Είναι πολύ κολακευτικό για τον συγγραφέα μιας ελληνικής μυθολογίας, που εκδόθηκε πέρυσι στη Γαλλία, να βλέπει το έργο του μεταφρασμένο στα ελληνικά. Δεν μπορεί όμως να αντισταθεί κανείς στη γοητεία και στη σοβαρότητα αυτού του βιβλίου για το οποίο ο Κώστας Γαβράς – γηγενής της μυθικής Αρκαδίας – έγραψε έναν σύντομο πρόλογο που με λίγα λόγια μας εισάγει στην ατμόσφαιρα αυτού του χώρου όπου μπορούμε να βρούμε απαντήσεις σε σημαντικά ερωτήματα.


Ολα αρχίζουν, βεβαίως, με τη δημιουργία του κόσμου. Βρισκόμαστε στην αρχή των αιώνων. Από το χάος θα ξεπηδήσει η διάταξη του κόσμου, χάρη στη γραφίδα των δύο αδελφών, της Φλοράνς Νουαβίλ, κριτικού λογοτεχνίας στην εφημερίδα Le Monde, η οποία έγραψε το κείμενο, και της Κριστίν Νουαβίλ, ερευνήτριας στο CNRS, η οποία το εικονογράφησε. Αυτές οι δύο αδελφές γνωρίζουν πολύ καλά για τι ακριβώς μιλούν, διότι μικρές έπεσαν μέσα στο καζάνι με το μαγικό φίλτρο της Ελλάδας, μεγαλώνοντας ανάμεσα σε έναν παππού καθηγητή αρχαίων ελληνικών και σε γονείς φανατικούς «φιλέλληνες». Στοχεύοντας στο ουσιώδες, εκφραζόμενες με απλότητα αλλά χωρίς να πέφτουν στην παγίδα της απλοϊκότητας, αποφεύγουν την πληκτική πολυπλοκότητα των βιβλίων του είδους για να μας παρασύρουν στο μυστήριο, στη μαγεία, στην ονειρική ατμόσφαιρα της αφήγησης με δραματουργική δεξιοτεχνία. Θα το κατορθώσουν όπως οι παραμυθάδες – οι πραγματικοί παραμυθάδες, αυτοί που μερικοί από εμάς είχαν την τύχη να ακούσουν στα νιάτα τους στις βραδινές συγκεντρώσεις κάτω από τον έναστρο ουρανό κάποιας αυλής ή δίπλα στο τζάκι. Στην ηλικία που πιστεύει ακόμη στην αθανασία, οι αδελφές Νουαβίλ θα διηγηθούν ότι «οι θεοί είναι πανταχού παρόντες», ότι «είναι αδύνατον να τους ξεφύγει ένας κοινός θνητός», ότι «μπορεί να προσπαθήσει να τους μοιάσει ή να τους ξεγελάσει», ότι «σπάνια θα το πετύχει γιατί τις περισσότερες φορές όσοι παίρνουν αυτό το ρίσκο δεν ξεφεύγουν από τη βούληση των θεών, δηλαδή από το πεπρωμένο».


Ετσι λοιπόν, διηγούνται ιστορίες πονηριάς και πεπρωμένων. Ανακαλύπτουμε (ή ανακαλύπτουμε ξανά) την ιστορία του Θησέα, που από αμέλεια πιάνεται στα δίχτυα του πεπρωμένου, την ιστορία της Περσεφόνης που αναγκάστηκε να συμβιβαστεί με τον χρόνο, και την ιστορία του Οδυσσέα, του πιο πολυμήχανου ανάμεσα στους θνητούς, που όμως θα υποχρεωθεί έπειτα από είκοσι χρόνια απουσίας να ρίξει άγκυρα στην Ιθάκη. Στη συνέχεια, καθώς η πονηριά δεν αποδίδει για πολύ, θα ακούσουμε την πιο τραγική ιστορία από όλες, εκείνη του Οιδίποδα, μια ιστορία δυστυχίας και αδυσώπητου πεπρωμένου που επαναλαμβάνεται από γενιά σε γενιά και που είναι αδύνατον να αποφύγει κανείς ό,τι και αν κάνει, την ιστορία του Ορφέα που δεν μπόρεσε να λυτρώσει την Ευρυδίκη του από τον Αδη, η οποία μας κόβει την ανάσα και μας γεμίζει απογοήτευση καθώς βλέπουμε ότι ακόμη και στο αποκορύφωμά τους ο Ερωτας και η Ποίηση δεν μπόρεσαν να νικήσουν τον θάνατο.


Επειτα από 25 αιώνες, αυτές οι ιστορίες, οι οποίες διατηρούν τη νεανική τους φρεσκάδα γιατί εκφράζουν τα συναισθήματά μας – τον έρωτα, τη ζήλια, το μίσος, την εκδίκηση -, πέρα από τη συμβολική αξία τους, με τον τρόπο και τη σειρά που παρουσιάζονται, μεταφέρουν το μήνυμα ότι η ζωή είναι μια ατέλειωτη ιστορία ταξιδιού και ότι εκείνο που μετράει είναι ακριβώς το ταξίδι. Τελειώνοντας την ανάγνωση του βιβλίου νιώθουμε δυνατοί, «ίσοι με τους θεούς», ικανοί για τα πάντα, αλλά έχοντας συγκρατήσει σε μια γωνιά του μυαλού μας το δίδαγμα ότι σε καμιά περίσταση δεν πρέπει να ξεπερνάμε το μέτρο, γιατί κινδυνεύουμε να κάψουμε τα φτερά μας. Ο Ικαρος, σύμβολο των μεγαλεπήβολων σχεδίων, το έμαθε πληρώνοντας με τη ζωή του. Και οι συγγραφείς δεν παραλείπουν να μας το θυμίσουν.


Αυτές οι καλογραμμένες ιστορίες, πολύ διαφορετικές από το τόσο συχνά πληκτικό ύφος των εξονυχιστικών συγγραμμάτων, είναι ένα μάθημα ταπεινοφροσύνης και μεγαλείου. Κάπου μεταξύ ιερού και υπέρβασης, εκεί ακριβώς όπου βρίσκεται ο άνθρωπος.


Η κυρία Κατρίν Βελισσάρη είναι διευθύντρια του ΕΚΕΜΕΛ.