Αγαπώ τον Τόμας Μπέρνχαρντ. Τα βιβλία του φέρουν πίσω τους ολόκληρο τον κόσμο της Μέσης Ευρώπης. Μου αρέσει να χρησιμοποιώ τον όρο Μέση Ευρώπη αντί του κοινόχρηστου Κεντρική Ευρώπη, γιατί ειδικά για τη λογοτεχνία αποδίδει καλύτερα την έννοια του λογοτεχνικού κέντρου με τις πολλές αναφορές. Ο Τόμας Μπέρνχαρντ είναι συγγραφέας αυτού του κέντρου, πατώντας γερά στην παράδοση του Ρόμπερτ Μούζιλ, του Χέρμαν Μπροχ, του Καρλ Κράους, που όλοι τους χρησιμοποιούν ως όπλο τους την ειρωνεία. Στο μυθιστόρημα του Μπέρνχαρντ Αφανισμός, Μια κατάρρευση, που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά (εκδόσεις Εξάντας, μετάφραση Βασίλης Τομανάς), ο αυστριακός ήρωας Φραντς-Γιόζεφ Μουράου (ένα πρόσωπο πάνω στο οποίο πέφτει βαριά η σκιά της αυτοβιογραφίας, όπως σε όλα τα βιβλία του Μπέρνχαρντ) δίνει στον ιταλό μαθητή του Γκαμπέτι να διαβάσει πέντε βιβλία, πέντε συγγραφέων: Ζαν Πολ ή Γιαν Πάουλ, Κάφκα, Μούζιλ, Μπροχ και… Μπέρνχαρντ. Από την πρώτη κιόλας σελίδα του μεγάλου και συναρπαστικού μυθιστορήματός του ο Μπέρνχαρντ οριοθετεί τον κόσμο των αναφορών του.


Συγγραφέας ενός κέντρου, ναι. Αλλά ενός κέντρου που βρέθηκε από τη μια στιγμή στην άλλη από τον κοσμοπολιτισμό, κυρίως υπαλληλικό κοσμοπολιτισμό μιας μεγάλης αυτοκρατορίας, των Αψβούργων, αυτής της Κακανίας του Μούζιλ, στην εσωστρέφεια του μικρού αυστριακού κράτους, στον πνιγηρό μικροαστισμό, στον αφόρητο επαρχιωτισμό που ο Μπέρνχαρντ δεν είχε πάψει ποτέ να καταγγέλλει και να σαρκάζει στα βιβλία του, σε τέτοιο βαθμό ώστε να θεωρηθεί ανεπιθύμητος από τους σύγχρονους Αυστριακούς. Αλλά ως μεγάλος συγγραφέας ο Μπέρνχαρντ υπερβαίνει την «αυστριακότητα» και τα βιβλία του για τις ενοχές, την υποκρισία, τον μικροαστισμό, την παιδική ηλικία, τις ψεύτικες και ανεδαφικές πλευρές της εκπαίδευσης, την αγωνία της ενηλικίωσης – αυτή η βίαιη αποκοπή από την οικογένεια, από τις παραδόσεις της, από τα κειμήλιά της, από τη μνήμη της, αποκοπή συνταρακτική και επώδυνη – μας αφορούν όλους, όπως συμβαίνει με την καθολική λογοτεχνία.


Στον Αφανισμό ο ήρωας του Μπέρνχαρντ καταφεύγει στη Ρώμη προκειμένου να αποκοπεί από τον καταπιεστικό οικογενειακό κόσμο της πατρίδας του στην Ανω Αυστρία. Ενα τηλεγράφημα ότι σκοτώθηκαν οι γονείς του και ο αδελφός του τον ξαναφέρνει στην Αυστρία. Αρχίζει η εξιστόρηση της ζωής, η παιδική ηλικία, τα αδέλφια, οι συγγενείς, η Εκκλησία, τα σπίτια και η περιγραφή τους, οι γάμοι, οι αντιλήψεις, τα σφάγια, ο χασάπης των Χριστουγέννων, το χιόνι, η βροχή, η αμβλύνοια που απλώνεται παντού. Θα αποκοπεί τελικά ο Μουράου από τον κόσμο αυτόν ή θα αφανιστεί μαζί του; Τι θα του απομείνει ως μόνη κληρονομιά;


