Ο μεξικανός συγγραφέας Κάρλος Φουέντες (γεν. 1928) μας είναι γνωστός από αρκετές μεταφράσεις βιβλίων του. Από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της νέας λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας, συνομιλητής του Κούντερα, με σαφείς (αντιαμερικανικές) πολιτικές θέσεις, πολυγράφος και πολυβραβευμένος, εξέδωσε τον Θάνατο του Αρτέμιο Κρους στα 1962. Το βιβλίο εξιστορεί τον βίο ενός επιφανούς ανθρώπου της εξουσίας στο Μεξικό λίγο προτού πεθάνει στα 1955.


Ο Αρτέμιο Κρους, νόθος γιος ενός ισπανού γαιοκτήμονα που τον εγκατέλειψε και μιας σκλάβας με αφρικανική και ινδιανική καταγωγή, πολέμησε για τη μεξικανική επανάσταση, άλλαξε στρατόπεδα, πρόδωσε αρχηγούς και ιδέες, βίασε, εξαπάτησε, σκότωσε, παντρεύτηκε το χρήμα και την εξουσία, έπαιξε βρώμικα παιχνίδια με αμερικανικές εταιρείες και πράκτορες, έγινε ιδιοκτήτης μιας μεγάλης εφημερίδας και βουλευτής, συγκέντρωσε πολλές επιχειρήσεις υπό τον έλεγχό του και τώρα αργοπεθαίνει τριγυρισμένος από τους ανθρώπους του.


Καθώς αργοπεθαίνει θυμάται άναρχα περιστατικά της μακράς ζωής του που εκ των πραγμάτων δεν είναι μόνο δική του. Οι συνεχείς καταδύσεις στη μνήμη του ετοιμοθάνατου Κρους συγκεφαλαιώνουν μια πολύ ευρύτερη ύπαρξη με άπειρες μικρές ζωές. Στη διάρκεια της μακρόχρονης αναρρίχησής του στην εξουσία οι μικρές ζωές ­ αυτές που συγκροτούν την ψυχή μιας χώρας βιασμένης από ντόπιους και ξένους εκμεταλλευτές ­ γεννιούνται και πεθαίνουν αθόρυβα, υποταγμένες στη μοίρα τους. Ποια υπήρξε η διαφορά του βιαστή Κρους από αυτούς τους μικρούς ανθρώπους; Σε ποιον βαθμό η κατακτητική συμπεριφορά απέναντι στην ίδια του τη χώρα και τους ανθρώπους της του επέτρεψε να διαφοροποιήσει τη δική του μοίρα; Σε ποιον βαθμό εντέλει άλλαξε τη δική του ζωή και άρα και τη χώρα με τις μικρές ζωές;


Την ώρα του θανάτου ζωή και πεπρωμένο γίνονται ένα. Την ώρα του θανάτου, καθώς η ζωή ανασυντάσσεται απεγνωσμένα προτού διαλυθεί στο χάος, η Μνήμη αφυπνίζει την κοιμισμένη Επιθυμία, γίνεται ένα μαζί της, πασχίζει να γίνει η μόνη «ικανοποιημένη επιθυμία». Ο Αρτέμιο Κρους επιβίωσε βιάζοντας και ξεπουλώντας. «Το συμφέρον, ο φόβος και η έπαρση», αυτό το δουλικό μείγμα κοινωνικής ανόδου κατηύθυνε όλες τις επιλογές του· μια τερατώδης βουλιμία κατάκτησης έπνιξε κάθε αληθινή επιθυμία του, κάθε ηθική, κάθε ελευθερία. Το μόνο που κατόρθωσε ήταν να δημιουργήσει «μια αδικία που δεν αναγνωρίζεται ως αδικία». Αφησε τη Ρεχίνα, τη μικρή βιασμένη των στρατιωτών, να τον αγαπήσει και να πεθάνει μαρτυρικά για χάρη του· άφησε τον Γκονσάλο, τον συγκρατούμενό του στον εμφύλιο, να πεθάνει πνιγμένος στον ιδεαλισμό του για να γλιτώσει ο ίδιος· άφησε τον Λορένσο, τον μονάκριβο γιο του, να πεθάνει ηρωικό θάνατο στον ισπανικό εμφύλιο για να «εξαγοράσει τη δική του ζωή»· άφησε πολλούς μικρούς ανθρώπους, όπως τις γυναίκες του (Ρεχίνα, Καταλίνα, Λάουρα, Λίλια) που υπήρξαν μία γυναίκα (η μία και μόνη ανικανοποίητη επιθυμία να αγαπηθεί) να ζήσουν ρημαγμένες στη σκιά του. Εν ολίγοις έχασε τη ζωή του, ακριβώς όπως μια βιασμένη χώρα χάνει τη δική της όταν υποτάσσεται «στον φόβο, στο συμφέρον και στην έπαρση».


