Είναι ενδιαφέρον να επισκέπτεσαι ξανά το παρελθόν με το πλεονέκτημα της απόστασης. Μπορεί οι μικρές λεπτομέρειες των συνθηκών της εποχής να μην είναι πλέον εντυπωμένες στη μνήμη, ωστόσο ο μελλοντικός εαυτός έχει κερδίσει στο ενδιάμεσο τη γνώση της εξέλιξης, έχει κατακτήσει τη βεβαιότητα του τετελεσμένου για όσα τότε ήταν απλές εικασίες. Η δεύτερη ανάγνωση των γεγονότων είναι ένα ταξίδι μπρος – πίσω μεταξύ πριν και μετά, όπου ελεύθερος κανείς από τα δεσμά της πρώτης αλλάζει εστίαση, αναζητά παράλληλα, επιδίδεται σε συνειρμούς.

Η τριλογία της Μασσαλίας (Το μαύρο τραγούδι της Μασσαλίας, Το τσούρμο, Solea, Πόλις, 2011 ) του Ζαν – Κλοντ Ιζζό εκδόθηκε για πρώτη φορά στα γαλλικά μεταξύ 1995 και 1998 και μεταφράστηκε στα ελληνικά στα τέλη της δεκαετίας του ’90, εποχή εκσυγχρονισμού και παγκοσμιοποίησης. Οι όροι ήταν καινοφανείς, το πρόσημο θετικό, η Γαλλία πολυπολιτισμική, ο μουσουλμάνος Ζινεντίν Ζιντάν ίνδαλμα. Το ευρώ βρισκόταν στον ορίζοντα αλλά η επικείμενη ανατολή του απασχολούσε ακόμη μόνο οικονομικά κονκλάβια επιφορτισμένα με την επιτήρηση τέτοιων απόκρυφων συναστριών, ενώ ο ευρωπαϊκός νότος ονειρευόταν τη «σύγκλιση» με τις βόρειες οικονομίες. Χρειαζόταν, με άλλα λόγια, ένας ιδιαίτερα ευαίσθητος δέκτης ή ένας επαγγελματίας λεπτολόγος ώστε να διακρίνει μέσα στη γενική αισιοδοξία σκιές και σύννεφα.

Για τον Ιζζό, όμως, κράμα των δύο παραπάνω ιδιοτήτων, τα κοινωνικά ζητήματα της σύγχρονης Γαλλίας (και κατ’ επέκταση της Ευρώπης, όπως φαίνεται στην πορεία των μυθιστορημάτων του) διέπονταν ήδη από τις δομές της παγκοσμιοποίησης. Η ελευθερία διακίνησης επιτρέπει στους ανθρώπους να αναζητούν διέξοδο από τη φτώχεια ή την καταπίεση με ευκολία αγνώριστη στους παλιούς μετανάστες, απόγονοι των οποίων είναι οι χαρακτήρες του. Η εγκατάστασή τους όμως στις νέες εστίες συνεπάγεται πολιτισμικές συγκρούσεις, εσωτερικές περιχαρακώσεις, εξωτερικούς καταναγκασμούς. Άλλοι πρόσφυγες ενσωματώνονται, άλλοι σπρώχνονται στο περιθώριο, όπου καραδοκούν οι δυνάμεις των άκρων – της μαφίας ή των εξτρεμιστών πάσης φύσεως. Το περίγραμμα του δυτικού κόσμου μετά την 11η Σεπτεμβρίου, των εντάσεων μεταξύ μεταναστών και γηγενών, είναι ήδη εδώ.

Εδώ βρίσκεται την ίδια στιγμή και η γέφυρα με τη σκοτεινή όψη της οικονομίας της αγοράς: το παράνομο στοιχείο οικειοποιείται τις νέες οικονομικές δομές, χρησιμοποιώντας τις για να νομιμοποιήσει τα προϊόντα της δραστηριότητάς του. Οι λαθρέμποροι του Τσούρμου, οι μαφιόζοι της Solea είναι μαχαιροβγάλτες και επιχειρηματίες, κύριοι μιας σκιώδους περιοχής της ελεύθερης αγοράς που λειτουργεί με ακόμη λιγότερους περιορισμούς, νομικούς και ηθικούς. Αποθέωση μιας κυριολεκτικά επιθετικής επιχειρηματικότητας οπλισμένης με Καλάσνικοφ, η οποία δεν αναγνωρίζει όρια ή φραγμούς μπροστά στο αίτημα της αειφόρου ανάπτυξης, η δράση τους είναι και διεθνής και deregulated: η εξαγορά μπάτσων ή πολιτικών αποτελεί εγγύηση διασφάλισης της επιχείρησης και η μαφία άλλη μια εκδοχή της απρόσκοπτης ροής του χρήματος. Μιας ροής που κάνει στάσεις μόνο σε offshore συγκροτήματα, νησιωτικά συμπλέγμαα, τραπεζικά προϊόντα υψηλής μαγγανείας και άλλες νέας κοπής έννοιες με τις οποίες αναγκαστήκαμε να εξοικειωθούμε σε μια πενταετία δραματικής ύφεσης.

Πριν από 15 χρόνια τα κάλλη του θαυμαστού καινούργιου κόσμου της παγκοσμιοποίησης υπόσχονταν ευημερία χωρίς τίμημα. Αν ο Ζαν – Κλοντ Ιζζό ζούσε ακόμη, στην ώριμη ηλικία των 68, θα είχε οπωσδήποτε πολλά να πει για την έκπτωση των υποσχέσεων. Γιατί υποπτευόταν την αξιοπιστία τους ήδη από τότε.