Οι θεσμικές και οικονομικές Μεταμορφώσεις του κράτους πρόνοιας που παρατηρήθηκαν κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου αποτέλεσαν το έναυσμα διεπιστημονικών αναζητήσεων και ερευνών. Στην Ελλάδα η «μεταμόρφωση» του κοινωνικού συστήματος βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επιστημονικής και πολιτικής επικαιρότητας. Η μελέτη του Ξενοφώντα Κοντιάδη αποτελεί μια ουσιαστική συμβολή στον κοινωνικοεπιστημονικό διάλογο, αναζητώντας ερμηνείες για τις «αντιστάσεις και προσαρμογές της Ελλάδος στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Πρότυπο» (Μέρος Πρώτο) και καταγράφοντας τις «κοινωνικές μεταρρυθμίσεις υπέρ των ευάλωτων και λιγότερο ευνοημένων πληθυσμιακών ομάδων» (Μέρος Δεύτερο). Προσεγγίζει σε αδρές γραμμές τις συνταγματικές, διεθνείς και ευρωπαϊκές δεσμεύσεις και τις τάσεις που σημειώνονται για τον εκσυγχρονισμό της κοινωνικής προστασίας (ευελιξία, επιλεκτικότητα, ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης). Στη συνέχεια επιχειρεί να εντοπίσει τις σημαντικότερες παθογένειες σε επί μέρους πεδία, όπως η επαγγελματική κατάρτιση, η υγεία και η προστασία ευάλωτων πληθυσμιακών ομάδων, κυρίως των πολυτέκνων και μονογονεϊκών οικογενειών, των ατόμων με ειδικές ανάγκες, των μεταναστών και των προσφύγων, των παιδιών και των νέων.


Εμφαση δίνεται στο θεσμικό πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων σχολιάζοντας ταυτόχρονα τα αίτια της μη υλοποίησης των νόμων. Επισημαίνεται η διαχρονική καθυστέρηση στις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, η έλλειψη συντονισμού και πολιτικής συνέχειας, η αναποτελεσματικότητα της γραφειοκρατικής δημόσιας διοίκησης, η πολιτικοποίηση των θεσμών και η έλλειψη ικανών στελεχών στον δημόσιο τομέα. Οταν οι χώρες της Ευρώπης υιοθετούσαν νέες μορφές «εσωτερικής αγοράς», αποκέντρωσης και ανταγωνισμού στον δημόσιο τομέα, η Ελλάδα παρέμενε εγκλωβισμένη στα πατροπαράδοτα δόγματα του κρατικού συγκεντρωτισμού. Το Σύνταγμα του 1974 κατοχύρωσε τα κοινωνικά δικαιώματα και έθεσε τις βάσεις για την αναδιοργάνωση του κοινωνικού κράτους. Οι νόμοι για το Εθνικό Σύστημα Υγείας, την απασχόληση και την κοινωνική ασφάλιση προσπάθησαν να μετουσιώσουν τα συνταγματικά κατοχυρωμένα κοινωνικά δικαιώματα σε ουσιαστικές υπηρεσίες του δημόσιου τομέα. Η προσφορά όμως των κοινωνικών αγαθών και υπηρεσιών υπέθετε την άρτια οργάνωση του κράτους σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο. Δυστυχώς, η δημόσια διοίκηση ήταν απροετοίμαστη για την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Η αναποτελεσματικότητα, η ανισότητα στις παροχές και η μειωμένη ποιότητα στις προσφερόμενες υπηρεσίες οδήγησαν στη δυσαρέσκεια του έλληνα πολίτη που καταγράφηκε σε πολλές έρευνες.


Το νέο Σύνταγμα της ελληνικής πολιτείας κατοχύρωσε τις αρχές του κοινωνικού κράτους δικαίου. Ωστόσο την ίδια περίοδο, τον «σκληρό Απρίλη του 2001», παρουσιάστηκαν και οι πρώτες κοινωνικές συγκρούσεις για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος. Η αντίφαση αυτή ανάμεσα στη γενναιόδωρη συνταγματική νομοθεσία και την ελλειμματική κοινωνική πολιτική αποτελεί μια τυχαία σύμπτωση ή ίσως «μια πονηριά της πολιτικής εξουσίας, ένα κοινωνικό προσωπείο, με σκοπό την αποδόμηση του ήδη ισχνού κοινωνικού κράτους»; Η ερώτηση αυτή διαπερνά την όλη μελέτη, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι «οι συνταγματικές εγγυήσεις αποτελούν τουλάχιστον τον ακρογωνιαίο λίθο για μια κοινωνία του μη αποκλεισμού».


Είναι όμως το θέμα μόνο συνταγματικό; Επιτυγχάνεται η πολυπόθητη κοινωνική δικαιοσύνη με τις πρόσφατες συνταγματικές κατοχυρώσεις; Θα ικανοποιηθούν επιτέλους οι συσσωρευμένες κοινωνικές ανάγκες; Οι απαντήσεις που προέρχονται από τον χώρο της εφηρμοσμένης κοινωνικής έρευνας είναι μάλλον απογοητευτικές. Η Ελλάδα, παρά τις κοινωνικές αλλαγές, εξακολουθεί να παρουσιάζει τα υψηλότερα ποσοστά (μαζί με την Πορτογαλία) φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Επίσης παραμένει υψηλό το ποσοστό των ατόμων που πλήττονται από μακροχρόνια φτώχεια. Και πού βρίσκεται η λύση; Στο εθνικό ή στο ευρωπαϊκό Σύνταγμα; Ο συγγραφέας επιμένει ότι ένα από τα «σημαντικότερα αναχώματα απέναντι στην αποδόμηση του κοινωνικού κράτους αποτελούν τα εθνικά Συντάγματα και η αμυντική λειτουργία των θεσμών κοινωνικής προστασίας».


Η πρόσφατη έρευνα όμως του Ευρωβαρόμετρου έδειξε ότι οι Ελληνες είναι οι πρώτοι υποστηρικτές μεταξύ όλων των χωρών της ΕΕ για τη θέσπιση ενός ευρωπαϊκού Συντάγματος. Κάθε βιβλίο όταν τελειώνει θέτει τους προβληματισμούς και τα οράματα μιας νέας προσέγγισης. Το βιβλίο του κ. Ξενοφώντα Κοντιάδη τελειώνει με τη «ρητή συνταγματοποίηση της αρχής του κοινωνικού κράτους» αλλά ταυτόχρονα αρχίζει τον διάλογο της διεπιστημονικής έρευνας για την τεκμηρίωση ή ανατροπή των νέων θέσεων. Το μέλλον θα δείξει.


Ο κ. Γιάννης Υφαντόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής Κοινωνικής Πολιτικής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.