Κάθε επίθεση βύθιζε τους βομβαρδιζόμενους στην ίδια απόγνωση και κάθε διακοπή του καταιγισμού τούς έφερνε αντιμέτωπους με τις ίδιες εικόνες φρίκης: «Ας με πετύχαινε τουλάχιστον η βόμβα. Τι να την κάνεις τέτοια ζωή. Εδωσα τα παιδιά μου, έχασα τον άνδρα μου, και τώρα όλα αυτά τα θύματα, άδικα. Αυτό είναι το χειρότερο». «Μια κοπέλα κειτόταν νεκρή σαν έργο κάποιου αδέξιου γλύπτη. Τα πόδια της με απανθρακωμένες ψηλοτάκουνες μπότες σηκωμένα προς τα πίσω, τα χέρια της υψωμένα σαν για να αμυνθεί. Το πρόσωπό της ελάχιστα διατηρημένο, το στόμα ορθάνοιχτο με μαυρισμένες οδοντοστοιχίες, έτσι που να μην καταλαβαίνεις αν αυτό το πρόσωπο γελούσε ή κραύγαζε». «Η βόμβα είχε πετύχει το καταφύγιο. Μπήκαμε μέσα, επικρατούσε σιωπή, κακό προμήνυμα. Ακούγονταν μόνο μερικές αραιές φωνές, ανάμεσά τους και μια κοριτσίστικη που τραγουδούσε σε ψηλούς τόνους ένα χαμένο λα, λα, λα. Στη συνέχεια διαπιστώσαμε ότι ο διάδρομος ήταν γεμάτος πτώματα, το ένα πάνω στο άλλο».


Ανθρώπινες οδύνες


Οι μαρτυρίες αυτές από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν είναι ντοκουμέντα της ανθρώπινης οδύνης ύστερα από βομβαρδισμούς της χιτλερικής αεροπορίας στο κέντρο της Βαρσοβίας τον Σεπτέμβριο του 1939, για παράδειγμα, μετά την αποτέφρωση του Ρότερνταμ τον Μάιο του 1940 ή την καταστροφή του Κόβεντρι στην Κεντρική Αγγλία τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς. Είναι μαρτυρίες θυμάτων ανελέητων βρετανικών βομβαρδισμών εναντίον γερμανικών πόλεων από το 1940 ως το 1945. Πρόκειται για ένα ελάχιστο δείγμα των ντοκουμέντων που παρουσιάζει το καινούργιο βιβλίο του γερμανού ιστορικού Γιεργκ Φρίντριχ με τίτλο «Φωτιά. Ο βομβαρδισμός της Γερμανίας 1940-1945». Κυκλοφόρησε στα μέσα Νοεμβρίου, έχει γίνει ανάρπαστο στη Γερμανία και προκαλεί έντονες αντιδράσεις στη Μεγάλη Βρετανία. Τη στιγμή που το κοινό εκατομμυρίων μιας τηλεοπτικής σειράς του BBC ανακηρύσσει τον Ουίνστον Τσόρτσιλ «τον μεγαλύτερο Βρετανό» όλων των εποχών, το βιβλίο του Φρίντριχ υπενθυμίζει τις σκοτεινές πλευρές του ηρωικού πολέμου κατά της ναζιστικής Γερμανίας.


