Πώς θα είναι ο κόσμος τα επόμενα 50 χρόνια; Στο ερώτημα αυτό επιχείρησε να απαντήσει πρόσφατα με ένα πολύ ενδιαφέρον αφιέρωμα το έγκυρο περιοδικό «Economist». Σκιαγραφώντας τον χάρτη του επόμενου αιώνα, ο «Economist» εξέτασε δύο βασικές θεωρίες για την εικόνα του κόσμου στον 21ο αιώνα:


­ Την αισιόδοξη – λογική θέση ότι τα κράτη θα προσεγγίσουν το ένα το άλλο, ελαχιστοποιώντας ή και μηδενίζοντας τις αιτίες πολέμου.


­ Τη θέση της «αιματηρής εξέλιξης», με το αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ των κρατών να διατηρείται και να διευρύνεται.


Αν κρίναμε τη μελέτη του γάλλου καθηγητή Φιλίπ Ανγκελάρ από τον προκλητικό τίτλο της, θα την κατατάσσαμε στην κατηγορία των απαισιόδοξων που προβλέπουν ότι ο χάρτης του 21ου αιώνα θα χαρακτηρίζεται από πολλές αιματηρές συγκρούσεις. «Εχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι ο μελλοντικός κόσμος θα είναι αφόρητος» υποστηρίζει ο Ανγκελάρ. Διευκρινίζει όμως ότι τίποτε δεν είναι προδιαγεγραμμένο. «Το αντίδοτο στη μοίρα μας ονομάζεται πολιτική. Οι Ευρωπαίοι οφείλουν να οικοδομήσουν μια κοινωνία των πολιτών, διαφορετικά δεν θα μπορέσει να υπάρξει μια Ενωμένη Ευρώπη» τονίζει ο Ανγκελάρ. Για τον γάλλο συγγραφέα η επεξεργασία μιας ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών δεν είναι μόνο ένα ζήτημα συμφέροντος αλλά και ένα ζήτημα καθήκοντος. Θεωρεί την Ευρώπη συνυπεύθυνη, σε σημαντικό βαθμό, για το χάος που απειλεί τον κόσμο. Τη θέση αυτή είχε αναλύσει διεξοδικά στο προηγούμενο βιβλίο του (L’ Homme Mondial, εκδ. Arlea, 1996).


Δικαιολογώντας τον προκλητικό τίτλο του βιβλίου του (Ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος έχει αρχίσει), ο Ανγκελάρ υποστηρίζει ότι «ο πόλεμος αυτός είναι ο πόλεμος που πρέπει να διεξαγάγουμε εναντίον της φτώχειας μέσα στην οποία, αν δεν αντιδράσουμε, θα βυθιστούν τόσο οι χώρες του Νότου όσο και οι χώρες του Βορρά». Ηδη η οικονομία της μαφίας, η τρομοκρατία, ο φονταμενταλισμός, η κοινωνική αποξένωση και ο φασισμός συνοδεύουν την πορεία του κόσμου. Ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος δεν είναι ένα σχήμα λόγου στην ανάλυση του γάλλου συγγραφέα. Μετά τον σεισμό που προκάλεσε η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης μεγάλα τμήματα της ανθρωπότητας, τα οποία έχουν κλονιστεί και έχουν υποστεί ρωγμές, βρίσκονται σε ασταθή ισορροπία, σημειώνει ο Ανγκελάρ.


Οι νέες εθνικές, θρησκευτικές και εθνικιστικές διαμάχες που εκκολάπτονται καθώς και η μείωση μερικών ουσιαστικών φυσικών πόρων (νερό και πετρέλαιο) αναμένεται να προκαλέσουν ισχυρές εντάσεις που θα οδηγήσουν σε περιφερειακές συγκρούσεις, σημειώνει εύστοχα ο συγγραφέας. Μπροστά σε αυτή τη νέα πραγματικότητα η Ευρώπη «παραμένει απελπιστικά σιωπηλή. Μοιάζει με έναν νευρικό Λεβιάθαν, μια μηχανή παραγωγής, που αρνείται να καταλάβει τον καινούργιο κόσμο, να συμβάλει στη γέννησή του και να τον καταστήσει πιο ανθρώπινο». Με το βιβλίο αυτό ο Ανγκελάρ δεν επιχειρεί ούτε μια γεωπολιτική ούτε μια οικονομική ανάλυση αλλά καταθέτει ορισμένες ριζοσπαστικές απόψεις για τον «καινούργιο κόσμο». Εξετάζει διεξοδικά τις προκλήσεις που είμαστε υποχρεωμένοι να αντιμετωπίσουμε και τους δρόμους που πρέπει να ακολουθήσουμε για να τις υπερνικήσουμε.



