Ο γάλλος θεατρικός συγγραφέας Ερίκ-Εμμανυέλ Σμιτ συνέλαβε την ιδέα αυτού του μυθιστορήματος κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στη Βιέννη, όταν ο συνοδός του είπε: «Σ’ αυτό το καφενείο σύχναζε ο Αδόλφος Χίτλερ την εποχή που προετοιμαζόταν για τις εισαγωγικές εξετάσεις στην Ακαδημία Καλών Τεχνών». Ο Ερίκ-Εμμανυέλ Σμιτ αναρωτιέται: Και αν ο Χίτλερ είχε γίνει δεκτός από την Ακαδημία Καλών Τεχνών εκείνη την 8η Οκτωβρίου 1908; Από αυτή την ερώτηση γεννιέται ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα.


Πράγματι τι θα είχε γίνει αν η επιτροπή είχε δεχθεί και δεν είχε απορρίψει τον Αδόλφο Χίτλερ; Ποια θα ήταν η ζωή του; Και η ιστορία του κόσμου θα άλλαζε; Για να καταλάβει – ή τουλάχιστον για να προσπαθήσει να καταλάβει – τι συνέβαινε μέσα στο κεφάλι του νεαρού Αδόλφου ο Ερίκ-Εμμανυέλ Σμιτ αποφασίζει να διηγηθεί εναλλακτικά δύο ιστορίες: την ιστορία του δυνητικού Αδόλφου Χίτλερ, εκείνου που θα μπορούσε να είχε γίνει ζωγράφος, και εκείνη του αληθινού, που προκύπτει από το βιβλίο της νεότητάς του, για την οποία πραγματικά ο αναγνώστης δεν γνωρίζει σχεδόν τίποτε. Τότε ο νεαρός Αδόλφος είχε ένα ωραίο όνειρο: να γίνει ζωγράφος. Τότε ήταν ένας νεαρός που μάλλον εύκολα του κρατούσε κανείς συντροφιά, ιδεαλιστής, ενθουσιώδης, παθιασμένος, που λάτρευε τη μουσική, το θέατρο, τη ζωγραφική και είχε εβραίους φίλους. Το δίχως άλλο ήταν ένα πλάσμα μοναχικό, μπορούσε όμως να σκεφθεί κανείς ότι όλα αυτά οφείλονταν στο γεγονός ότι μόλις είχε φθάσει στη Βιέννη. Πόσο μάλλον που ο αναγνώστης με φρίκη συλλαμβάνει τον εαυτό του να βρίσκει το πρόσωπο σχεδόν ανθρώπινο! Το πεπρωμένο του δεν είχε ακόμη γραφτεί.


Τα πράγματα αλλάζουν μόνο αργότερα, όταν αποτυγχάνει στον διαγωνισμό της Σχολής Καλών Τεχνών. Στερείται την ιδιότητα του φοιτητή, πετιέται στον δρόμο, κοιμάται σε άσυλα. Από τον αποκλεισμό αυτόν γεννιέται η πίκρα, «η μνησικακία, θα έλεγε ο Νίτσε». Ο πόλεμος θα τον κάνει να σταθεί και πάλι στα πόδια του μέσα στην κοινωνία. Τότε ανακαλύπτει το καταπληκτικό του ταλέντο ως ρήτορα. Ο εθνικισμός του, το μίσος του για τον κομμουνισμό οξύνονται. Αναπτύσσει τα αντισημιτικά του αισθήματα. Τότε ο Αδόλφος περνάει στη σφαίρα της τρέλας συμπαρασύροντας τον κόσμο ολόκληρο και 55 εκατομμύρια ανθρώπους στον όλεθρο. Αντίθετα, ο άλλος Χίτλερ, ο δυνητικός, εκείνος που θα είχε γίνει δεκτός από τη Σχολή Καλών Τεχνών της Βιέννης, βρίσκεται σε αρμονία με την εποχή του… Φαντάζεται τον εαυτό του στο Παρίσι, συναντά τον Ανρί Μπρετόν και τους σουρεαλιστές, ανακαλύπτει την «άλλη εκδοχή», δηλαδή τη φιλία, τον έρωτα, τη σεξουαλικότητα, την πατρότητα, τον θάνατο. Δύο άνδρες με διαφορετικές διαδρομές. Ο ένας θα είχε ζήσει μαζί με την εποχή του, ο άλλος τη σφράγισε. Ο Χίτλερ είναι ένας από τους ανθρώπους που σημάδεψαν καταλυτικά την ιστορία του 20ού αιώνα. Αραγε θα είχε γίνει ο B’ Παγκόσμιος Πόλεμος αν ο Χίτλερ είχε πετύχει στη Σχολή Καλών Τεχνών; Θα είχε μοιραστεί ο κόσμος ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Ρωσία; Θα είχαν δημιουργηθεί η νέα Ευρώπη, το Ισραήλ, η Παλαιστίνη χωρίς το Ολοκαύτωμα;


