Καθένας μας τον βιώνει ως εξαιρετικό, ως κάτι μοναδικό στην ιστορία της ανθρωπότητας. Υπάρχει όμως κάτι πιο κλισέ από τον έρωτα τον ίδιο; Ο Αλαίν Ντε Μποττόν μέσα σε 24 κεφάλαια καταγράφει την ιστορία μιας ερωτικής σχέσης μέσα από τα στερεότυπά της: «Εξιδανίκευση», «Σώμα και νους», «Σκεπτικισμός και πίστη», «Επιβεβαίωση του εγώ», «Ερωτική τρομοκρατία», «Ο φόβος της ευτυχίας». Αυτό που διαφοροποιεί το βιβλίο από ένα ελαφρύ ανάγνωσμα είναι η συνεχής συνομιλία με κλασικά κείμενα: Στοχασμοί του Πασκάλ, Πέρα από το καλό και το κακό του Νίτσε, De civitate Dei του Αυγουστίνου. Χρησιμοποιούνται ρήσεις και αφορισμοί από τον Λα Ροσφουκό, τον Βιτγκενστάιν, τον Γκαίτε, τον Καντ. Υπάρχουν αναφορές λιγότερο αυτονόητες, ενταγμένες περίτεχνα στο μυθιστόρημα: «Δεν ήταν άραγε πιθανό ότι σε μιαν άλλη εποχή τα συμπτώματά μου θα θεωρούνταν ένδειξη θρησκευτικού οράματος, ίωσης ή και – απολύτως κυριολεκτικά – θρόμβωση της στεφανιαίας; H Αγία Θηρεσία της Αβιλα (1815-1882), ιδρύτρια του Τάγματος των Ανυπόδητων Καρμηλιτισσών, μίλησε για κάτι που οι σημερινοί ψυχοερευνητές θα το εκλάμβαναν ως μετουσιωμένο οργασμό, όταν έγραψε πώς βίωσε τον έρωτα προς τον Θεό μέσω της επίσκεψης ενός αγγέλου».


Με όπλο το χιούμορ


Το ωραίο στη Μικρή φιλοσοφία του έρωτα είναι η αντίληψη του χιούμορ. Παρά τους διαρκείς παραλληλισμούς και τις αναφορές σε στοχαστές, ο Ντε Μποττόν μοιάζει να το διασκεδάζει και μεταφέρει τη διάθεσή του στον αναγνώστη. Αλλωστε δεν υπάρχει κάτι περιττό στην αφήγηση. Για να γίνουμε πιο σαφείς, δεν μοιάζει με επίδειξη γνώσεων. Δεν υπάρχει λόγος για κάτι τέτοιο. Ο Αλαίν Ντε Μποττόν άρχισε σε μικρή ηλικία να διδάσκει φιλοσοφία στο London University. Γεννήθηκε το 1969 στη Ζυρίχη και μεγάλωσε στην Ελβετία και στην Αγγλία. Μέχρι στιγμής έχει γράψει επτά βιβλία – το έβδομο Status Anxiety συνοδεύεται από ένα ντοκυμαντέρ τριών επεισοδίων που θα προβληθεί την άνοιξη στη βρετανική τηλεόραση. Αφορά το άγχος του ανθρώπου για το τι σκέπτονται οι άλλοι για το άτομό του, το πώς δηλαδή τον κρίνουν στην επιτυχία του αλλά και στην αποτυχία. Στην Ελλάδα και σε πολλά άλλα κράτη έγινε γνωστός με το τέταρτο βιβλίο του, το δοκίμιο Πώς ο Προυστ μπορεί να αλλάξει τη ζωή σου (εκδόσεις Πατάκη, 2000). Ενα άλλο βιβλίο του, The art of travel, πραγματεύεται το ζήτημα του ταξιδιού – τι μας παρακινεί να περιπλανηθούμε σε ξένους τόπους. Πρόκειται για εκδόσεις με τεράστια εμπορική επιτυχία, που έχουν αποσπάσει εγκωμιαστικές κριτικές και κατατάσσουν τον συγγραφέα στη ζηλευτή κατηγορία των «αξιοσέβαστων δημοφιλών».


