papag@dolnet.gr


Στα 41 του χρόνια ο Ρήγας Φεραίος στραγγαλίστηκε μαζί με επτά συναγωνιστές στον πύργο του Βελιγραδίου Νεμπόισα. Εν τω μεταξύ είχε αφήσει έργο θεμελιώδες. Ηταν το 1798. Οι μεγάλες απολυταρχίες της Ευρώπης είχαν στραφεί εναντίον του, αν και δεν ήταν λίγοι οι φίλοι και οι οπαδοί που προσπάθησαν να τον σώσουν μετά τη σύλληψή του στη Βιέννη. Δύο αιώνες συστηματικής έρευνας γύρω από τη σύντομη ζωή του φώτισαν αρκετά σημεία από τη δράση του σε υψηλά κλιμάκια της εξουσίας αλλά και στην παρανομία. Εν τω μεταξύ η ιστοριογραφία προχωρεί αδιάκοπα και φαίνεται ότι στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, με ανανεωμένο το ενδιαφέρον για εθνικές και υπερεθνικές ομαδοποιήσεις, η προσωπικότητα του Ρήγα Βελεστινλή φαντάζει πιο αινιγματική από ποτέ. Χρειάστηκε μια διδακτορική διατριβή για να κωδικοποιηθεί το αποτέλεσμα των πολυετών ερευνών και η νέα θεώρηση στο βιβλίο του Λουκά Αξελού. Στόχος του βιβλίου τώρα είναι να ανιχνευθεί η καίρια συμβολή του Ρήγα στη διαμόρφωση της εθνικής και κοινωνικής συνείδησης στον ελληνικό χώρο στα τέλη του 18ου αιώνα.


H «μυστική αδελφότητα»


Στο πρώτο κεφάλαιο ο φακός εστιάζει στην ατμόσφαιρα των πόλεων που έθρεψαν τη δράση του Ρήγα. Από τη γενέτειρά του, το Βελεστίνο της Θεσσαλίας, όπου βασίλευε η βαρβαρότητα των Τούρκων και ένα μόνιμο κλίμα απειλής και ανασφάλειας, τον ακολουθούμε στη φυγή του στην πολυεθνική Κωνσταντινούπολη, στη συνέχεια στο Βουκουρέστι της Μολδοβλαχίας, όπου ανθούσε ο νεοελληνικός Διαφωτισμός και κυριαρχούσε η ελληνική γλώσσα, και τέλος στη Βιέννη, «το κέντρο όλων των τεκτονικών στοών της Ανατολής». Εκεί έδρασε και η «μυστική αδελφότητα» του Ρήγα, για την οποία ελάχιστα πράγματα εν τέλει μας είναι γνωστά.


Ποιος ήταν ο ελληνικός κόσμος τα χρόνια εκείνα; Ποια σχέση είχε η «πρωτεύουσα» του παροικιακού Ελληνισμού Βιέννη με τον υπόδουλο κόσμο της τουρκοκρατούμενης Ανατολής από τη μία πλευρά και με την ελληνική εμποροναυτική δύναμη στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου από την άλλη; Σταδιακά, όπως σημειώνει ο ερευνητής, το συμφέρον των εύπορων μερίδων της ελληνικής κοινωνίας «σε μεγάλο βαθμό ταυτίστηκε με τα συμφέροντα της ξένης αποικιοκρατικής παρουσίας». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα «το ιδιόμορφο φαινόμενο της ανάπτυξης μιας νεοελληνικής εθνικής συνείδησης αλλά παράλληλα και μιας κοσμοπολίτικης «υπερελληνικής» νοοτροπίας που συνέκλιναν σε ένα ιδιότυπο ιδεολογικό μόρφωμα». Ο Ρήγας όμως δεν ανήκε σε αυτή την τελευταία μερίδα. Ο ερευνητής τον τοποθετεί «στη μεσαία και μικρή εμποροναυτική αστική τάξη». Αυτή ήταν «η σπονδυλική στήλη και το μυαλό της μυστικής επαναστατικής εταιρείας του Ρήγα και της μεγάλης Φιλικής· και μάλιστα ήταν αναγκασμένη να οραματίζεται τα πράγματα περισσότερο «βαλκανικά»».


