Οι Γερμανοί δεν παίζουν με τους κλασικούς. Από τότε που τον 19ο αιώνα ανακήρυξαν τους αρχαίους Ελληνες πνευματικούς τους προγόνους και τους μελέτησαν με πάθος και αφοσίωση δεν σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους. Ούτε καν σήμερα, οπότε η μελέτη του αρχαίου κόσμου έχει περιθωριοποιηθεί και έχει χάσει την παλιά της αίγλη. Δεν είναι τυχαίο ότι ο θεατρικός κριτικός της «Frankfurter Rundschau» (FR) έκλεινε πρόσφατα το άρθρο του για την πρεμιέρα του Οιδίποδος επί Κολωνώ του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Klaus Michael Gruber στο Burgtheater της Βιέννης με την πικρόχολη επισήμανση ότι μετά την παράσταση οι συντελεστές εξαφανίστηκαν. «Είχαν συγκεντρωθεί» σημειώνει «στην ελληνική(!) πρεσβεία της Βιέννης για να το γιορτάσουν με κρασί και φέτα». H μοχθηρία του κριτικού ωστόσο δεν οφείλεται μόνο στον φόβο του μήπως ξένες δυνάμεις οικειοποιηθούν με τρικούβερτα γλέντια τον αρχαίο κλασικό του. Θεριεύει και από το γεγονός ότι τη νέα απόδοση του σοφόκλειου κειμένου στα γερμανικά υπογράφει ο Πέτερ Χάντκε, σεβαστός πάντα ως συγγραφέας, αλλά και προσφιλής στόχος δημοσιογραφικών μύδρων από τότε που στηλίτευσε τη δημοσιογραφία για τη στάση της έναντι της διάλυσης της πρώην Γιουγκοσλαβίας και του πολέμου.


Ενα παλιό δίλημμα


Οχι μόνο οι κλασικοί, αλλά και η μετάφρασή τους είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση στη Γερμανία, έστω και αν η τελευταία συγκροτημένη συζήτηση για το θέμα έγινε πριν από μερικές δεκαετίες. H συζήτηση εκείνη είχε απλώς επαναδιατυπώσει το παλιό δίλημμα: Οι μεταφράσεις των κλασικών ή θα είναι ακριβείς αλλά άσχημες ή ωραίες αλλά ανακριβείς. Αυτή τη διπολική σύλληψη του προβλήματος είχε διατυπώσει ήδη το 1813 στη Βασιλική Ακαδημία Επιστημών του Βερολίνου ο δεινός θεολόγος και φιλόλογος Friedrich Schleiermacher: «Ή ο μεταφραστής θα αφήσει τον συγγραφέα στην ησυχία του και θα αναγκάσει τον αναγνώστη να κινηθεί προς τον συγγραφέα· ή θα αφήσει τον αναγνώστη στην ησυχία του και θα σπρώξει τον συγγραφέα προς τη μεριά του αναγνώστη». Και όμως κάποια στιγμή η κριτική φάνηκε να αναγνωρίζει και έναν τρίτο δρόμο. Ηταν το 1986, όταν και πάλι στο Burgtheater είχε παρουσιαστεί σε μια καινούργια απόδοση ο Προμηθεύς Δεσμώτης του Αισχύλου. «Μια μετάφραση τόσο πιστή όσο και ελεύθερη!» αναφωνούσε τότε ένας κριτικός, ενώ ένας άλλος είχε παραβάλει τους 150 πρώτους στίχους με το ελληνικό πρωτότυπο για να αποφανθεί ενώπιον των αναγνωστών του ότι η νέα αυτή απόδοση, εκτός από την προφανή της μουσικότητα, διαθέτει και σεβασμό προς το αρχαίο κείμενο. Τη μετάφραση εκείνη του Προμηθέα Δεσμώτη υπέγραφε ο Πέτερ Χάντκε!


Τις τελευταίες εβδομάδες η γερμανική κριτική αντιμετωπίζει αρκετά διαφορετικά τον εμπνευστή του τρίτου δρόμου. H «Welt» κατήγγειλε τις «ολοφάνερες τσαπατσουλιές του», η «Frankfurter Allgemeine» εξανέστη με την «εκζήτηση των διατυπώσεών του», ενώ αντίθετα η «Neue Zurcher Zeitung» πρότεινε να δοθεί στον Χάντκε ο «μεταφραστικός κότινος». Είναι πια σπάνιο όλα ανεξαιρέτως τα γερμανικά φύλλα και περιοδικά να συσσωρεύουν τα υπέρ και τα κατά για μια νέα μετάφραση αρχαίας τραγωδίας. Και όμως αυτό συμβαίνει με αυτή την απόδοση του Οιδίποδος επί Κολωνώ. Σε ένα περίφημο σημείο του αρχαίου κειμένου, που έχει θεωρηθεί από πολλούς συνηγορία υπέρ της αυτοκτονίας, ο Χορός λέει: «Να μη γεννιέσαι, απ’ όλα προτιμότερο. Μα αν στη ζωή φανείς, να πας εκεί απ’ όπου έχεις έρθει το γρηγορότερο, αυτή είναι η δεύτερη λύση». Και τώρα οι ιδανικοί αυτόχειρες δυσφορούν με τον Χάντκε, επειδή δανείστηκε μια χαρτοπαικτική εικόνα και μετέφρασε «είναι το δεύτερο πιο καλό χαρτί». Κάποιοι άλλοι κλείνουν τα αφτιά τους όταν ο Οιδίπους ζητεί να μάθει ποιος είναι ο «κραίνων» στην Αθήνα, και ο Χάντκε μεταφράζει «γενικός δερβέναγας». Αλλοι σκίζουν τα ιμάτιά τους όταν ο Χορός των γερόντων ζητεί από τον ενοχλητικό Κρέοντα να εγκαταλείψει αμέσως την αθηναϊκή γη και ο Χάντκε προσθέτει στον στίχο ένα «τσάκα τσάκα». Και ορισμένοι λιποθυμούν κυριολεκτικά όταν ο εκνευρισμένος Κρέων στρέφεται στον Οιδίποδα με ένα «σου λέω, σταμάτα» και ο Χάντκε του βάζει στο στόμα τα ανήκουστα «εγκώ μιλάει, εσύ σωπαίνει»· στον αντιπαθητικό δηλαδή Κρέοντα του κειμένου προσθέτει και την πονηρία να ειρωνευτεί ενώπιον των γερόντων την ξενική καταγωγή του Οιδίποδα.