Στο πρώτο μέρος της μελέτης ο συγγραφέας προσπαθεί να δείξει τους γεωπολιτικούς κινδύνους και τις ανισορροπίες στον πλανήτη. Στη συνέχεια, στο δεύτερο μέρος, διαφωνεί έντονα με τις θέσεις του Χάντινγκτον. Προσπαθεί να δείξει ότι οι πραγματικές συγκρούσεις δεν είναι πολιτισμικές, όπως υποστηρίζει ο αμερικανός καθηγητής, αλλά συνδέονται με την έλλειψη των φυσικών πόρων και με το περιβάλλον. Ο γάλλος συγγραφέας υποστηρίζει τη θέση ότι η αντίθεση Βορρά-Νότου έχει αρχίσει να εξαφανίζεται ή, πιο συγκεκριμένα, ότι η περίφημη διαχωριστική γραμμή δεν περνάει ανάμεσα στις χώρες αλλά βρίσκεται στο εσωτερικό κάθε χώρας και ότι οι «πραγματικοί εχθροί» είναι ήδη η τρομοκρατία και η μαφία.


Στο τρίτο μέρος του βιβλίου ο Ανγκελάρ υποστηρίζει ότι δεν είναι το Ισλάμ ο καινούργιος εχθρός του ανθρώπινου γένους αλλά ο φονταμενταλισμός, ο οποίος μετατρέπει τη θρησκεία, την εθνότητα ή οτιδήποτε άλλο σε άλλοθι της εξουσίας και της βίας. «Ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός με το πρόσχημα ότι επαναϊεροποιεί την κοινωνία, μετατρέπει σε είδωλα τους πιο φθαρμένους κώδικες. Αποτελεί μια αρχαϊκή απάντηση στη διεύρυνση της εθνικής, πολιτισμικής και οικονομικής ποικιλίας» γράφει χαρακτηριστικά. Τέλος, στο τέταρτο μέρος, στρέφεται «εναντίον της θεωρίας του Πόπερ για την ανοιχτή κοινωνία». Η κοινωνία δεν μπορεί να παραμείνει «ανοιχτή» παρά μόνο αν τη διέπουν ρυθμιστικοί κανόνες. Το οικονομικό άνοιγμα χωρίς ένα πολιτικό αντιστάθμισμα μπορεί να την οδηγήσει στην καταστροφή, υποστηρίζει. Από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία του βιβλίου είναι η ανάλυση που επιχειρεί ο Ανγκελάρ για το οργανωμένο έγκλημα. Αυτό δεν έχει πια τη μορφή μιας συμμορίας λαθρεμπόρων αλλά τη μορφή διεθνών οργανώσεων με απίστευτη δύναμη, οι οποίες προσπαθούν να ανατρέψουν την κρατική εξουσία ή διεξάγουν αληθινούς πολέμους.


Σήμερα «βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια αλυσίδα χωρίς τέλος, στην οποία η φτώχεια συντηρεί την εγκληματικότητα, η οποία συνδέεται με την τρομοκρατία. Τα τεράστια κέρδη που προκύπτουν από τις εγκληματικές δραστηριότητες της μαφίας ενισχύουν τις δυνάμεις της σκιάς, οι οποίες αποκτούν τα πιο σύγχρονα όπλα και διαβρώνουν την επίσημη οικονομία και τους κρατικούς μηχανισμούς» τονίζει ο συγγραφέας.


Το δοκίμιο του Φιλίπ Ανγκελάρ έχει τη μορφή ενός κατηγορητηρίου απέναντι στην «Ενωμένη Ευρώπη», η οποία αδυνατεί, προς το παρόν τουλάχιστον, να οικοδομήσει μια κοινωνία πολιτών. «Οι Ευρωπαίοι οφείλουν να οικοδομήσουν μια κοινωνία των πολιτών, διαφορετικά δεν θα μπορέσει να υπάρξει μια Ενωμένη Ευρώπη. Οι Ευρωπαίοι, αλλά και όλος ο κόσμος, θα ήταν ηττημένοι από μια παρόμοια εξέλιξη» σημειώνει εύστοχα στην εισαγωγή του βιβλίου του.


