Η οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008 μπορεί να έχει σοβαρότερες πολιτικές από οικονομικές επιπτώσεις. Σε όλες τις οικονομικές κρίσεις των τελευταίων 150 ετών η Ακροδεξιά ενισχυόταν για μια πενταετία μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Η διαφορά με την οικονομική κρίση του 2008 είναι ότι η Ακροδεξιά συνεχίζει να ενισχύεται 10 χρόνια αργότερα.
«Οι οικονομικές κρίσεις οδηγούν παγίως σε πολιτική πόλωση και λαϊκισμό, αλλά η πρόσφατη άνοδος των ακροδεξιών λαϊκιστών έχει διαρκέσει περισσότερο από τις ανόδους που ακολούθησαν προηγούμενες κρίσεις και έχει προκαλέσει μεγαλύτερο πλήγμα» αναφέρει άρθρο του περιοδικού «Foreign Affairs».
Το κραχ του 2008 κατάφερε σοβαρό πλήγμα στα πολιτικά συστήματα της Δύσης. Η αντιμετώπιση της κρίσης έχει γίνει η νέα καθημερινότητα, το δικομματικό σύστημα πολλών χωρών, όπως η Γαλλία, έχει τιναχτεί στον αέρα, ενώ οι λαϊκιστικές ακροδεξιές δυνάμεις βγήκαν από το περιθώριο, σημειώνοντας σημαντικές εκλογικές νίκες και προόδους σε πάρα πολλά κράτη.
Οι τρεις γερμανοί οικονομολόγοι που υπογράφουν το άρθρο (Μάνουελ Φούνκε, ερευνητής στο Ινστιτούτο Κίελ για την Παγκόσμια Οικονομία, Μόριτς Σούλαρικ, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, και Κρίστοφ Τρέμπες, καθηγητής Οικονομικών στο Ινστιτούτο Κίελ για την Παγκόσμια Οικονομία) έχουν εκπονήσει μελέτη που εξέτασε σχεδόν 100 οικονομικές κρίσεις και 800 εθνικές εκλογές σε 20 δημοκρατίες από το 1870 ως το 2014. Η μελέτη βρήκε ότι ύστερα από κάθε οικονομική κρίση τα ακροδεξιά κόμματα αύξαναν τη δύναμή τους κατά 30%. Ομως ύστερα από πέντε χρόνια, το πολιτικό σύστημα ισορροπούσε και επέστρεφε στην προ κρίσης κατάσταση.
Ανθρωπογενείς καταστροφές
Γιατί οι οικονομικές κρίσεις είναι τόσο καταστροφικές πολιτικά; Κατ’ αρχάς αποτελούν ανθρωπογενείς καταστροφές. Ο κόσμος κατηγορεί τις ελίτ, γι’ αυτό διαβρώνεται η αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος, ανοίγοντας την πόρτα στους καιροσκόπους που προσπαθούν να στρέψουν τον «λαό» εναντίον της «κυβερνώσας τάξης».
Τα ακροαριστερά κόμματα όμως δεν ωφελούνται τόσο από τις οικονομικές κρίσεις όσο τα ακροδεξιά – μετά την κρίση, το ποσοστό τους παραμένει σχεδόν ίδιο με τα προ κρίσης επίπεδα. Η μελέτη των τριών Γερμανών έδειξε ότι όταν κοινωνικές ομάδες φοβούνται την απώλεια του πλούτου τους, στρέφονται προς δεξιά κόμματα που υπόσχονται σταθερότητα και έννομη τάξη. «Στη δεκαετία του ’30, για παράδειγμα, η γερμανοί μικροαστοί διευκόλυναν την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Ομοίως, η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ επιτεύχθηκε από τη μικρομεσαία και την εργατική τάξη» αναφέρει το άρθρο στο Foreign Policy.
Μετά από μια κρίση ο κόσμος θέλει να αποδώσει ευθύνες και η Ακροδεξιά τούς προσφέρει αποδιοπομπαίους τράγους: τους μετανάστες, την Κίνα ή την Ευρωπαϊκή Ενωση – οι αποδιοπομπαίοι τράγοι αλλάζουν, αλλά το σενάριο παραμένει το ίδιο.