Πέρα από το απόλυτα επιτυχημένο μυθιστορηματικό παιχνίδι, το θέμα είναι σοβαρό. Το μυθιστόρημα δεν με ενδιαφέρει, λέει ο Σμιτ, αν δεν είναι φιλοσοφικό. Το μυθιστόρημα πρέπει να είναι μια μηχανή ιδεών· να αναδύει τον στοχασμό. Εκείνο που ενδιαφέρει τον συγγραφέα είναι να φανεί πώς κατασκευάζεται ένας Χίτλερ στο ανθρώπινο εργαστήρι, να φανεί ότι δεν γεννιέται κανείς τέρας, γίνεται τέρας. Προφανώς τίθεται το ερώτημα: Μπορούν τα πάντα να γίνουν μυθιστόρημα; Οπωσδήποτε, απαντά ο Σμιτ. «Ο μυθιστοριογράφος έχει κάθε δικαίωμα να κάνει ακόμη και τον Ιησού Χριστό, τον Πόντιο Πιλάτο και τον Αδόλφο Χίτλερ ήρωες μυθιστορημάτων, να επινοεί από την αρχή την Ιστορία με σκοπό να τη μετατρέψει σε σκηνικό μυθιστορήματος, να πραγματεύεται ακόμη και την ιδέα του πεπρωμένου». Σκοπός του Σμιτ είναι «να σπρώξει τον αναγνώστη να αναρωτηθεί σχετικά με εκείνο το σκοτεινό κομμάτι που κοιμάται μέσα του». Πρόκειται για στοχασμό γύρω από το θέμα του κακού, για το σοβαρότατο θέμα περί ενοχής και αθωότητας. Ο Χίτλερ είχε κάνει ένα ωραίο όνειρο και αυτό έγινε κομμάτια. Ο Χίτλερ, ο οποίος υπήρξε ένας απλοϊκός, ιδεαλιστής και ενθουσιώδης νεαρός, έγινε ένας δικτάτορας φονιάς, ένας βάρβαρος, το όνειδος της ανθρωπότητας. Τι σχέση μπορεί να υπάρχει ανάμεσα στον μαθητευόμενο καλλιτέχνη και στον ολοκληρωμένο τύραννο; Τι είδους σχέση; Και αν τελικά ο Χίτλερ ήταν μια πιθανή δική μας εκδοχή;


Το θέμα μάς αγγίζει. Σύμφωνα με τον Σμιτ, ο νεαρός μάς μοιάζει. Μας μοιάζει και το τέρας; Μπορεί, λέει ο Σμιτ, αν αποδεχόμαστε τις απλοϊκές εξηγήσεις, αν αναζητάμε αποδιοπομπαίους τράγους, αν πιστεύουμε ότι έχουμε πάντα το δίκιο με το μέρος μας, αν δεν νιώθουμε ποτέ ένοχοι. Αν αφήσουμε τις ορμές του μίσους να κυριαρχήσουν επάνω στον αλτρουισμό. Το γνωρίζουμε: ο άνθρωπος πρέπει να φοβάται τον άνθρωπο! Αν ο Σμιτ δεν σώζει το τέρας, που παραμένει βέβαια ασυγχώρητο, σώζει πάντως την ανθρωπότητα με βάση το θεώρημα ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να είχαν έρθει και αλλιώς.


H κυρία Κατρίν Βελισσάρη είναι διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Λογοτεχνικής Μετάφρασης (ΕΚΕΜΕΛ).