Ο Ρήγας, άνθρωπος γλωσσομαθής που γνώριζε, εκτός της μητρικής του γλώσσας, γαλλικά, ιταλικά, ρουμανικά, τουρκικά, γερμανικά και εβραϊκά, ήταν λογικό να έχει μια ακτινοβολία «παμβαλκανικής εμβέλειας», εξ ου και υποστηρίχθηκε μεταξύ άλλων ότι ήταν ρουμανοβλαχικής, βουλγαρικής, εβραϊκής, αλβανικής, σλαβονικής καταγωγής – εκδοχές που έμειναν στο περιθώριο της έρευνας, αφού η ελληνική ταυτότητα του Ρήγα έχει επιβεβαιωθεί πολλαπλώς. Ας μιλήσει λοιπόν το έργο του, που αναλύεται διεξοδικά στα επόμενα κεφάλαια. «Ο Ρήγας» συνοψίζει ο ερευνητής προτού περάσει στην εξέταση καθενός έργου του ξεχωριστά, «είχε αντίληψη αρχιτέκτονα – πολεοδόμου και οικοδόμου μεγάλων έργων. H σφαιρικότητα και το εύρος των εκδόσεών του και της προπαγανδιστικής – διαπλαστικής του δράσης μας το επιβεβαιώνει». Κάθε έργο του καταλαμβάνει από ένα κεφάλαιο στο υπόλοιπο βιβλίο: Σχολείον των ντελικάτων εραστών, Φυσικής απάνθισμα, Ηθικός τρίπους, Ο νέος Ανάχαρσις, Μεγάλη Χάρτα της Ελλάδος, Το ποιητικό έργο του Ρήγα και τέλος Νέα Πολιτική Διοίκησις, Εγκόλπιον στρατιωτικόν, Δημοκρατική κατήχησις.


H κιθάρα του Γαριβάλδη


H ανάλυση των έργων στο σύνολό τους δείχνει ότι βασική επιδίωξη του Ρήγα ήταν η ενίσχυση της ιστορικής αυτογνωσίας και αυτοπεποίθησης όλων των βαλκανικών λαών. Με τη διαφορά όμως από τους άλλους αρχαιολάτρες της εποχής του ότι «η βαθιά αρχαιογνωσία του δεν αποτελούσε όχημα ταξιδιού στο παρελθόν αλλά την «πρώτη ύλη» με την οποία έπλασε το σύγχρονο ιδεολογικό και πολιτειακό του πρότυπο». Τέσσερις συνιστώσες είχε το οικοδόμημα που ανήγειρε ο Ρήγας, όπως αναλύεται στη μελέτη: πρώτον, τον αρχαίο ελληνικό κόσμο· δεύτερον, το ένοπλο αγροτικό κίνημα των βαλκανικών λαών· τρίτον, τον Διαφωτισμό στην ευρωπαϊκή και ελληνική εκδοχή του· και, τέταρτον, τις σύγχρονες επαναστατικές ιδέες όπως εκφράστηκαν στη Γαλλική Επανάσταση.


Ισως τώρα γνωρίζουμε τον Ρήγα και τον δημοκρατικό πατριωτισμό του καλύτερα. Το βιβλίο ολοκληρώνεται ουσιαστικά με το κεφάλαιο «Το τέλος ενός επαναστάτη» που ξετυλίγει τη σύλληψη και κράτηση του Ρήγα, την εξάρθρωση του δικτύου των μελών της οργάνωσης με διαδοχικές συλλήψεις, τη μεταφορά στο Βελιγράδι και τη δολοφονία του Ρήγα και επτά συντρόφων του, καθώς και την προκλητική επιβράβευση στη συνέχεια των προδοτών. Βρισκόμαστε βεβαίως στην επικράτεια του Μέτερνιχ. Τελευταίο κεφάλαιο, το λυτρωτικό «Καμία ήττα δεν είναι οριστική». Λίγες ημέρες μετά τις δολοφονίες θα κυκλοφορούσαν στη γαλλοκρατούμενη Κέρκυρα από τον πιστό του σύντροφο Χριστόφορο Περραιβό ο Θούριος και ο Υμνος Πατριωτικός. Ως και ο Γαριβάλδης – σύμφωνα με καταγραφή του Κώστα Καιροφύλλα που συναντήσαμε στο κεφάλαιο για τον Θούριο – είχε υποδεχθεί σε μια έπαυλη του Τρεσκόρε δύο έλληνες πατριώτες, τον Γεώργιο Τερτσέτη και τον Φραγκίσκο Δομενιγίνη, κρατώντας κιθάρα και ψάλλοντας ελληνιστί τον Θούριο Υμνο του Ρήγα Φεραίου!