«Πώς να επανεφεύρουμε τον φιλελευθερισμό για τον 21ο αιώνα». Με αυτό το αφιέρωμα γιόρτασε το βρετανικό περιοδικό «Economist» τη συμπλήρωση 175 ετών κυκλοφορίας του. Μια έρευνα «για την κατάσταση του κλασικού βρετανικού φιλελευθερισμού – προσηλωμένου στον αστικό σεβασμό, τις ανοιχτές αγορές και με πίστη στην ανθρώπινη πρόοδο που έρχεται μέσω του διαλόγου και των αλλαγών».

Αλλωστε και ο ιδρυτής του περιοδικού, ο πιλοποιός Τζέιμς Ουίλσον από τη Σκωτία, αποφάσισε την έκδοσή του το 1843 για να υποστηρίξει «το ελεύθερο εμπόριο, τις ελεύθερες αγορές και τον περιορισμό της κυβέρνησης». Στο αφιέρωμα δίνεται έμφαση στην πίστη ότι αυτές οι φιλελεύθερες αξίες έχουν συμβάλει στην ευημερία των σύγχρονων κοινωνιών. «Αποτέλεσαν την πιο ισχυρή μηχανή για δημιουργία ευημερίας σε όλη την Ιστορία. Ο σεβασμός του φιλελευθερισμού στις διαφορετικές απόψεις και τους τρόπους ζωής περιόρισε σε σημαντικό βαθμό προκαταλήψεις απέναντι σε θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες, απέναντι στην άποψη ότι τα αγόρια και τα κορίτσια θα πρέπει να έχουν ίσες ευκαιρίες στη μόρφωση, απέναντι στην ομοφυλοφιλία, απέναντι στις μονογονεϊκές οικογένειες».

Παρά τις επιτυχίες που περιγράφει το περιοδικό, η διαπίστωση είναι πως ο φιλελευθερισμός αντιμετωπίζει προβλήματα. «Η Ευρώπη και η Αμερική βρίσκονται στα πρόθυρα μιας λαϊκής εξέγερσης εναντίον των φιλελεύθερων ελίτ, που θεωρείται ότι κοιτούν μόνο το όφελός τους και είναι ανίκανες – ή απρόθυμες – να επιλύσουν τα προβλήματα του μέσου πολίτη. Σε άλλα μέρη η 25χρονη πορεία προς τη δημοκρατία και τις ελεύθερες αγορές έχει ανακοπεί, την ώρα που η Κίνα, η οποία σύντομα θα είναι η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, δείχνει πως οι δικτατορίες μπορούν να ακμάσουν».

Χάθηκε η δίψα για μεταρρυθμίσεις

Περιγράφεται πώς ο φιλελευθερισμός ξεκίνησε ως μια ανήσυχη θεώρηση για την πορεία του κόσμου, όμως τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς οι φιλελεύθεροι συνήθισαν πλέον τις θέσεις εξουσίας, έχασαν τη δίψα για μεταρρυθμίσεις. «Οι πολιτικές φιλοσοφίες δεν μπορούν να ζήσουν με τις δάφνες του παρελθόντος τους: πρέπει να υποσχεθούν ένα καλύτερο μέλλον. Ετσι η φιλελεύθερη δημοκρατία σήμερα αντιμετωπίζει μια πρόκληση. Οι δυτικοί ψηφοφόροι έχουν αρχίσει να αμφιβάλλουν για το εάν το σύστημα είναι προς όφελός τους ή εάν είναι δίκαιο. Σε δημοσκοπήσεις που πραγματοποιήθηκαν πέρυσι, μόνο το 36% των Γερμανών, το 24% των Καναδών και το 9% των Γάλλων δήλωσε ότι η επόμενη γενιά θα ζήσει καλύτερα από τους γονείς της. Μόνο το 1/3 των Αμερικανών ηλικίας κάτω των 35 ετών θεωρεί σημαντικό ότι ζει σε δημοκρατία – το ποσοστό εκείνων που βλέπουν θετικά μια στρατιωτική κυβέρνηση αυξήθηκε από 7% το 1995 σε 18% πέρυσι. Παγκοσμίως, οι ελευθερίες και τα πολιτικά δικαιώματα των πολιτών παρουσιάζουν μείωση τα τελευταία 12 χρόνια – το 2017, 71 χώρες βρίσκονταν σε χειρότερη κατάσταση σε σύγκριση με το παρελθόν και μόνο 35 σημείωσαν βελτίωση.

