Στη συστεμική ψυχοθεραπεία, υπάρχει ένας κρίσιμος όρος που ονομάζεται «αναπλαισίωση». Χρησιμοποιώ τη λέξη «κρίσιμος» όχι γιατί ταιριάζει με τα δεδομένα της εποχής, αλλά γιατί είναι ο πιο ουσιαστικός σε αυτή την ψυχοθεραπευτική επεξεργασία. Είναι ο όρος που επιτρέπει στο οικογενειακό σύστημα την αναδιαμόρφωσή του, την αλλαγή του, μέσα από συγκεκριμένες εφαρμοσμένες τεχνικές και πάντα με τη βοήθεια του ψυχολόγου. Το σύστημα, εκείνη τη στιγμή βρίσκεται σε κομβικό σημείο. Έχει μόλις αναγνωρίσει τι ακριβώς γινόταν στο παρελθόν, ποιο είναι το πρόβλημα, ποιος ο ταυτοποιημένος ασθενής και είναι στο όριο να επιλέξει αν επιθυμεί να δεχτεί την αναπλαισίωση στα δυναμικά του από τον θεραπευτή, προκειμένου να πετύχει το θεραπευτικό στόχο του.

Η περίοδος αυτή που βιώνουμε οι Έλληνες, είναι κρίσιμη, ως προς την έννοια της μεταβατικότητας. Βρισκόμαστε ακριβώς στο μεταίχμιο, όπως και ο θεραπευόμενος που καλείται να επιλέξει τι θέλει να κάνει, αφού έχει δει τι γινόταν στο παρελθόν. Έτσι και εμείς, έχουμε δει τι γινόταν στο παρελθόν, πως ζούσαμε σε μία πλαστή πραγματικότητα, πως γαλουχηθήκαμε με αυτές τις αξίες, της διαφθοράς, του νεποτισμού, του αμοραλισμού, σε μία εύκολη ζωή. Αξίες που έχουν ριζωθεί μέσα μας και είναι δύσκολο να ξεριζωθούν, ακριβώς γιατί μάθαμε να ζούμε έτσι.

Το υπαρξιακό κοινωνικό σύστημα, το οποίο έχει δημιουργηθεί επιβάλλει περιορισμούς, τείνει να διατηρεί τις δομές του στην παρούσα μορφή και οργανώνει τα μέλη του προς μία κατεύθυνση προβλέψιμης λειτουργίας. Κάθε εναλλακτικός τρόπος για την οργάνωση του συστήματος, διαφαίνεται σαν μία απειλή. Σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές όμως, όπως η τωρινή, το σύστημα αναπτύσσεται και μεγαλώνει ή σκαλώνει και κολλάει. Ο άνθρωπος, αποτελεί πάντα ένα όλον και την ίδια στιγμή αποτελεί μέρος του πλέγματος που σχηματίζει το σύστημα. Αυτή τη στιγμή, το συναίσθημά του, είναι ο φόβος, που οδηγεί στο πάγωμα. Είναι ανήμπορος να διαχειριστεί όλη αυτή την ξαφνική αλλαγή, καθώς δεν είχε εκπαιδευτεί στη λήψη αποφάσεων παρά μόνο σε εκτελεστικά καθήκοντα.

Όλοι έχουμε ακούσει τη φράση «ο άνθρωπος δεν αλλάζει». Μένουμε σε αυτή, χωρίς να προσπαθήσουμε να την εξηγήσουμε γιατί απλώς λειτουργεί ως άλλοθι. Κάθε προσπάθεια για αλλαγή οδηγεί σε αδιέξοδο όταν η ιδεολογική μας ταμπέλα, είναι η παραπάνω έκφραση. Και έτσι έχουμε φτάσει σε αυτό το σημείο, όπου η προσωπική και συστεμική αλλαγή είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία. ‘Οχι γιατί χρειάζεται να ακουστεί από ένα πολιτικό σύστημα που έχει πάψει να εμπνέει, αλλά γιατί είναι καθοριστική για την μετέπειτα πορεία του καθενός μας.

Δεν χρειάζεται, επιβάλλεται πλέον, να αποδεχτούμε ότι δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω. Η ακριβή ζωή, η υπερκατανάλωση, η σπατάλη για την ικανοποίηση της ματαιοδοξία, έχει περάσει και κανείς δεν ξέρει αν θα ξαναγυρίσει. Δεν έχει σημασία ποιος φταίει και πόσο αδικημένοι νιώθουμε. Αν μείνουμε στην αδικία, θα χάσουμε την ευκαιρία, δεν κουράζομαι να το επαναλαμβάνω. Δεν καταφέρνουμε τίποτα με την αλόγιστη κατηγόρια στους άλλους. Αυτή είναι μία ευκαιρία για να επανέλθουμε στις αξίες που είχαμε χάσει, στην αλληλεγγύη, στην ανθρωπιά, στη δικαιοσύνη, στην ισοτιμία, στην αξιοκρατία. Αξίες που μέσα στο πήλινο οικοδόμημα των προηγούμενων 30 ετών, όχι μόνο είχαν ξεχαστεί, αλλά χλευάζονταν κάθε φορά που τολμούσε κάποιος να τις αναφέρει.

Η αναπλαισίωση χτυπάει την πόρτα μας, μάλιστα χωρίς την ψυχολογική βοήθεια και εποπτεία. Αναγνωρίζοντας το παρελθόν μας με βαθμούς ελευθερίας και όχι αναξιακούς περιορισμούς, επαναπροσδιορίζουμε τη δυναμική μας, επισημαίνουμε τα όρια μας και χτίζουμε τα αξιακά στοιχεία, που από προσωπικά, μεταλλάσσονται σε συστεμικά στην κοινωνία που έρχεται. Με αυτόν τον τρόπο, η συστεμική συσπείρωση θα έχει ως στόχο, όχι την εξάντληση των δυνάμεων σε αγώνες για την κατάδειξη των «στυγνών οικονομικών φαινομένων» αλλά την εξεύρεση πρακτικών και χρήσιμων λύσεων για το κοινωνικό σύνολο. Λύσεις που σε προσωπικό και σε συστεμικό επίπεδο, μπορεί να φαίνονται δύσκολες και μακρινές αλλά είναι υπαρκτές.

Θυμήθηκα τώρα ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, τον Χόρχε Μπουκάι, να γράφει σε ένα βιβλίο του για ένα 7χρονο παιδί που, παρατημένo από τη baby sitter, έσωσε το μωρό αδελφό του, από τη φωτιά που έπιασε το σπίτι τους, ανοίγοντας το κλειδωμένο παράθυρο και πηδώντας στον κήπο. Οι πυροσβέστες αναρωτήθηκαν πως το έκανε αυτό ένα τόσο μικρό παιδί, για να έρθει η απάντηση από τον αρχηγό της πυροσβεστικής: «Kανείς δεν του είπε ότι δεν μπορεί να το κάνει».