Μετά την κρίσιμη πενταετία
Η μελέτη των τριών Γερμανών έδειξε ότι οι πολιτικές αναταραχές μετά από κάθε κρίση είναι προσωρινές. Υστερα από μια πενταετία, η ορμή της Ακροδεξιάς ξεφουσκώνει. Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, ο πολιτικός κατακερματισμός, η πόλωση και η ψήφος προς την Ακροδεξιά καλά κρατούν. Ακόμη και χώρες που μέχρι πρόσφατα είχαν ανοσία στην Ακροδεξιά έχουν αρχίσει να υποκύπτουν, ενώ σε εκείνες όπου λαϊκιστές και ακροδεξιοί ήταν ήδη δυνατοί, ενισχύθηκαν ακόμη περισσότερο.
Γιατί συνέβη αυτό; Μία εξήγηση είναι ότι οι λαϊκιστές έχουν αρχίσει να μαθαίνουν. Ο λαϊκισμός έχει γίνει μια δοκιμασμένη πολιτική στρατηγική και οι λαϊκιστές ηγέτες διδάσκουν ο ένας τον άλλον πώς να μεταχειρίζονται την τηλεόραση και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να δημιουργούν πόλωση και χάσματα. «Αυτό είναι πολύ κρίσιμο», σημειώνουν οι τρεις γερμανοί οικονομολόγοι, «διότι μια πολωμένη κοινωνία αποτελεί προϋπόθεση για την επιτυχία των λαϊκιστών».
Δεύτερον, οι λαϊκιστές έχουν γίνει καλύτεροι στο να επιβιώνουν στην εξουσία. Πολλοί έχουν επανεκλεγεί αρκετές φορές. Καλλιεργούν προσεκτικά την εικόνα τους, διαβρώνουν σταδιακά τους ελεγκτικούς μηχανισμούς του κράτους και ελέγχουν τα μέσα ενημέρωσης – «όλα αυτά στο όνομα του «λαού»».
Τρίτον, έχουν αρχίσει να υιοθετούν πιο ορθόδοξες οικονομικές πολιτικές. Αντίθετα προς τους προκατόχους τους που ξόδευαν αλόγιστα, οι περισσότεροι λαϊκιστές ηγέτες σήμερα εφαρμόζουν παρόμοιες πολιτικές – ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και της ανάπτυξης, αποτροπή του  υπερπληθωρισμού – και οι πολιτικές αυτές λειτουργούν.
Αλλά ο κυριότερος λόγος για τη συνεχιζόμενη επιτυχία των ακροδεξιών λαϊκιστών είναι διαρθρωτικός. Η κρίση του 2008 είχε πιο μακροχρόνιες οικονομικές επιπτώσεις από τη μέση οικονομική κρίση. Το κραχ συνοδεύτηκε από τρομοκρατικές ενέργειες και αυξημένες προσφυγικές ροές, η Κίνα και η Ρωσία σήμερα αποτελούν μια αυταρχική εναλλακτική στο δυτικό μοντέλο, ενώ τα μέσα εισοδήματα στη Δύση είναι στάσιμα και οι ανισότητες αυξάνονται.
«Δύσκολο να πούμε πόσο θα κρατήσει η παρούσα πολιτική αστάθεια, εν μέρει διότι δεν γνωρίζουμε ακόμη αρκετά για τις επιδόσεις των λαϊκιστών στην εξουσία» καταλήγει το άρθρο των τριών οικονομολόγων. «Το μόνο σαφές είναι ότι μια νέα οικονομική κρίση θα προκαλέσει τεράστια ζημιά: θα πυροδοτήσει ένα νέο κύμα λαϊκισμού και θα φέρει την Ακροδεξιά στην εξουσία σε ακόμη περισσότερες χώρες. Οι διοικούντες, οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες πρέπει να λαμβάνουν υπόψη και τους πολιτικούς κινδύνους, όχι μόνο τους οικονομικούς, όταν εποπτεύουν τις χρηματοπιστωτικές αγορές».