La chingada, η χιλιοβιασμένη, η γαμημένη χώρα, μητέρα, ψυχή· ιδού η άγρια λέξη-κλειδί του βιβλίου. Η μεξικανική ταυτότητα αδελφωμένη με τον οικουμενικό καημό. Οποιος δεν βιάσει βιάζεται μέσα στην ατελείωτη αλυσίδα της αδικίας που κυριαρχεί στον κατακτημένο, ανελεύθερο κόσμο. Συμπιέζοντας, στη διάρκεια μιας ζωής, όλες του τις αισθήσεις στην μόνη απόλαυση, σε εκείνη της βίαιης κατάκτησης (ο ήρωας ομολογεί πως το μόνο που αγάπησε «ήταν η κατοχή των πραγμάτων, η ιδιοποίησή τους μέσω των αισθήσεων»), ο αρχιβιαστής Κρους αναγνωρίζει εμπρός στον θάνατο την έσχατη αλήθεια, από την οποία, σαν τη χώρα του, προσπαθούσε ματαίως να ξεφύγει από μικρό παιδί: chingar, δηλαδή βιάζω, εντέλει σημαίνει: καταπνίγω την ελευθερία μου να διαλέγω.



Αλλά εμπρός στον θάνατο η καταχωνιασμένη επιθυμία μιας ολόκληρης ζωής επιτέλους ξεσπάει: «Να επιθυμήσεις η επιθυμία σου και το αντικείμενο της επιθυμίας σου να γίνουν ένα· να ονειρευτείς την άμεση εκπλήρωση, τη δίχως χάσματα ταύτιση της επιθυμίας και του αντικειμένου της: να αναγνωρίσεις τον εαυτό σου». Εμπρός στον θάνατο, για μία τουλάχιστον φορά, η ψυχή του Κρους επιλέγει αβίαστα: διαλέγει τα αντίθετα από όσα έπραξε ως τώρα, διαλέγει να σώσει τον στρατιώτη που άφησε αβοήθητο, διαλέγει να προστατεύσει τον γιο του, διαλέγει να ακολουθήσει τη μοίρα των μικρών αβοήθητων ανθρώπων, διαλέγει να γίνει αγρότης, σιδεράς, επαναστάτης, επιλέγει να μη γίνει Αρτέμιο Κρους. Αυτή η πουλημένη ψυχή επιλέγει στο τέλος να επιστρέψει στον μόνο σωτήριο τόπο: στην κοιλιά της βιασμένης μιγάδας μητέρας. Εκεί, στην ακάθαρτη φυλετικά, πλην αρχέτυπη μεξικανική μήτρα, κεκαθαρμένος διά του επερχόμενου θανάτου, ο Κρους πεθαίνει επιλέγοντας επιτέλους ελεύθερα τη ζωή που δεν έζησε. Η οδυνηρή προμελέτη του θανάτου του γίνεται προμελέτη ελευθερίας για τον ίδιο και πολιτικό μάθημα ελευθερίας για τον αναγνώστη.


