Το Φεβρουάριο του 1923 γεννιέται στο Βελβεντό Κοζάνης ο Τάκης Γιαννούσας. Η μητέρα του μοδίστρα, ο έμπορος πατέρας επαναπατρισμένος μετανάστης. Αμερική, Ρουμανία, Βελβεντό.

Στα δύο του χρόνια, ο Τάκης αρρωσταίνει με βαριά δυσεντερία. Μετά από ένα μήνα γαστρεντερικών διαταραχών, ο μικρός αναρρώνει αλλά δεν μπορεί να μιλήσει κανονικά: η αφυδάτωση του είχε προκαλέσει μη αναστρέψιμη εγκεφαλική βλάβη.

Τα χρόνια πέρασαν. Ο Τάκης Γιαννούσας αποτελούσε πάντα μία αγαπητή πλην μυστηριώδη φιγούρα του Βελβεντού. Περπατούσε και μιλούσε μόνος του. Κυκλοφορούσε με αποκριάτικες στολές. Ήταν ένας από τους «σαλούς του χωριού».

Ως παιδάκι, αλλά κι αργότερα, ο φίλος μου ο Γιάννης δεν είχε δώσει ποτέ σημασία στον Τάκη Γιαννούσα. Έλεγε συγκαταβατικά, όπως πολύς κόσμος στο χωριό, «Α, ο Τάκης». Δεν είχα ιδέα ότι ο Τάκης μπορεί να μη μιλούσε, αλλά ζωγράφιζε. Και μάλιστα καλά.

To 2008″ ο Μορφωτικός Όμιλος Βελβεντού διοργάνωσε πρώτα στην Κοζάνη και μετά στο ίδιο το χωριό μία έκθεση με τα έργα του Τάκη Γιαννούσα. Ο Γιάννης, στην Αθήνα πια, έλαβε από ένα φίλο του το δελτίο τύπου. Δεν θα το άνοιγε, είπε πάλι “Α, ο Τάκης”. Αλλά παραδόξως το άνοιξε.

Ως συνοδευτική του κειμένου, ο Γιάννης είδε στο δελτίο τύπου μία φωτογραφία ενός έργου του Τάκη. Έπαθε πλάκα. Έβαλε τη μάνα του να του αγοράσει τον κατάλογο της έκθεσης και να του τον στείλει στην Αθήνα. Τον βρήκε εξαιρετικό: επειδή δεν μιλούσε και δεν είχε τρόπο να επικοινωνήσει, όλη η δημιουργικότητα του Τάκη εκφράστηκε με έντονα χρώματα, με την εκμετάλλευση και του τελευταίου χιλιοστού κάθε επιφάνειας.

To έργο που συνάρπασε το Γιάννη απεικονίζει μια κοπέλα κατά τη διάρκεια της Κατοχής, την οποία οι Γερμανοί, προφανώς για να περιπαίξουν, έντυσαν με τη στολή του γερμανικού στρατού. Γύρω από την κεντρική φιγούρα υπάρχουν σκηνές από τον πόλεμο και τη λεηλασία του Βελβεντού κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Κάτω δεξιά απεικονίζεται ένας Γερμανός – γκροτέσκος, σχεδόν φρικαλέος. Όλ’ αυτά -όπως και τα υπόλοιπα έργα του- είναι εικόνες που είδε ο Τάκης ως έφηβος και νέος, φιλτραρισμένες από το ιδιάζον μυαλό του.

Ο Γιάννης αγάπησε το έργο, και, εδώ και κάποιες μέρες φρόντισε να μπορούμε να το δούμε κι εμείς από κοντά – έστω και σε αναπαραγωγή.