Το ηθικό των αμάχων


Η απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης το καλοκαίρι του 1941 να προχωρήσει σε εκτεταμένους και συστηματικούς βομβαρδισμούς γερμανικών πόλεων όχι μόνο για να πλήξει την πολεμική βιομηχανία του Χίτλερ, αλλά και για να κάμψει το ηθικό των αμάχων δεν είναι φυσικά ανακάλυψη των ιστορικών ερευνών του Φρίντριχ. «Βασίζομαι» δηλώνει ο ίδιος «στα όσα έχουν αποδείξει με αδιάσειστα στοιχεία από καιρό οι ίδιοι οι βρετανοί ιστορικοί. Η διαφορά είναι ότι οι δικές τους μελέτες σταματούν στο σημείο που η βόμβα εγκαταλείπει το αεροπλάνο. Το δικό μου βιβλίο αρχίζει τη στιγμή που η βόμβα φθάνει στον στόχο της και μετατρέπει την πόλη σε πύρινη κόλαση». Τα θύματα των βρετανικών και στη συνέχεια και των αμερικανικών βομβαρδισμών υπολογίζονται σε 420.000-570.000. Το πραγματικά καινούργιο στοιχείο στο βιβλίο αυτό είναι ότι έχει γραφεί από τη χαμηλή σκοπιά, από την προοπτική των θυμάτων. Και έχει γραφεί με μαεστρία: κοφτές φράσεις, δραματικός τόνος, συνεχής παρεμβολή σύντομων μαρτυριών, συγκλονιστική παρέλαση της φρίκης.


Οι τίτλοι των κεφαλαίων του είναι απέριττοι: «Οπλα», «Στρατηγική», «Χώρα», «Προστασία», «Εμείς», «Το εγώ», «Πέτρες». Η λακωνικότητά τους όμως είναι παραπλανητική, δεν παραπέμπει σε κάποιον σχολαστικό ιστοριοδίφη που κατατάσσει το υλικό του, είναι από τα συντομότερα επιτάφια επιγράμματα που χαράχτηκαν ποτέ. Το βιβλίο του Φρίντριχ είναι μια από τις σπάνιες περιπτώσεις, όπου η σοβαρή ιστορική μελέτη συμβαδίζει με έναν εσωτερικό διηγηματικό οίστρο. «Μετά το 1944» λέει ο συγγραφέας «όταν ο πόλεμος είχε λίγο-πολύ κριθεί, οι βρετανικοί βομβαρδισμοί δεν είχαν πια στρατιωτικό νόημα. Αποσκοπούσαν καθαρά στην τιμωρία των αμάχων, απλώς και μόνο επειδή υπήρξαν Γερμανοί στο Ράιχ του Χίτλερ. Πώς αλλιώς να ερμηνευθεί, ας πούμε, ο βομβαρδισμός του Βύρτσμπουργκ, αυτού του αριστουργήματος του μπαρόκ, στις 16.3.1945, αν και βρισκόταν μακριά από τη γραμμή του μετώπου, δεν διέθετε πολεμική βιομηχανία, ούτε στάθμευαν εκεί στρατιωτικές δυνάμεις. Και όμως έγινε παρανάλωμα του πυρός μέσα σε 17 λεπτά».


Η χιτλερική αεροπορία


Ο Φρίντριχ είναι έτοιμος να απαντήσει και όταν του υπενθυμίζει κανείς ότι αυτή που ξεκίνησε τους βομβαρδισμούς ήταν η χιτλερική αεροπορία. Οι βομβαρδισμοί των βρετανικών πόλεων το 1940 κόστισαν τη ζωή 14.000 αμάχων: «Βεβαίως και η Γερμανία ξεκίνησε τον φαύλο κύκλο της φρίκης. Στη συνέχεια όμως οι Βρετανοί εγκλωβίστηκαν τόσο μέσα σ’ αυτόν τον κύκλο, ώστε κατέληξαν να οργανώνουν σφαγές από αέρος. Στο Βερολίνο βομβάρδισαν άσυλα τυφλών, στο Πάντερμπορν γηροκομεία, χτύπησαν νοσοκομεία, στις στέγες των οποίων ήταν ζωγραφισμένος ο Ερυθρός Σταυρός. Εξέλιπε εντελώς το έλεος για τους ανυπεράσπιστους και άοπλους. Αυτή η ωμή βαρβαρότητα ήταν μια νέα ποιότητα στη διεξαγωγή του πολέμου. Και όλα αυτά, ενώ ήξεραν από τον φρικτό βομβαρδισμό του Αμβούργου τον Ιούλιο του 1943 με 45.000 θύματα ότι η αντοχή και η υπομονή των αμάχων δεν λύγιζαν. Αποδείχθηκε ισχυρότερη όχι μόνο απ’ όσο πίστευε ο Τσόρτσιλ, αλλά και απ’ όσο υπολόγιζε ο ίδιος ο Χίτλερ».