Το βιβλίο δεν πρέπει να «εξηγηθεί» περισσότερο. Ο θάνατος του Αρτέμιο Κρους είναι μια υλική, αισθησιακή ­ με κάθε έννοια ­ περιπέτεια· είναι από τα βιβλία που ο αναγνώστης θα πρέπει κυριολεκτικώς να καταβροχθίσει, σαν να πρόκειται για κάποιον ποθητό καρπό: βυθίζοντας άφοβα τα δόντια στους χυμούς των λέξεών του, μαθαίνοντας πώς να το διαβάζει καθώς το διαβάζει, αποδεχόμενος τη γραφή του ως αυτή που είναι, ανοίκεια και προσφιλής ταυτοχρόνως, ένας φρέσκος πλην γνώριμος της οικουμένης καρπός.


Ελεύθερη δομή με 13 αφηγήσεις σε πρώτο πρόσωπο, 13 σε δεύτερο και 12 σε τρίτο· ασυνεχής χρονική δομή με βίαιες εκτινάξεις προς το παρελθόν και το μέλλον· πλοκή με ασήμαντες εκπλήξεις και δευτερεύοντα πρόσωπα ως προσωπεία ιδεών που ουδόλως σμιλεύονται ως «ολοκληρωμένοι» χαρακτήρες· ποιητικό ύφος, με εξάρσεις άλλοτε επικές και άλλοτε λυρικές· γραφή με αλλεπάλληλα παλιρροϊκά κύματα συνειδησιακής ροής στον κατά κανόνα μακροπερίοδο λόγο· πληθωρικοί κατάλογοι «παραδειγμάτων ζωής» με γεύσεις, εκκρίσεις και επιθυμίες κατά το ραμπελεζιανό πρότυπο· απότομες παύσεις και σταθερές επαναλήψεις πανομοιότυπων φράσεων και λέξεων· ιδού ένα μυθιστόρημα που αφομοιώνει οργανικά όλες τις τεχνικές του μοντερνισμού (ακόμη και την τζοϋσική «πολυλογία»…) στα δικά του υλικά συμφραζόμενα, υπερβαίνοντας, με την αυτοπεποίθησή του αφενός και την απολαυστικότητά του αφετέρου, οποιαδήποτε μικροφιλολογική μεμψιμοιρία… Ο θάνατος του Αρτέμιο Κρους είναι απλώς ένα αριστούργημα.


Η μετάφραση, από τις καλύτερες της ισπανόφωνης λογοτεχνίας στη χώρα μας, περιλαμβάνει στην ωραία έκδοση της Αγρας αισθαντικό πρόλογο καθώς και πλήρη εργοβιογραφία του Κάρλος Φουέντες. Κάτι ακόμη: τώρα που η «εξαγωγή» της δικής μας λογοτεχνίας αποτελεί το θέμα του συρμού, το μάθημα του Φουέντες μπορεί να φανεί χρήσιμο. Ας τον προσέξουμε: ο Φουέντες μεταφράζει το οικουμενικό σε εντόπια ιδιόλεκτο και όχι το αντίθετο· δεν «ταξιδεύει» δηλαδή το εντόπιο στην οικουμενική και ­ πολύ περισσότερο ­ στην παγκοσμιοποιημένη κουλτούρα… έτσι, εδώ απλώς μεταφράζει τον οικουμενικό καημό της βιασμένης χώρας/ψυχής σε μεξικανική chingada. Αριστουργήματα τεχνικής και ανθρωπισμού όπως αυτό μας υποχρεώνουν να επανατοποθετούμε τον πήχυ των λογοτεχνικών μας απαιτήσεων, σφραγίζοντας ευεργετικά την αναγνωστική μας συμπεριφορά. Αυτός και μόνον ο λόγος θα ήταν αρκετός για να συμπεριλάβουμε τον Θάνατο του Αρτέμιο Κρους στον αναγνωστικό κανόνα της ζωής μας.


Ο κ. Αρης Μαραγκόπουλος είναι συγγραφέας. Από τις εκδόσεις Κέδρος κυκλοφορεί το μυθιστόρημά του «Οι ωραίες ημέρες του Βενιαμίν Σανιδόπουλου».