H εξαφάνιση της Ακρόπολης


Τι είναι τελικά αυτή τη μετάφραση; Είναι, ακριβώς όπως και η απόδοση του Προμηθέα Δεσμώτη, «πιστή και ελεύθερη». Δεν σέβεται μόνο το γράμμα του κειμένου αλλά και τον εσωτερικό ρυθμό, την πνοή του. Γι’ αυτό και δεν παρουσιάζει καμία απόκλιση που να αντίκειται στο πνεύμα του πρωτοτύπου. Ας μην ξεχνάμε ότι κανένας μεγάλος συγγραφέας δεν είναι σε θέση, όταν μεταφράζει, να πνίξει εντελώς τη δική του φωνή. Ετσι και ο μεταφραστής Χάντκε αφουγκράζεται το σοφόκλειο κείμενο και το αποδίδει προσθέτοντας εδώ κι εκεί εντονότερους τόνους, εκμαιεύοντας αποχρώσεις και ιριδισμούς, χωρίς όμως να επινοεί ανύπαρκτα συστατικά. H γερμανική αυτή εκδοχή του Οιδίποδος επί Κολωνώ έχει δύναμη και δραματικότητα, υποχρεώνει τα γερμανικά να κυλήσουν με τους νόμους μιας αρχαίας σύνταξης, και έναντι των προηγούμενων προσπαθειών άλλων μεταφραστών είναι σαφώς πιο αιχμηρή και εκφραστική. Μπορεί όμως αυτό το αρχαιοπρεπές ποιητικό κείμενο να ρίξει μερικές άγκυρες στο σήμερα, πόσο μάλλον αφού πραγματεύεται μεταξύ άλλων το ζήτημα της ξενοφοβίας και της φιλοξενίας; Αυτές τις αντοχές του κειμένου δοκιμάζει ο Χάντκε ρίχνοντας εδώ κι εκεί ρινίσματα της δικής μας αργκό, του δικού μας γλωσσικού χειρισμού των ξένων.


Αλλο ένα ερώτημα απασχόλησε τον μεταφραστή: Υπάρχουν ακόμη σήμερα ίχνη της αρχαίας αθηναϊκής τοπογραφίας, της τόσο έντονης στο έργο αυτό του Σοφοκλή, που εκτυλίσσεται στον Ιππειο Κολωνό με θέα την Ακρόπολη; Ο Πέτερ Χάντκε ήρθε αθόρυβα στην Αθήνα στις αρχές του χρόνου και με ένα χάρτη στα χέρια επισκέφθηκε τον σημερινό Κολωνό. Στην αρχή κανένα ύψωμα, καμία ανηφόρα. Και πουθενά η Ακρόπολη. Κατέγραψε ωστόσο την περιοχή: οδός Οιδίποδος, οδός Κρέοντος, οδός Ιοκάστης, οδός Ετεοκλέους, το πανάρχαιο τροπάριο του μύθου στους σημερινούς δρόμους της Αθήνας. Αλλά η Ακρόπολη άφαντη. Τελικά ανακάλυψε τον λόφο Σκουζέ και λίγο παρακάτω τον λόφο του Ιππείου Κολωνού. Και πού εκείνο το «γλαυκάς παιδοτρόφου φύλλον ελαίας»; Σε μερικά πεζοδρόμια εντόπισε ελιές και ώριμους καρπούς πεσμένους κάτω. Τελικά στο ύψος του Σταθμού Πελοποννήσου, πέρα μακριά, εκεί που ενώνονται νοητά οι παράλληλες σειρές των πολυκατοικιών, διακρίνεται αχνά το περίγραμμα της Ακρόπολης. Ο Χάντκε την παίρνει φωτογραφία, ελάχιστο τεκμήριο για το ότι το κείμενο μπορεί να σταθεί ακόμη στον τόπο παραγωγής και καταγωγής του. Μάταια. Στην εμφανισμένη φωτογραφία η Ακρόπολη έχει εξαφανιστεί.


Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράμματος στην Deutsche Welle.