Ο αφηγητής συναντά τον έρωτά του, τη Χλόη, σε μια πτήση Παρίσι – Λονδίνο. Στατιστικά είχαν μία πιθανότητα στις 5.840,82 να γνωριστούν στη διάρκεια της πτήσης (υπολογίζοντας όλα τα δρομολόγια της ημέρας και τη σύμπτωση να καθήσουν σε διπλανά καθίσματα). Με πολύ σοβαρό ύφος ο αφηγητής εξηγεί γιατί προορίζονταν ο ένας για τον άλλον: και οι δύο κάποτε μάθαιναν κλαρινέτο. Στο σχολείο είχαν παίξει και οι δύο στο «Ονειρο θερινής νυκτός». Εχουν και οι δύο φακίδες στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού. Συνηθίζουν και οι δύο να βγάζουν την κέτσαπ από το μπουκάλι με το μαχαίρι. Για όποιον δεν τα θεωρεί αυτά μοιραία, ο Αλαίν Ντε Μποττόν έχει πολλά ακόμη επιχειρήματα καθώς γυρνάμε τις σελίδες του βιβλίου. Ισορροπεί διαρκώς ανάμεσα στην εξύμνηση των ευγενών συναισθημάτων και στη διακωμώδησή τους. Θα περιγράψει όλα τα στάδια της σχέσης. Την εκδρομή στην Ισπανία, όπου καταγράφονται διάλογοι για την πιθανότητα μόνιμης εγκατάστασης στην εξοχή («Θα μπορούσαμε να μείνουμε μαζί, εγώ θα αναλάμβανα τις κατσίκες, εσύ τις ελιές […]»).


Το βήμα της Χλόης


Τα αισθήματα δοκιμάζονται, η σχέση περνά από διάφορες φάσεις που όλοι έχουν λίγο-πολύ ζήσει ως την επόμενη μοιραία πτήση. Ο χωρισμός είναι και αυτός αεροπλανικός, και μάλιστα στην αντίθετη διαδρομή, από το Λονδίνο στο Παρίσι. Το επόμενο βήμα για τη Χλόη είναι και αυτό αναμενόμενο: τα φτιάχνει με τον φίλο του πρώην συντρόφου της. Ετσι από την αρχή ως το τέλος ο Ντε Μποττόν καταθέτει μια σκωπτική πραγματεία για τα τετριμμένα των ερωτικών σχέσεων. Ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζει τις καταστάσεις είναι συναρπαστικός. Ο συγγραφέας είναι πολύ φειδωλός σε ό,τι αφορά την περιγραφή του κόσμου που περιβάλλει το ερωτευμένο ζεύγος. Του αρκεί να τοποθετεί την ιστορία στα τέλη του 20ού αιώνα και να προσδιορίζει το σύμπαν των ηρώων μέσα από το ελάχιστο. Επιμένει όμως να ξεφυλλίζει για τον αναγνώστη μεγάλη ποικιλία βιβλίων. «Λίγο καιρό μετά την αποχώρηση της Χλόης βρήκα τυχαία στις προθήκες ενός βιβλιοπωλείου, σε κάποιο σταθμό του μετρό, ένα κλασικό δείγμα του ρομαντικού θετικισμού με τίτλο H καρδιά που αιμορραγεί κάποιας δρος Πέγκυ Νίαρλυ». Αφού λοιπόν μας εισαγάγει στον κόσμο της Νίαρλυ, δημοσιεύει έναν υποθετικό διάλογό της με τη Μαντάμ Μποβαρύ. Το συμπέρασμα; «Δυστυχώς, η Εμμα δεν είχε την ευκαιρία να κάνει ψυχανάλυση και να αποκτήσει την επίγνωση που χρειαζόταν ώστε να αντιληφθεί από τι πήγαζε η μαζοχιστική της συμπεριφορά».


Παρ’ ότι η Μικρή φιλοσοφία του έρωτα χαρακτηρίζεται μυθιστόρημα, θα λέγαμε ότι μάλλον αποτελεί υβριδικό είδος μυθοπλαστικού δοκιμίου με στοιχεία ευθυμογραφήματος. Πέρα από τις όποιες κατατάξεις, πρόκειται για βιβλίο που καταπιάνεται με το πιο κοινότοπο θέμα αλλά το παρουσιάζει με αληθινά πρωτότυπο τρόπο. Ισως να μη λέει πολλά στο αποκαλούμενο «ευρύ κοινό», που θα κουραστεί από την παράθεση ονομάτων, αποφθεγμάτων και αναφορών, αλλά σίγουρα θα ικανοποιήσει τους κάπως πιο απαιτητικούς αναγνώστες.