Η πρόσφατη θεσμική κρίση στην Ευρωπαϊκή Ενωση (Μάρτιος 1999), που προκλήθηκε με το πόρισμα-κόλαφο της επιτροπής ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων και είχε αποτέλεσμα την παραίτηση όλων των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ήρθε να ενισχύσει τις φωνές εκείνες που ζητούσαν επιτακτικά ταχύτατες και εκ βαθέων αλλαγές στη λειτουργία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Η Επιτροπή Σαντέρ δεν είχε άλλη επιλογή από το να παραιτηθεί. Οπως αναμενόταν η κίνηση αυτή της Επιτροπής οδήγησε στη μεγαλύτερη θεσμική κρίση που έχει αντιμετωπίσει η Ευρώπη στα 46 χρόνια από την ίδρυση της Κοινότητας. Αυτή η αρνητική εξέλιξη για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσφέρει όμως μια μοναδική ευκαιρία στην ΕΕ να συμβιβάσει την ηθική με την αποτελεσματικότητα και τον δυναμισμό με τη διαφάνεια. «Πνιγμένη από τους κανονισμούς, λεκιασμένη από τα σκάνδαλα, αποκοιμισμένη μέσα στην ακινησία, η Ευρώπη μπορεί μέσα από αυτή τη δραματική εξέλιξη να ξαναβρεί την πολιτική της ζωντάνια» έγραφε εύστοχα στο κεντρικό σχόλιό της η γαλλική «Le Monde» στις 18 Μαρτίου 1999. Οπως επισημάνθηκε και σε πολλές αναλύσεις εκείνων των ημερών ο μοναδικός θεσμός που εξήλθε από την κρίση έχοντας βελτιώσει την εικόνα και ενισχύσει την επιρροή του είναι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Υποστηρίχθηκε μάλιστα ότι η παραίτηση της Επιτροπής σηματοδοτεί μια σημαντική μετάβαση εξουσίας στο Κοινοβούλιο. Οπως σημειώνει πολύ εύστοχα στον πρόλογο του βιβλίου του Γ. Αναστασόπουλου ο καθηγητής Δημήτρης Τσάτσος, η άμεση συμμετοχή των ευρωπαίων πολιτών στις εκλογές για την ανάδειξη των αντιπροσώπων τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πορεία της ενωσιακής διαδικασίας.


Το βιβλίο του ευρωβουλευτή και αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Γιώργου Αναστασόπουλου επιχειρεί να καταγράψει τις πρωτοβουλίες και προτάσεις για τη διαμόρφωση ενός πλαισίου εκλογικής διαδικασίας που περιλαμβάνει τις κοινές αρχές για την εκλογή των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Οπως σημειώνει και ο συγγραφέας, αν και η Συνθήκη της Ρώμης του 1957 προέβλεπε μια ενιαία διαδικασία για την εκλογή των ευρωβουλευτών, όλως παραδόξως σήμερα 40 και πλέον χρόνια μετά τη σύναψη της Συνθήκης της Ρώμης ενιαίο σύστημα για τις ευρωεκλογές εξακολουθεί να μην υφίσταται. Ετσι οι ευρωεκλογές της 10ης και της 13ης Ιουνίου 1999 δεν έγιναν με ενιαία διαδικασία.


Κατά το παρελθόν είχαν επιχειρηθεί πολλές και ουσιαστικές πρωτοβουλίες για σύγκλιση, οι οποίες όμως προσέκρουαν στην ως πέρυσι αδιάλλακτη άρνηση των βρετανικών κυβερνήσεων να τροποποιήσουν το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα στις ευρωεκλογές που αφαιρούσε από κόμματα με το 20% ή και το 15% των ψήφων τη δυνατότητα να κατακτήσουν έστω και μία έδρα.


Τον Ιανουάριο του 1999 η κυβέρνηση του Τόνι Μπλερ, υλοποιώντας προεκλογική δέσμευσή της, πέρασε από τη Βουλή των Λόρδων νομοσχέδιο για την εισαγωγή της αναλογικής στις ευρωεκλογές και τη διαίρεση της Βρετανίας σε 12 εκλογικές περιφέρειες.


Ετσι ανοίγει πλέον ο δρόμος για μια μεγάλη ευρωεκλογική μεταρρύθμιση που θα ισχύσει όμως στις ευρωεκλογές του 2004. Η εκκίνηση έχει ήδη δοθεί, καθώς ύστερα από ζυμώσεις 10 μηνών το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που τα τελευταία 15 χρόνια δυσκολευόταν να συμφωνήσει ακόμη και σε σχέδια, υπερψήφισε τον Ιούλιο του 1998 τις προτάσεις που περιλαμβάνονται στη διεξοδική έκθεση του Γ. Αναστασόπουλου (δημοσιεύεται στον παρόντα τόμο).


Ο κ. Σωτήρης Ντάλης είναι διεθνολόγος και επιστημονικός συνεργάτης του Τομέα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.