Πριν από 15 χρόνια, στις 14 Ιουνίου του 1985, στην πόλη Σένγκεν του Λουξεμβούργου υπεγράφη από τη Γερμανία, τη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία και το Λουξεμβούργο η Συμφωνία Σένγκεν, στόχος της οποίας ήταν η κατάργηση των ελέγχων στα σύνορα. Πέντε χρόνια αργότερα, τον Ιούνιο του 1990, υπεγράφη η Σύμβαση Εφαρμογής της Συμφωνίας Σένγκεν, με την οποία οι πέντε παραπάνω χώρες έλαβαν σειρά αποφάσεων που αποσκοπούσαν στην πρακτική εφαρμογή της Συμφωνίας. Αργότερα θα προσχωρήσουν στη Συμφωνία Σένγκεν η Ιταλία, τον Νοέμβριο του 1990, η Ισπανία και η Πορτογαλία, τον Ιούνιο του 1991, και η Ελλάδα, στις 6 Νοεμβρίου του 1992. Η κύρωση της Σύμβασης συνοδεύθηκε από την έκφραση σοβαρών επιφυλάξεων τόσο στην Ελλάδα όσο και στις υπόλοιπες χώρες που προσχώρησαν στη Συμφωνία. Και στην πολιτική συζήτηση που αναπτύχθηκε ετέθησαν ευρύτερα ζητήματα πολιτικής νομιμοποίησης και κοινωνικής αποδοχής της Σύμβασης του Σένγκεν. Οπως σημειώνει εύστοχα και ο Α. Παπαδόπουλος, θα τολμούσε κανείς να υποστηρίξει ότι για πρώτη φορά οι κίνδυνοι που συνυφαίνονται με την ανάπτυξη της ηλεκτρονικής επεξεργασίας δεδομένων καθιστούν «αποκαλυπτικά» έμφοβη την «κοινωνία των πολιτών», σε σημείο ώστε να τίθεται επιτακτικά το πρόβλημα των θεσμικών ανασχέσεων είτε ως «εσχατολογικό» πρόβλημα είτε ως «δαιμονολογική» αφαίρεση. Ο Α. Παπαδόπουλος επιχειρεί να αντιμετωπίσει εξ αρχής μία και μόνο υπόθεση, ότι «το Σύνταγμα και μόνο, ως θεμελιώδης φορέας αξιών της έννομης τάξης και σύστημα κανόνων υπέρτατης τυπικής ισχύος, δύναται να αποφανθεί με όρους τυπικής κανονικότητας και ουσιαστικής εγκυρότητας ως προς το επίμαχο ζήτημα της συμβατότητας των προβλέψεων της Σύμβασης εφαρμογής Σένγκεν προς το περιεχόμενο του δικαιϊκού μας πολιτισμού, τα θεμελιώδη και απαράγραπτα δικαιώματα του ανθρώπου» (σελ. 13). Η Σύμβαση Σένγκεν αποτελεί εκδήλωση ενός ενιαίου ευρωπαϊκού«συνταγματικού» χώρου, πλην όμως ατελούς, σημειώνει ο συγγραφέας και διευκρινίζει ότι το θεσμικό περιβάλλον της Σύμβασης εκτείνεται: α) στις διατάξεις της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης της 28ης Ιανουαρίου 1981 για την προστασία των προσώπων έναντι της αυτόματης επεξεργασίας στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα, β) στις αρχές της Συστάσεως της 17ης Σεπτεμβρίου 1987 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, περί της χρήσεως δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον αστυνομικό τομέα, γ) στις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, στο μέτρο που οι προβλέψεις της Σύμβασης αντιστρατεύονται αντίθετους ορισμούς του τελευταίου (αρχή της υπεροχής του κοινοτικού δικαίου). Η μελέτη του Α. Παπαδόπουλου, αν και απευθύνεται σε νομικούς, αναπτύσσεται με εύληπτο λόγο, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα και στον μη ειδικευμένο αναγνώστη να προσεγγίσει το θέμα χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες.



Στο πρώτο μέρος ο συγγραφέας εξειδικεύει κάποιες προκαταρκτικές παρατηρήσεις. Εξετάζει τον άξονα ελευθερία / ασφάλεια ως ιστορική αφετηρία και μέθοδο ερμηνείας της Σύμβασης Σένγκεν. Αναλύει κάποιες ειδικότερες προβλέψεις της Σύμβασης, όπως είναι η πλήρης κατάργηση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα, η κοινή πολιτική visa, η αίτηση παροχής ασύλου, η αστυνομική και δικαστική συνεργασία. Στο δεύτερο μέρος επιχειρείται η διακρίβωση των θεσμικών εγγυήσεων προστασίας της ιδιωτικής ζωής, ως ερείσματος αναγνώρισης των προσωπικών δεδομένων και ως αξίας της έννομης τάξης. Εδώ «τίθεται το ερώτημα αν αποτελούν αποκρυσταλλωμένο σύστημα κανόνων συμπεριφοράς των αρχών επεξεργασίας ή, πολύ περισσότερο, ομοιόμορφη και άμεσα εφαρμοστέα πηγή δικαίου». Στη συνέχεια, στο τρίτο μέρος, ο συγγραφέας επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στην «ποιότητα» των εκτελεστικών ρυθμίσεων του εθνικού νομοθέτη. «Με κριτήριο μια ενότητα αρχών, που συνιστούν τεκμήρια εφαρμογής της αρχής του Κράτους Δικαίου στην ηλεκτρονική συλλογή, επεξεργασία και αξιοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ανιχνεύεται η άτολμη, συχνά αντιφατική, στάση του έλληνα νομοθέτη έναντι του επίμαχου ζητήματος».


Τέλος, στο επίμετρο αυτής της επίκαιρης αλλά και χρήσιμης μελέτης, ο συγγραφέας καταθέτει ορισμένες σκέψεις «που αφορούν την υποδοχή του κεκτημένου Σένγκεν στην έννομη τάξη που οργανώνει η Ευρωπαϊκή Ενωση, ως μια αναγκαία συμβολή στην επικαιροποίηση της μεθοδολογικής του προσέγγισης».


Ο κ. Σωτήρης Ντάλης είναι πολιτικός επιστήμων – διεθνολόγος. Από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα κυκλοφορεί το βιβλίο του «Η νέα διεθνής πραγματικότητα και η Ελλάδα».