» Τελειώνοντας -προσωρινά, τουλάχιστον- την ενότητα με τις κοινοτοπίες, σήμερα θα επεκταθώ κάπως, καλύπτοντας και περιπτώσεις ορισμένων κλισέ που δεν συνιστούν τόσο γλωσσικά ολισθήματα ή γλωσσικές αυθαιρεσίες, όσο νοηματικά στερεότυπα/«αυτονόητα».


Οποτεδήποτε γίνεται διαδήλωση/πορεία στην Αθήνα ή αλλού, δεν υπάρχει περίπτωση να μην ακούσουμε/διαβάσουμε την έκφραση οι γνωστοί-άγνωστοι. Οπως, λοιπόν, μπορεί κανείς να προβλέψει με μαθηματική ακρίβεια ότι στο τέλος της πορείας θα γίνουν και κάποια -μεγαλύτερα ή μικρότερα- επεισόδια, μπορεί να είναι και σίγουρος ότι θα ακούσει για μια ακόμη φορά να γίνεται λόγος για τους γνωστούς-άγνωστους που τα προκάλεσαν. Φαίνεται ότι η φράση άρεσε και αρέσει τόσο πολύ στους δημοσιογράφους (εδώ που τα λέμε δεν είναι και άσχημη), ώστε έχει εξελιχθεί πια σε αναντικατάστατο καρύκευμα των σχετικών ρεπορτάζ και αναλύσεων. Σε ανάλογες περιπτώσεις -αλλά όχι μόνο- χρησιμοποιείται επίσης η έκφραση «συνελήφθησαν οι συνήθεις ύποπτοι», η οποία φαίνεται ότι επίσης συγκαταλέγεται πια στα must κάθε ρεπόρτερ, συντάκτη ή αναλυτή που σέβεται το όνομά του. [Αλλη μια απόδειξη της διαχρονικής ακτινοβολίας της ταινίας Καζαμπλάνκα, μια και η φράση ακούγεται στην τελική σκηνή του έργου, όταν ο Κλωντ Ρέινς/Ρενώ, θέλοντας να καλύψει τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ/Ρικ για τη φυγάδευση του Πωλ Χένραϊτ/Λάζλο, λέει στους υφισταμένους του: «arrest the usual suspects»].


Οποτεδήποτε, επίσης, υπάρχει αναφορά στη Θεσσαλονίκη, ο/η δημοσιογράφος δεν παραλείπει να μας υπενθυμίσει ότι πρόκειται για την κατεξοχήν ερωτική πόλη. Τώρα, τι ακριβώς σημαίνει αυτό ή πόθεν προκύπτει, μην το ψάχνετε. Αλλωστε, είπαμε: καλό κλισέ είναι αυτό για το οποίο δεν διερωτάται ποτέ κανείς, αυτό που θεωρείται «αυτονόητο». Οσο για την ουσία της φράσης, όρεξη να υπάρχει, και όλες οι πόλεις, δόξα τω Θεώ, ερωτικότατες είναι.


Ασε πια εκείνη η έρμη η μεταπολίτευση, της οποίας το τέλος έχω ακούσει να αναγγέλλεται και να εξαγγέλλεται καμιά τριανταριά φορές. Κάθε λίγο και λιγάκι, κάποιος βαθυστόχαστος αναλυτής δεν παραλείπει να φωτίσει το θέμα από μια νέα σκοπιά, τη δική του, ώστε να μας αποδείξει ότι, αυτή ειδικά τη φορά, μπορούμε «οριστικά» να μιλάμε για το τέλος της μεταπολίτευσης. Πρόχειρα, θα μπορούσα να θυμηθώ αναλύσεις που το τοποθετούν στο 1977, στο 1980, στο 1981, στο 1989, στο 1993, στο 1996, στο 2000… και έχει ο Θεός. Μια λύση θα ήταν, πάντως, να κηρυχθεί κάποτε επισήμως, από δεν ξέρω κι εγώ ποιον φορέα, το «τέλος της μεταπολίτευσης». Αλλιώς, με βλέπω να παίρνω μαζί μου στον τάφο την απορία αν τέλειωσε ή όχι και, αν ναι, πότε ακριβώς.


Τελευταίο, αλλά δυστυχώς διόλου αμελητέο (αντιθέτως, πιο σοβαρό απ’ όλα τα προηγούμενα, θα έλεγα). Στα ελληνικά ΜΜΕ η λέξη Τουρκία και τα παράγωγά της συνοδεύονται σχεδόν πάντοτε και περίπου αυτονόητα από τη λέξη πρόκληση… και τα παράγωγά της. Διαβάζουμε, λοιπόν, και ακούμε καθημερινά: «προκαλεί πάλι η Τουρκία» (απαντά και στην παραλλαγή «προκαλεί πάλι η Αγκυρα»), «οι τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο», «η εγγενής τουρκική προκλητικότητα» (υπάρχει και στις παραλλαγές «ο εγγενής τουρκικός επεκτατισμός», ή «η εγγενής τουρκική επιθετικότητα»), «προκλητικοί και πάλι οι Τούρκοι» (είτε πρόκειται για το FIR και τα χωρικά ύδατα, είτε για την επικείμενη αναμέτρηση με τη Γαλατά Σαράι ή την Εφές Πίλσεν), «προκλητικές δηλώσεις των Τούρκων στρατηγών», κ.λπ., κ.λπ.


Με λίγα λόγια, αν θέλεις να συμπλέεις και να συμβαδίζεις με το «κοινό αίσθημα», μην ξεχνάς ποτέ να προσθέτεις ένα παράγωγο της λέξης πρόκληση όταν μιλάς ή γράφεις για την Τουρκία και τους Τούρκους. Ομως, μήπως το «κοινό αίσθημα» και η «κοινή γνώμη», που ωθούν στη χρησιμοποίηση του συγκεκριμένου στερεότυπου, διαμορφώνονται ακριβώς από τις «αυτονόητες» αυτές διατυπώσεις; Λέω, μήπως; »


Ο κ. Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής. Διδάσκει στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης (ΕΚΕΜΕΛ). Οι αναγνώστες μπορούν να στέλνουν τις παρατηρήσεις τους, τις επιση-μάν-σεις τους ή τις διαφωνίες τους στην ηλεκτρονική θυρίδα achpappas@hotmail.com