην ηλεκτρονική θυρίδα achpappas@hotmail. com. Από τις εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν ήδη τα πρώτα 50 κείμενα της στήλης με τον τίτλο «Υπο-γλώσσια».