Το περιοδικό, ως κύριος εκφραστής του φιλελευθερισμού από την ίδρυσή του μέχρι σήμερα, καταλήγει σε προτάσεις για την αλλαγή του. «Το κοινωνικό συμβόλαιο και οι γεωπολιτικές νόρμες που διακρίνουν τις φιλελεύθερες δημοκρατίες και η παγκόσμια τάξη που τις υποστηρίζει, δεν φτιάχτηκαν γι» αυτό τον αιώνα. Η γεωγραφία και η τεχνολογία παράγουν νέες συγκεντρώσεις οικονομικής δύναμης που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν. Ο αναπτυγμένος και ο αναπτυσσόμενος κόσμος χρειάζονται φρέσκιες ιδέες για τον σχεδιασμό καλύτερων κρατών πρόνοιας και φορολογικών συστημάτων. Τα δικαιώματα των πολιτών να μετακινούνται από μια χώρα σε άλλη πρέπει να επανακαθοριστούν. Η απάθεια των ΗΠΑ και η άνοδος της Κίνας απαιτούν επανεξέταση της παγκόσμιας τάξης – κυρίως επειδή τα τεράστια κέρδη που δημιουργήθηκαν από το ελεύθερο εμπόριο θα πρέπει να διατηρηθούν».

Επειτα από όλες αυτές τις διαπιστώσεις, το αφιέρωμα ολοκληρώνεται με κάλεσμα στα όπλα: «Οι φιλελεύθερες αξίες παραμένουν ο καλύτερος δρόμος για την ευημερία και την ελευθερία στον 21ο αιώνα. Οι φιλελεύθεροι θα πρέπει να ξυπνήσουν από τον λήθαργο και να βρουν εκ νέου τον μεταρρυθμιστικό ζήλο τους».

Απελευθέρωση από τα μονοπώλια

Το σύνθημα είναι: φιλελευθερισμός για τον λαό. Στο μανιφέστο του περιοδικού αναφέρεται ότι το κράτος πρέπει να κάνει περισσότερες προσπάθειες για τον πολίτη στα θέματα της φορολογίας, της πρόνοιας, της εκπαίδευσης και της μετανάστευσης. «Η οικονομία πρέπει να απελευθερωθεί από την αυξανόμενη δύναμη των επιχειρηματικών μονοπωλίων και των περιορισμών που κρατούν τους ανθρώπους μακριά από ευημερούσες πολιτείες. Χρειάζονται αυξημένη στρατιωτική ισχύς και νέα πνοή στις συμμαχίες».

Και συνεχίζει: «Ολες αυτές οι πολιτικές είναι σχεδιασμένες να αντιμετωπίσουν το κύριο πρόβλημα του φιλελευθερισμού. Τη στιγμή του θριάμβου του, με τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, έχασε τις ουσιώδεις αξίες του. Ο φιλελευθερισμός εμφανίσθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα ως απάντηση στην αναταραχή που προκάλεσε η ανεξαρτησία της Αμερικής, η Επανάσταση στη Γαλλία και η μεταμόρφωση της βιομηχανίας και του εμπορίου».

Εν κατακλείδι: «Οι φιλελεύθεροι έχουν ξεχάσει ότι η ιδρυτική ιδέα είναι σεβασμός για όλους. Δύο είναι οι συμπληρωματικές αρχές του φιλελευθερισμού. Η πρώτη είναι η ελευθερία: που είναι όχι μόνο δίκαιη και σοφή, αλλά επίσης επωφελής. Ο κόσμος να κάνει ό,τι θέλει». Η δεύτερη είναι το κοινό συμφέρον: ότι «η ανθρώπινη κοινωνία μπορεί να είναι μια ένωση για το καλό όλων».

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ

«Ο φιλελευθερισμός χρειάζεται να διαφύγει της ταύτισής του με τις ελίτ»
«Ο φιλελευθερισμός έχει επιτύχει επανεφευρίσκοντας τον εαυτό του, ενώ μένει πιστός σε τέσσερα στοιχεία κλειδιά: 1) Η κοινωνία αποτελεί ένα μέρος συγκρούσεων και έτσι θα συνεχίσει – στο σωστό πολιτικό περιβάλλον, αυτές οι συγκρούσεις παράγουν συναγωνισμό και γόνιμο διάλογο. 2) Η κοινωνία είναι δυναμική. Μπορεί να γίνει καλύτερη και οι φιλελεύθεροι θα πρέπει να εργαστούν προς αυτή τη βελτίωση. 3) Δυσπιστία απέναντι στην εξουσία, κυρίως τη συγκεντρωτική εξουσία. 4) Επιμονή, απέναντι σε κάθε εξουσία, για αστικό σεβασμό προς το άτομο και άρα και προς τη σημασία των προσωπικών, πολιτικών και ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων.
Αντίθετα με τους μαρξιστές, οι φιλελεύθεροι δεν βλέπουν την πρόοδο με τους όρους κάποιας Ουτοπίας: ο σεβασμός για το άτομο, με τις αναπόφευκτες συγκρούσεις, το απαγορεύει. Ομως αντίθετα από τους συντηρητικούς, οι οποίοι δίνουν έμφαση στη σταθερότητα και την παράδοση, οι φιλελεύθεροι παλεύουν για πρόοδο, τόσο σε υλικούς όρους όσο και σε θέματα χαρακτήρα και ηθικών αρχών. Πάντα ήταν μεταρρυθμιστές, προωθώντας την κοινωνική αλλαγή. Σήμερα ο φιλελευθερισμός χρειάζεται να διαφύγει της ταύτισής του με τις ελίτ και την καθεστηκυία τάξη και να ξανακερδίσει το μεταρρυθμιστικό του πνεύμα».