Ο ιστορικός Γιεργκ Φρίντριχ είναι υπεράνω πάσης ακροδεξιάς υποψίας και σε καμιά περίπτωση νοσταλγός του παρελθόντος. Αντίθετα μάλιστα. Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 προσχώρησε στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά και ως ιστορικός προκαλούσε πάντα τις κοινές συναινέσεις. Ασχολήθηκε με το δικαστικό σώμα τον καιρό του ναζισμού και τη μακροημέρευσή του στη μεταπολεμική Γερμανία, όπως και με τα εγκλήματα της Βέρμαχτ. Συνεργάστηκε επίσης στην τρίτομη «Εγκυκλοπαίδεια του Ολοκαυτώματος» που εξέδωσε το ισραηλινό ίδρυμα Γιαντ Βασέμ. Η συστηματική αποφυγή εξαρτήσεων από τους επίσημους πανεπιστημιακούς θεσμούς και την κατεστημένη ιστοριογραφία διατήρησαν το πνεύμα του ευεπίφορο σε πρωτότυπες ερευνητικές προοπτικές και νέα σημεία των καιρών. Ενα τέτοιο σημείο είναι η αποφόρτιση των ταμπού που είχε επισωρεύσει στη Γερμανία ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.


Ναζιστικά εγκλήματα


Οι ιστορικοί, που υπήρξαν δάσκαλοι του Φρίντριχ, υπηρετούσαν μιαν άλλη προτεραιότητα, τη μεταπολεμική συμφιλίωση με τους πρώην αντιπάλους. Για εκείνη τη γενιά κάθε διήγηση του πολέμου που θα εστιαζόταν στα θύματα μεταξύ των Γερμανών θα ισοδυναμούσε με προσπάθεια να συμψηφιστούν τα ναζιστικά εγκλήματα. Τώρα που η Γερμανία είναι πια τελεσίδικα ενταγμένη στη δυτική δημοκρατία, οι νεότερες γενιές τολμούν και άλλες προσεγγίσεις που δεν αναιρούν την ιστορία, αλλά την εμπλουτίζουν. Στο ίδιο ρεύμα εντάσσεται εξάλλου και η φετινή νουβέλα του νομπελίστα Γκύντερ Γκρας «Με το βήμα του κάβουρα» που επεξεργάζεται λογοτεχνικά το δράμα των γερμανών προσφύγων από τις ανατολικές περιοχές. Στο εξωτερικό τέτοιες χειρονομίες ενηλικίωσης της Γερμανίας εξακολουθούν να προκαλούν αλλεργικές αντιδράσεις.


Πάντως ο Γιεργκ Φρίντριχ δεν ορρωδεί προ των επιθετικών τίτλων του βρετανικού Τύπου για το βιβλίο του: «Σε τσούζει φυσικά να έχεις κάνει έναν δίκαιο πόλεμο και να μαθαίνεις ότι έχεις κάψει σ’ αυτόν 75.000 παιδιά κάτω των 14 ετών. Καταλαβαίνω ότι κάτι τέτοιο θίγει την τιμή του βρετανικού έθνους. Πάντως καλύτερα αυτή η αντίδραση, παρά η μακροχρόνια συναισθηματική αδιαφορία εδώ στη Γερμανία για το μισό εκατομμύριο ανθρώπους που εξοντώθηκαν από τα βρετανικά βομβαρδιστικά».


Ο κ. Σπύρος Μοσκόβου είναι διευθυντής του ελληνικού προγράμματος στη Deutsche Welle.