Τον Ντανίλο Κις τον ανακάλυψα το 1983 στη Νέα Υόρκη. Στο βιβλιοπωλείο Strand, γοητευτικό λαβύρινθο των βιβλιομανών, υπήρχαν σε έναν από τους δεκάδες πάγκους τα μυθιστορήματά του Κήπος, στάχτες και Ενας τάφος για τον Μπορίς Νταβίντοβιτς. Αργότερα θα διάβαζα την Εγκυκλοπαίδεια των νεκρών και την Κλεψύδρα.


Δεν ξέρω ποιος και πότε είπε ότι ο Κις υπήρξε ο τελευταίος γιουγκοσλάβος συγγραφέας. Δεκαεννέα χρόνια αργότερα θα βρισκόμουν στα μέρη του, στη Βοϊβοντίνα, ψάχνοντας ματαίως να βρω τα ίχνη των τόπων και των ανθρώπων που περιγράφει. Ο Κις είχε πεθάνει το 1989 και Γιουγκοσλαβία δεν υπήρχε. Στο Νόβι Σαντ κάποιος μου έδειξε το μέρος όπου πριν από τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ υψωνόταν μια από τις μεγαλύτερες γέφυρες του Δούναβη. Ο αρχιτέκτονάς της, ουγγρικής καταγωγής, όπως και ο Κις, εξακολουθεί να ζει στην πόλη, αλλά δεν πάει πια βόλτα στις όχθες του ποταμού. Δεν μπορεί, λέει, να τον βλέπει χωρίς τη γέφυρα. Είναι σαν να του έχουν αφαιρέσει ένα μέρος από τη μνήμη του.


Ο τελευταίος γιουγκοσλάβος συγγραφέας. Μεταθανάτια τιμή ή ταφόπλακα πάνω στο έργο του; Σήμερα προτιμώ το Ενας τάφος για τον Μπορίς Νταβίντοβιτς από το Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ. Το μυθιστόρημα του Κις είναι τέσσερις φορές μικρότερο και δεν ξέρω πόσες φορές καλύτερο από το αρνητικό έπος του Σολζενίτσιν. Και αν όντως περιγράφει εκείνο τον Δούρειο Ιππο που απεκαλείτο Κομιντέρν, όπως λέει ο Μπρόντσκι, δεν έχει πλέον σημασία. Ο Κις, παθιασμένος μαθητής του Μπόρχες και του Τζόις, θα το προεκτείνει αργότερα στην Κλεψύδρα. Τι θα πει ανάκριση; Τι είναι ένας άνθρωπος που εξορίζεται; Τι σημαίνει εξορία;


Στη Φρούσκα Γκόρα, όπου έμεινα δέκα ημέρες, ο Σάσα, που γράφει οξύτατα δοκίμια στα οποία με καταλυτική ειρωνεία υπονομεύει τη βλακεία των μεγάλων ιδεών, μου λέει ότι προτιμά τον Πάβιτς από τον Κις. Γιατί; Δίνω την αυθαίρετη ερμηνεία: ο Σάσα είναι Ρώσος και στην περιοχή αυτή, που τη σκέπει η σκιά της αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας αλλά οι Σέρβοι την αποκαλούν μικρό Αθωνα (ένα επίνειο της Ανατολής στην προέκταση της Κεντρικής Ευρώπης), οι συνειρμοί πρέπει και αυτοί να αλλάξουν. Επομένως, οποιαδήποτε «χαζαρική μούρη» του Πάβιτς είναι προτιμότερη από τους σκοτεινούς κομισάριους του Κις.


Επίκεινται εκλογές. Στη γειτονική Κικίντα πριν από τρεις ημέρες προεκλογική συγκέντρωση του Κοστούνιτσα. Μιλάει μπροστά σε πολύ μικρό κοινό – ούτε 200 άτομα. Τον παρατηρώ από κοντά, μπροστά στο μικρόφωνο. Χλωμός, απαθής σχεδόν, σαν να κάνει αγγαρεία. Ο κόσμος στην πλατεία πίνει καφέδες και τρώει παγωτά, κάποιοι γέροι, λες και ξέμειναν από την εποχή του τιτοϊκού καθεστώτος ή σαν να βγήκαν κατευθείαν από τις σελίδες του Κις, τον κοιτούν με δυσπιστία. Το αύριο θα είναι χειρότερο από το σήμερα.


Το βράδυ στη Φρούσκα Γκόρα ο νορβηγός ποιητής Αρνε Ρούστε δεν κρύβει την αγανάκτησή του: «Γνώρισα τον Κάρατζιτς ως ποιητή. Πριν από 15 χρόνια με είχε φιλοξενήσει στο σπίτι του. Τότε έπαιζε γκούσλα, ήταν ήρεμος και ευαίσθητος μέχρι βλακείας. Ποιος να το ‘λεγε ότι θα καταντούσε έτσι». Θυμήθηκα όσα μου είχε πει παλαιότερα ένας Σλοβένος: «Ο Κις όλους αυτούς τους περιφρονούσε. Οσο Γιουγκοσλάβος ήταν, άλλο τόσο και Κεντροευρωπαίος. Παράτησε τη Γιουγκοσλαβία και πήγε να ζήσει και να πεθάνει στο Παρίσι. Εβλεπε τη διάλυση από τότε. Κάπνιζε τρία πακέτα Γκολουάζ την ημέρα. Σαν να ήθελε να καεί πριν από τη χώρα του».


Από τα παράθυρα φαινόταν ο Δούναβης. Χωρίς τα στρατεύματα των Οθωμανών και τον κόμητα Εστερχάζι – Σλάβοι και Μαγιάροι στις όχθες του καιρού. Την επομένη θα ερχόταν να μας δει ο Πάβιτς.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ


Ντανίλο Κις: Η εγκυκλοπαίδεια των νεκρών (Εκδόσεις Εξάντας)


Κήπος, στάχτες (στα αγγλικά Garden, Ashes, Harcourt, Brace, Jovannonic)


Κλεψύδρα (στα αγγλικά Hourglass, Northwestern University Press)


Α Tomb for Boris Davidovic (Northwestern University Press, με πρόλογο του Γιόζεφ Μπρόντσκι)