«Η μονοπωλιακή δύναμη διαστρεβλώνει τις αγορές»

Η υπεράσπιση του υπάρχοντος εμπορικού συστήματος αποτελεί ύψιστο στόχο. Και τα οφέλη που έχει ακόμα να προσφέρει, σε υπηρεσίες και αλλού, είναι σημαντικά. Ομως κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι το ελεύθερο εμπόριο έχει την ικανότητα να ξεσηκώσει τον κόσμο σήμερα όπως τον 19ο αιώνα, ούτε ότι προσφέρει τόσο χώρο για πρόοδο σε ένα ήδη παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον όπως στον μερκαντιλιστικό 19ο αιώνα. Οι σύγχρονοι φιλελεύθεροι πρέπει να αναζητήσουν νέες μεταρρυθμίσεις εκεί όπου η κατάργηση των συνόρων και η αύξηση της ελευθερίας θα παράγουν για άλλη μια φορά μεταμορφωτικά οφέλη για άτομα και την κοινωνία.

Υπάρχουν πολλές επιλογές: από την εκ νέου σύνταξη για τη χρηματοδότηση προεκλογικών εκστρατειών που δίνουν στους λομπίστες υπερβολικά μεγάλη εξουσία στην πολιτική έως την κατάργηση των έμμεσων επιχορηγήσεων που ακόμα απολαμβάνει κομμάτι του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Δύο είναι οι κυριότεροι στόχοι: ο ένας είναι αγορά σε αστική γη. Ο άλλος, οι αντι-ανταγωνιστικές πεποιθήσεις της σύγχρονης οικονομίας και ιδιαίτερα της ψηφιακής – τεχνολογικής βιομηχανίας. Και στις δύο περιπτώσεις η μονοπωλιακή δύναμη διαστρεβλώνει τις αγορές με τρόπους που είναι οικονομικά σημαντικοί, πολιτικά δραστικοί και ηθικά αδικαιολόγητοι».

«Η διά βίου εκπαίδευση είναι απολύτως απαραίτητη»

«Πολύ περισσότερες γυναίκες εργάζονται σήμερα απ’ ό,τι στα μέσα του 20ού αιώνα. Πολύ περισσότερα νοικοκυριά είναι μονογονεϊκά. Οι δουλειές πλέον δεν διαρκούν για μια ζωή, ούτε έχουν συγκεκριμένο ωράριο. Πολλοί εργάζονται σε δύο δουλειές. Η υγειονομική περίθαλψη γίνεται πιο ακριβή και οι άνθρωποι ζουν περισσότερο.

Το σύστημα προσπαθεί να αντεπεξέλθει, όμως οι προσπάθειες δεν είναι ούτε επαρκείς (οι αυξήσεις της συνταξιοδοτικής ηλικίας δεν αντιστοιχούν στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής) ούτε δημοφιλείς. Η αυξανόμενη ανάγκη για γονεϊκές άδειες και για φροντίδα των παιδιών δεν έχει ικανοποιηθεί. Επίσης, η αλληλεπίδραση της φορολογικής πολιτικής και του συστήματος πρόνοιας συχνά κάνουν θέσεις εργασίας να μη φαίνονται δελεαστικές.

Για τους φιλελεύθερους οι αλλαγές στο κράτος πρόνοιας πρέπει να αρχίσουν με την εκπαίδευση. Χάρη στις παλαιές αλλαγές που ενίσχυσαν την πανεπιστημιακή μόρφωση, σήμερα τα κράτη κάνουν τις εκπαιδευτικές τους επενδύσεις σε άτομα 5-6 ετών και 20-21. Σήμερα οι επενδύσεις στα παιδιά των πρώτων τάξεων του δημοτικού έχουν πολύ μεγαλύτερο νόημα, καθώς βοηθούν πολλά από αυτά να αντιμετωπίσουν τη φτώχεια, παρά τα κονδύλια για τα πανεπιστήμια. Και οι άνθρωποι χρειάζονται εκπαίδευση και επιμόρφωση πολύ μετά το πανεπιστήμιο. Εδώ υπάρχει χώρος για πραγματικά μεγάλες αλλαγές. Η διά βίου μάθηση και εκπαίδευση είναι πλέον απολύτως απαραίτητη».