Η εφημερίδα «The New York Times» παρήγγειλε πρόσφατα στον αμερικανό συγγραφέα Τζέφρι Ευγενίδη, ο οποίος τα τελευταία χρόνια ζει με τη γυναίκα και την τετράχρονη κόρη του στο Βερολίνο, ένα κείμενο για τη γιορτή των ερωτευμένων. Το κείμενο εστάλη, αλλά απορρίφθηκε από τους «Times», επειδή θα ενοχλούσε τα καλώς κείμενα ώτα. Ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου δημοσιεύθηκε τελικά στη γερμανική «Frankfurter Allgemeine Zeitung» (FAZ). Ο Ευγενίδης γράφει ότι μια συγκεκριμένη ημέρα αφιερωμένη στην αγάπη είναι χρήσιμη μόνο στη βιομηχανία καρτ-ποστάλ, αφού θα ήταν αυταπάτη να πιστέψει κανείς ότι υπάρχουν κατά παραγγελία συναισθήματα και μάλιστα ετοιμοπαράδοτα κάθε χρόνο στις 14 Φεβρουαρίου. Και πόσο μάλλον εφέτος, προσθέτει ειρωνικά, παραθέτοντας πολλά γαργαλιστικά τεκμήρια, που ο κόσμος έχει γίνει άθυρμα των λιβιδινικών μεταπτώσεων και αδιεξόδων τεσσάρων διάσημων κυρίων: του Τζορτζ Μπους, του Σαντάμ Χουσεΐν, του Οσάμα μπιν Λάντεν και του Κιμ Γιονγκ Ιλ.


Το περασμένο Σάββατο στο ξενοδοχείο Χάιατ της Κολονίας ο Τζέφρι Ευγενίδης δεν θέλησε να επιμείνει στο θέμα, το συμπέρασμά του είναι: «Τελικά η FAZ είναι πιο σέξι εφημερίδα». Εχει έρθει από το Βερολίνο για να διαβάσει στο Μουσείο Λούντβιχ αποσπάσματα από το καινούργιο βιβλίο του, το οποίο έχει σχολιαστεί ευμενέστατα στις ΗΠΑ και θα εκδοθεί στα ελληνικά σε λίγες μέρες. Το Middlesex έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από την κριτική και φαίνεται να εδραιώνει τον Ευγενίδη ανάμεσα στους αστέρες της νέας αμερικανικής λογοτεχνίας. Από τότε δε που η Φραγκφούρτη τίθεται σε αμφισβήτηση ως έδρα της Διεθνούς Εκθεσης Βιβλίου για οικονομικούς λόγους, άλλες γερμανικές πόλεις ακονίζουν τα μαχαίρια τους για τη διαδοχή. Το Μόναχο υπόσχεται χαμηλότερες τιμές στα ξενοδοχεία και η Κολονία εξαιρετικές παρουσίες στο εφετινό, τρίτο κατά σειρά Φεστιβάλ Λογοτεχνίας.


Από την Προύσα στο Ντιτρόιτ


Ο Ευγενίδης είναι αναμφίβολα μια εξαιρετική λογοτεχνική παρουσία. Το πρώτο του έργο με τίτλο Αυτόχειρες Παρθένοι είναι το ντοκουμέντο μιας πρόωρα σβησμένης εφηβείας που συγκλονίζει τα μεσοαστικά προάστια μιας αμερικανικής πόλης. Μια παρέα αγοριών συγκεντρώνουν με ευλάβεια ύστερα από χρόνια τα τεκμήρια της τραγωδίας που χάραξε τα πρώτα χρόνια της ζωής τους. Ποτέ δεν μαθαίνουμε για ποιον ακριβώς λόγο αυτοκτόνησαν οι πέντε κόρες της οικογένειας Λίσμπον, αλλά ο συναρπαστικός καλπασμός της γραφής μάς περιφέρει στα ανεξίτηλα ίχνη που άφησαν σε όσους έμειναν πίσω. Προς το τέλος του βιβλίου ο γείτονας των Λίσμπον κύριος Γιουτζίν διαβεβαιώνει ότι οι επιστήμονες θα βρουν κάποια μέρα το «γονίδιο της αυτοκτονίας», οπότε έτσι ίσως λυθεί και το μυστήριο των Λίσμπον.