Διάβασα τον Αφανισμό στη Ρώμη, στη διάρκεια ενός σύντομου ταξιδιού πριν από λίγες ημέρες. H γεωγραφία της Ρώμης έτσι όπως ορίζεται από τον Μπέρνχαρντ – για να γίνει λογοτεχνική γεωγραφία – είναι γοητευτική: Βία Κοντότι, Πιάτσα Μινέρβα, Πιάτσα ντελ Πόπολο, το Κόρσο, το ξενοδοχείο Χάσλερ στην κορυφή της Τρινιτά ντέι Μόντι. Βρίσκω αυτή τη γεωγραφία πιο αληθινή, συγκρινόμενη, ας πούμε, με τη φολκλορική πια γεωγραφία της Ρώμης έτσι όπως μας τη δείχνει ο Φελίνι μέσα από την Ντόλτσε βίτα του. Οχι πως και αυτή δεν έχει τη γοητεία της. H Ρώμη του Μπέρνχαρντ είναι πάντοτε μια αναφορά στην ελαφρότητα, σε σχέση με το γερμανικό βάρος. Αλλά στην ελαφρότητα έτσι όπως μας την έχει δείξει ο Νίτσε όταν συγκρίνει το σκοτάδι του Βάγκνερ με τον μεσογειακό ήλιο της Κάρμεν του Μπιζέ. Κι έπειτα από την κατά Μπέρνχαρντ Ρώμη, μέσα από τις σελίδες του Αφανισμού ξεπηδούν συνεχώς η μεγάλη λογοτεχνία και η μεγάλη μουσική. Αισθάνθηκα την ανάγκη να συνοδεύσω την ανάγνωσή μου με λίγη μουσική, κουαρτέτα εγχόρδων, διυλισμένα όμως μέσα από την ιταλικότητα. Ευτυχώς βρήκα Μποκερίνι, σε ερμηνεία του Κουαρτέτο Ιταλιάνο. Εβρεχε στη Ρώμη στις 28 Οκτωβρίου. Αλλά και πάλι η ελαφρότητα ήταν διάχυτη. Ισως είναι θέμα γλώσσας. Γιατί, όπως λέει ο ήρωας του Μπέρνχαρντ στον Αφανισμό, συγκρίνοντας τα ιταλικά με τα γερμανικά, «οι γερμανικές λέξεις κρέμονται σαν βαρίδια από τη γερμανική γλώσσα».


H ελληνική τύχη ορισμένων συγγραφέων είναι συνδεδεμένη με ορισμένους εκδότες. H τύχη του Τόμας Μπέρνχαρντ είναι συνδεδεμένη με τον Εξάντα και τη Μάγδα Κοτζιά. Από τον εκδοτικό οίκο της οδού Διδότου κυκλοφορούν ήδη οι Παλιοί Δάσκαλοι, η Αυτοβιογραφία, η Ξύλευση, ο Αποτυχημένος, η Διόρθωση. Πριν από καιρό, ίσως χρόνια, η Μάγδα μού είχε χαρίσει ένα λεύκωμα με φωτογραφίες από τα σπίτια όπου είχε ζήσει ο Μπέρνχαρντ στην Αυστρία (Thomas Bernhards Ηäuser, Residenz Verlag). Επιστρέφοντας στην Αθήνα είχα ανάγκη να το ξεφυλλίσω. Να έχω, κατά κάποιον τρόπο, μια σωματική επαφή με το συγγραφικό σύμπαν του Μπέρνχαρντ, με το κουκούλι του, τον κόσμο της περισυλλογής του. Το ταξίδι συνεχίζεται.