Σκεφτόμουν τις προάλλες ότι δεν έχω «πιάσει» τη μουσική που ακούω εδώ και πολύ καιρό: μέσα στην τρέχουσα χρονιά, ελάχιστα απτά αντικείμενα που εμπεριέχουν μουσική έφτασαν στα χέρια μου. Τα cd και τα βινύλια δεν είναι πια ζωντανά κομμάτια της καθημερινότητας παρά μόνο πηγές πληροφορίας και αναφορών. Ακόμα και όταν αναγκάζομαι να ακούω βινύλια ή cd από καινούργιες κυκλοφορίες, σύντομα η μουσική αυτή βρίσκει το δρόμο της για τον υπολογιστή.

Κανένα πρωτότυπο εύρημα ως εδώ.

Ωστόσο, η παρατήρηση που συνοδεύει την διαπίστωση, είναι και αυτή που έχει ζουμί όχι μόνο για τις προσωπικές μου μόνο συνθήκες ακρόασης αλλά και για τις γενικότερες. Όσο, δηλαδή, η κατανάλωση (απτών αντικειμένων -cd, βινυλίων) μειώνεται τόσο αυξάνεται και η ψυχραιμία του ακροατή. Πλέον η απόλαυση της ακρόασης δεν περνάει καταναγκαστικά από την απόκτηση ενός απτού προϊόντος. Πόσω μάλλον όταν αυτό το προϊόν -καλώς ή κακώς- διατίθεται εντελώς δωρεάν ψηφιακά.

Χωρίς να υπερασπίζομαι ή να κατηγορώ αυτή την ψηφιακή αλλαγή -κάθε κραυγή περί πειρατείας είναι μπανάλ και ανώφελη πλέον- τάσσομαι εντελώς υπέρ του ξεκαθαρίσματος των υγιών ακροατών από τους ψυχαναγκασμένους. Στους πρώτους εντάσσω αυτούς που δεν «ψήνονται» από κίνητρα απόκτησης αντικειμένων αλλά αυτών που επιθυμούν να ακούν τη μουσική, πέραν του σε ποιο format διατίθεται. Στους δεύτερους συγκαταλέγω τους φετιχιστές, αυτούς που έχουν τη μανία της συσσώρευσης καταναλωτικών αντικειμένων. Βέβαια, οι δεύτεροι με τη σειρά τους, χωρίζονται σε αυτούς που με την συσσώρευση cd και βινυλίων θεωρούν ότι υπηρετούν τις αγνές «Αρχές της μουσικοφιλίας» (όχι, δεν το κάνουν) και σε εκείνους που συνειδητά διαχωρίζουν το φετιχισμό τους από την απόλαυση της μουσικής ακρόασης.

Αισθάνομαι ότι από τότε που η μουσική διατίθεται -παράνομα, χωρίς αμφιβολία, αλλά πλέον πάγια- δωρεάν, έχουν ξεχωριστεί εκ των πραγμάτων οι «ενεργοί» ακροατές (εκείνοι που ενδιαφέρονται για τη μουσική και είτε την αγόραζαν είτε την «κατέβαζαν» δωρεάν, θα την άκουγαν) από τους ψυχαναγκασμένους καταναλωτές – αυτούς που αγοράζοντας τη μουσική, πίστευαν λανθασμένα ότι την απολάμβαναν απόλυτα και ότι δεν γίνεται να οικειοποιηθείς ένα άκουσμα αν δεν το κατέχεις και πρακτικά, ως απτό αντικείμενο.

Σήμερα που η κατανάλωση των απτών cd τείνει να εκλείψει εντελώς, λόγω της ψηφιακής εξέλιξης αλλά και της οικονομικής δυσπραγίας, φαίνεται ξεκάθαρα, το γνήσιο, το πρωτογενές ενδιαφέρον όσων έχουν ανάγκη να ακούνε μουσική σε αντίθεση με εκείνους που μέχρι χτες αγόραζαν cd στο πλαίσιο μιας ανταγωνιστικής, σφοδρά καταναλωτικής ζούγκλας. Έτσι η κλασική ερώτηση στα πηγαδάκια δεν είναι πλέον, «έχεις/πήρες το καινούργιο album της Feist;» αλλά «άκουσες το καινούργιο Feist;».

Αν εξαιρέσει κανείς όλα τα κακά που συνεπάγεται η χαμηλή αγοραστική δύναμη και η λιτότητα, μόνο καλό μπορώ να δω στην παραπάνω αντικατάσταση του κρίσιμου, μουσικοφιλικού ερωτήματος. Διότι το θέμα, δεν είναι να έχεις το cd της Feist, αλλά να έχεις ακούσει τη Feist.