Ενα άλλο γονίδιο, αυτό που προκαλεί τον ερμαφροδιτισμό, κινεί την υπόθεση στο Middlesex. Η κεντρική ηρωίδα Κάλι ξεκινά τη ζωή της σαν κορίτσι, η εφηβεία της αποκαλύπτει σιγά σιγά τον ανδρισμό που κρύβει μέσα της και στα δεκατέσσερά της μια χειρουργική επέμβαση ξεκαθαρίζει τα πράγματα: η Κάλι είναι από ‘δώ και πέρα ο Καλ. Είναι λοιπόν όλα ζήτημα γονιδίων, μπορεί ο γενετικός ντετερμινισμός να ερμηνεύσει τα πάντα; «Το βιβλίο μου» μας ξεκαθαρίζει ο Ευγενίδης «έχει θέμα τη γενετική, όχι όμως εις βάρος της ψυχολογικής ανάλυσης της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Το αντίθετο μάλιστα, αντιστρατεύεται την τρέχουσα εκλαϊκευμένη μορφή της γενετικής που θεωρεί την ανθρώπινη συμπεριφορά γενετικά προκαθορισμένη. Οι περισσότεροι γενετικοί επιστήμονες υποστηρίζουν σήμερα ότι η ανθρώπινη ταυτότητα είναι το αποτέλεσμα μιας περίπλοκης διάδρασης ανάμεσα σε ένα 50% γενετικά προκαθορισμένων συστατικών και σε ένα 50% περιβαλλοντικών παραγόντων. Η Κάλι γεννιέται με ένα μεταλλαγμένο γονίδιο, αλλά υπερβαίνει μέσα από την ιστορία αυτόν τον προκαθορισμό, η μοίρα κατά συνέπεια δεν είναι άφευκτη, για να ανατρέξω στην εννοιολογία των αρχαίων Ελλήνων».


Η γενετική μεταλλαγή


Αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα. Και ακόμη περισσότερο οι αμαρτίες των παππούδων τα εγγόνια. Γιατί μπορεί η Δυσδεμόνα και ο Ελευθέριος Στεφανίδης, η γιαγιά και ο παππούς της Καλλιόπης, Κάλι και τέλος Καλ Στεφανίδη, να γέννησαν τον πατέρα της στο Ντιτρόιτ, αλλά όταν ζούσαν ακόμη στη Μικρά Ασία, έξω από την Προύσα, ήταν αδέλφια. Απλώς προτίμησαν να μείνουν για πάντα μαζί, όταν το 1922 αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το χωριό τους. Το παρελθόν της Κάλι είναι προφανές ότι περιέχει στοιχεία από την πραγματική ιστορία της οικογένειας Ευγενίδη, με εξαίρεση, προς Θεού, την αιμομιξία! Ναι, οι Ευγενίδηδες ξεκίνησαν όντως από την Προύσα για να καταλήξουν στο Ντιτρόιτ. Αυτές οι μακρινές ελληνικές ρίζες υπάρχουν, αλλά δεν χρειάζεται να μας συνεπάρουν τόσο ώστε να διαστρεβλώσουμε τελικά το ίδιο το έργο. Ο Τζέφρι Ευγενίδης δεν είχε την πρόθεση να διηγηθεί την πολύπλαγκτη μοίρα του μικρασιατικού ελληνισμού, δεν καταγράφει τις ιστορίες και τα παραμύθια της γιαγιάς, και σίγουρα δεν είναι «ένα υπέροχο παιδί της Ελλάδας», όπως γράφτηκε ήδη με ανέμελο ενθουσιασμό. «Ξεκίνησα να γράψω» μας λέει «ένα μυθιστόρημα για τον ερμαφροδιτισμό, επειδή με ενδιέφερε πάντα το θέμα του επαμφοτερισμού. Σε αντίθεση όμως με την παλαιότερη λογοτεχνία, που παρουσίαζε τους ερμαφρόδιτους σαν μυθικά όντα, όπως για παράδειγμα τον Τειρεσία, εγώ ήθελα να μιλήσω για ένα πραγματικό πρόσωπο με σημερινούς ιατρικούς όρους, να είμαι όσο γίνεται πιο ακριβής με τα γενετικά και βιολογικά δεδομένα. Μελετώντας στην ιατρική βιβλιοθήκη ανακάλυψα το ερμαφροδιτικό σύνδρομο «5-alpha reductase deficiency» που απαντά όμως μόνο σε απομονωμένες κοινωνίες. Σε αυτό το σημείο άρχισα να σκέφτομαι την ιστορία των προγόνων μου που ζούσαν σε κάποιο χωριό της Μικράς Ασίας περικυκλωμένο από τουρκικό πληθυσμό. Και από αυτό το σημείο και πέρα το βιβλίο μου πήρε και έναν επικό χαρακτήρα, γιατί κατάλαβα ότι δεν μπορούσε να περιοριστεί στην ιστορία της ζωής ενός ερμαφρόδιτου, αλλά θα εξελισσόταν και στην ιστορία μιας οικογένειας και μιας γενετικής μεταλλαγής».


