Ο Τζων Μπάνβιλ είναι Ιρλανδός· και η Ιρλανδία έχει μια πλούσια παράδοση προικισμένων συγγραφέων (Γ. Μπ. Γέιτς, Τζέιμς Τζόις, Οσκαρ Γουάιλντ, Μπέρναρντ Σο, Σάμιουελ Μπέκετ κ.ά.). Η Ιρλανδία στοιχειώνει το έργο του: εδώ ο ουρανός πνίγεται από την καταχνιά και οι δαίμονες παραμονεύουν κρυμμένοι μέσα στην άγονη γη. Αυτός ο 50χρονος συγγραφέας, γεννημένος το 1945 στο Γουέξφορντ, κατέχει μια σημαντική θέση στα ιρλανδέζικα γράμματα. Και αυτό το επιβεβαιώνει το τελευταίο του μυθιστόρημα Η έκλειψη που μόλις δημοσιεύτηκε από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Ερχονται ακόμη στον νου μας τα βιβλία του Δόκτωρ Κοπέρνικος και Κέπλερ, τα οποία απέσπασαν πολλά βραβεία αλλά και τον έπαινο της κριτικής. Ο Τζων Μπάνβιλ είναι αναμφίβολα μια σίγουρη αξία.


Η ιστορία της Εκλειψης έχει κάτι από την ιστορία του καθενός – μια στιγμή εύθραυστη όπου το καθετί ανατρέπεται. Ενας διάσημος ηθοποιός, στο απόγειο της σταδιοδρομίας του, πέφτει θύμα, μεσούσης της παραστάσεως, «την καθοριστική στιγμή όπου η δράση αγγίζει τον παροξυσμό», μιας διάλειψης μνήμης. Και τότε το ερώτημα τίθεται με τρόπο δραματικό: Οταν ένας άνδρας όπως ο ηθοποιός Κλιβ δεν μπορεί πια να παίξει, τι γίνεται, πώς αντιδρά; Ο Κλιβ ξεκινά μια εργασία πάνω στον ίδιο του τον εαυτό. Λέει: «Ηταν όπως κάποιος να ξεκινά τα πρώτα του βήματα, σιωπηλά, δίπλα στον εαυτό μου, ή μάλλον μέσα στον εαυτό μου, κάποιος που ήταν άλλος, νέος και εν τούτοις οικείος. Είχα συνηθίσει να επωμίζομαι τόσους ρόλους, αλλά αυτό που μου συνέβαινε τώρα ήταν διαφορετικό». Βυθισμένος στην ενδοσκόπηση και στα όνειρά του, ο Κλιβ βλέπει τα φαντάσματα να επιστρέφουν. Οράματα; Πραγματικά πρόσωπα; Δεν ξέρουμε.


Κάποια προμηνύματα αφήνουν πάντως να υποτεθεί ότι «αυτά τα επίπονα και πεισμωμένα πτώματα» που προσφέρουν στην αφήγηση μια φανταστική και εξωπραγματική διάσταση ήταν όντως το υλικό της πραγματικότητας: οι γονείς, τα πρώτα πάθη, ένα αγόρι που κατοικεί μαζί τους, μια ηλικιωμένη ηθοποιός, η γυναίκα του Λύντια, η ανάπηρη κόρη του Κας. «Κοιτάξτε με» λέει «εμένα, τον χαμένο, τώρα, στα πενήντα μου χρόνια, ξαφνικά εξουδετερωμένο μέσα στο κέντρο του κόσμου». Χειρότερα ακόμα, του παρουσιάζεται ένα φασματικό τρίο: μια γυναίκα, ένα παιδί που τον συνοδεύει και κατά διαστήματα ένας άνδρας τον οποίο αδυνατεί να αναγνωρίσει. «Εχω την αίσθηση» λέει ο Κλιβ «ότι κάτι συνέβη, κάτι το τρομακτικό, και ότι δεν έδωσα την πρέπουσα σημασία, ότι δεν έδειξα τον οφειλόμενο σεβασμό, γιατί δεν ξέρω τι ακριβώς είναι». Παρελθόν, παρόν και μέλλον φαίνονται να χορεύουν στον ιλιγγιώδη χορό της αναζήτησης ταυτότητας, γιατί περί αυτού πρόκειται. Ο Κλιβ τραβά τα νήματα της ίδιας του της ταυτότητας. Ως τώρα η ζωή και οι ρόλοι τον είχαν αποσπάσει! Σήμερα παίζει τον δικό του ρόλο. Τον πιο δύσκολο. Ετσι δοκιμάζει την ανάγκη να βυθιστεί στο παρελθόν, να επιστρέψει στο σπίτι της παιδικής του ηλικίας. Αλλά οι προσβάσεις προς το σπίτι είναι εχθρικές… Και εκείνη η μορφή που διέκρινε στο παράθυρο… Μήπως την ονειρεύτηκε; Ο Κλιβ συνεχίζει: «Το μέλλον που πάσχιζε να μου μιλήσει… ανάμεσα στις σκιές μήπως ήταν του παρελθόντος; Δεν θέλω ν’ ακούσω τι θα μπορούσε να εννοεί!». Το σπίτι της επιστροφής δεν αποδεικνύεται τόσο ανακουφιστικό όσο το είχε ελπίσει. Ισως δεν ήταν τόσο καλή η ιδέα της επιστροφής.


Ο Κλιβ είναι μόνος στο ταξίδι της επιστροφής. Μόνος, όπως ο καθένας σε παρόμοια περίσταση. Μόνος; Οχι εντελώς, γιατί οι λέξεις του Τζων Μπάνβιλ βρίσκονται εδώ για να βοηθήσουν να διαπεραστεί ο καθρέφτης. Με λέξεις σμιλεμένες, συχνά πικρές, εικόνες και μεταφορές απροσδόκητες, αναμειγμένες με ένα λεπτό παιχνίδι λογοτεχνικών υπαινιγμών (όπως οι Στίβενς, Προυστ και Γουάλας), ο Μπάνβιλ φωτίζει με την πένα του τους πιο σκοτεινούς στοχασμούς του Κλιβ. Λέξεις ακριβείς για να καταγράψει τη συγκίνηση ενός άνδρα. Με τα άλματα και τις πυκνώσεις της αφήγησης, που εκφράζουν κραυγαλέα το φυσιολογικό, ενώ πολλοί θα ήταν αυτοί που θα έθεταν ήδη θέμα παθολογίας. Θα ήταν πολύ νωρίς. Οχι σ’ αυτές τις εύθραυστες στιγμές. Η Εκλειψη είναι μια επίδοση δεξιοτέχνη, ανάμεσα στη χλιδή του Ναμπόκοφ και στην αυστηρότητα του Μπέκετ.


Η κυρία Κατρίν Βελισσάρη είναι διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Μετάφρασης (ΕΚΕΜΕΛ).