Η αμερικανική πατρίδα


Τελικά εξελίχθηκε σε ακόμη περισσότερα πράγματα. Ιστορία μιας εφηβείας από τη σκοπιά της πιο ακραίας περίπτωσης επαμφοτερισμού, όχι μόνο συναισθηματικού αλλά και φυσιολογικού, περιπέτεια μιας οικογένειας που εμφυτεύεται σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον από το οικείο της, άνοδος και πτώση της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας με τα συνακόλουθα ρατσιστικά φαινόμενα, χρονικό της εκκωφαντικής κατάρρευσης της αμερικανικής οικογένειας. Οπως και στο πρώτο του βιβλίο, ο Ευγενίδης καθηλώνει τον αναγνώστη με ένα μείγμα εξονυχιστικής περιγραφής λεπτομερειών, αφοπλιστικής ανάδειξης αδιόρατων μετατοπίσεων, που μπορεί και να σημαίνουν το ξέσπασμα της χειρότερης τραγωδίας, και ενός καταλυτικού χιούμορ. Ανάμεσα στη γοργή διαδοχή εικόνων που εντυπώνονται έρχεται κάποια στιγμή και η υποβλητική περιγραφή της καταστροφής της Σμύρνης. Και ο πειρασμός είναι όντως μεγάλος να ακούσουμε από πίσω της τους ψιθύρους της γιαγιάς στο αφτί του μικρού Τζέφρι, να φανταστούμε σαν υποβολέα τη γιαγιά του συγγραφέα, που σημειωτέον είναι το πρότυπο της Δυσδεμόνας Στεφανίδη, αλλά και της αλλόκοτης κυρίας Καραφύλλη στο Αυτόχειρες Παρθένοι. «Ο παππούς και η γιαγιά πέθαναν νωρίς» μας λέει ο συγγραφέας «κι έτσι ελάχιστα πράγματα ήξερα για τη ζωή τους και απολύτως τίποτα για τον ελληνοτουρκικό πόλεμο. Δανείστηκα λοιπόν το ιστορικό περίγραμμα της εποχής από το βιβλίο της Marjorie Housepian «Η υπόθεση της Σμύρνης» για τις σχετικές περιγραφές. Οσο για τη γιαγιά μου, ήταν μια γυναίκα που έζησε επί χρόνια στις ΗΠΑ σε μια κατάσταση εσωτερικής εξορίας, καταθλιπτικός τύπος, πάντα με το μαράζι της χαμένης πατρίδας, απρόθυμη να ενταχθεί στην καινούργια, και γι’ αυτό πέθανε, σε αντίθεση με τον παππού, έχοντας μάθει ελάχιστα σπασμένα αγγλικά. Ζούσε πάντα στη Μικρά Ασία».


Ο Τζέφρι Ευγενίδης δεν είναι σίγουρος πόσο θα μείνει ακόμη στο Βερολίνο, το βέβαιο όμως είναι ότι θα ξαναπάει στην Ελλάδα, την οποία έχει επισκεφθεί αλλεπάλληλες φορές μετά το πρώτο του ταξίδι, όταν ήταν εικοσάρης. «Οπως συμβαίνει συνήθως, όταν επισκέπτεται κανείς την υποτιθέμενη πατρίδα του, έτσι κι εγώ κατάλαβα πως στην πραγματικότητα η Ελλάδα δεν ήταν πια η πατρίδα μου. Πηγαίνω στην Ελλάδα νιώθοντας Αμερικανός. Αλλά ύστερα από τόσες φορές έχω αναπτύξει μια συναισθηματική σχέση με πολλούς Ελληνες και η κουλτούρα του τόπου συνολικά μου αρέσει». Το μόνο που απομένει είναι να καταλάβουμε και εμείς ότι η πατρίδα του Τζέφρι Ευγενίδη δεν είναι η Ελλάδα. Γιατί τότε θα μπορέσουμε να καταλάβουμε καλύτερα και να αξιολογήσουμε σωστότερα το λογοτεχνικό του έργο.


* Το βιβλίο του Τζέφρι Ευγενίδη θα κυκλοφορήσει στα ελληνικά από τις εκδόσεις Libro με τον τίτλο «Middlesex. Ανάμεσα στα δύο φύλα».


Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Deutsche Welle.