Μέχρι πότε οι «αρμόδιοι» θα αγνοούν τις προειδοποιήσεις των ειδικών για σχεδόν σίγουρες μελλοντικές καταστροφές; Γιατί πρέπει ο δύσμοιρος τούτος τόπος να θρηνεί νεκρούς και τεράστιες καταστροφές, που αν κάποιοι «αρμόδιοι» είχαν κάνει το καθήκον τους θα μπορούσαν να αποφευχθούν; 22 νεκροί στις πλημμύρες της Μάνδρας το 2017, ~100 νεκροί στις πυρκαγιές στο Μάτι στις 23/7/2018, χιλιάδες σπίτια με ζημιές και εκατοντάδες ολικά κατεστραμμένα. ΓΙΑΤΙ; Οι δικαιολογίες βέβαια είναι γνωστές: Ακραία φυσικά φαινόμενα, οι προηγούμενοι δεν έκαναν τίποτα, έλλειψη συντονισμού κλπ. Η πραγματική όμως αιτία δεν είναι άλλη από την παντελή έλλειψη μακροχρόνιου σχεδιασμού, την προχειρότητα που μαστίζει τούτο τον τόπο και την έλλειψη ευαισθησίας των πολιτικών μας για δράσεις με όχι άμεσα και εμφανή αποτελέσματα. Κυρίως σε αυτές, αλλά και σε άλλες παθογένειες του Ελληνικού κράτους, βρίσκονται τα αίτια όλων των μεγάλων φυσικών καταστροφών στη χώρα μας.

Το παρόν άρθρο, παρ’ όλο που δεν αναφέρεται σε πυρκαγιές, γράφεται τώρα με την ελπίδα ότι οι νωπές εικόνες της τραγωδίας στο Μάτι, ίσως επί τέλους ευαισθητοποιήσουν κάποιους αρμόδιους να λάβουν έγκαιρα προληπτικά μέτρα, ώστε να μη θρηνήσουμε νέα θύματα, αυτή τη φορά από σεισμούς, τη μεγαλύτερη απειλή κατά της ανθρώπινης ζωής και περιουσίας στη χώρα μας. Σε σύγκριση με τους νεκρούς των πρόσφατων πυρκαγιών και πλημμυρών, οι νεκροί από τους σημαντικότερους σεισμούς των τελευταίων 60 ετών στη χώρα μας ήταν πολύ περισσότεροι: 831 συνολικά, εκ των οποίων 143 το 1999 στο σεισμό της Αθήνας και 476 το 1953 στους σεισμούς της Κεφαλονιάς.

Ενώ η αποφυγή καταστροφών από πλημμύρες και πυρκαγιές απαιτεί σημαντικές επεμβάσεις σε έργα υποδομής, αντιθέτως, η αποφυγή θυμάτων από σεισμούς απαιτεί κάτι πολύ απλούστερο: ασφαλείς αντισεισμικές κατασκευές. Και ενώ ένα βασικό βήμα για αποφυγή σεισμικών καταστροφών έχει γίνει με τον εκσυγχρονισμό των Κανονισμών μας, το μεγάλο πρόβλημα της σεισμικής ασφάλειας των παλιότερων οικοδομών παραμένει. Από αυτές, τον μεγαλύτερο κίνδυνο αντιμετωπίζουν οι πολυκατοικίες με πιλοτή που κατασκευάστηκαν πριν την πρώτη αναβάθμιση των κανονισμών μας (1984) και κάποτε χαρακτηρίσθηκαν ως ωρολογιακή βόμβα. Για να αντιληφθεί κανείς το πρόβλημα, αρκεί να αναφέρουμε ότι η σεισμική αντοχή των οικοδομών αυτών είναι πολλαπλά μικρότερη από την αντοχή σύγχρονων οικοδομών. Η αμέλεια του κράτους για τη λήψη μέτρων ενίσχυσης των οικοδομών αυτών μόνο ως εγκληματική μπορεί να θεωρηθεί. Και τούτο διότι: (α) Οι οικοδομές αυτές παρουσιάζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο και τον μεγαλύτερο αναμενόμενο αριθμό θυμάτων σε μελλοντικούς σεισμούς, κάτι που οι ένοικοί τους αγνοούν. (β) Οι ένοικοι αυτοί δεν φέρουν καμία ευθύνη διότι ουδέποτε παρανόμησαν. (γ) Οι αναγκαίες ενισχύσεις είναι πολύ οικονομικές και εύκολες, διότι μπορούν να περιορισθούν στο ανοιχτό ισόγειο, και επομένως δεν απαιτούν προσωρινή μεταστέγαση ενοίκων (ουσιαστικά ανυπέρβλητο πρόβλημα). Επισημαίνουμε εδώ ότι οι ενισχύσεις αυτές, παρ’ όλο που δεν πετυχαίνουν τα επίπεδα ασφάλειας των σύγχρονων

Κανονισμών (που θα απαιτούσαν εκτεταμένες επεμβάσεις), θεραπεύουν την αχίλλειο πτέρνα της πιλοτής. Σχετικές μελέτες έχουν δώσει αντιπροσωπευτικά κόστη της τάξεως των 2.000-5.000 ευρώ για ιδιοκτήτη διαμερίσματος 100 τετραγωνικών. Ας συγκριθούν τα ποσά αυτά με τα πολλαπλάσια ποσά που διατίθενται από το κράτος για ανακούφιση πληγέντων από φυσικές καταστροφές. Η κάλυψη της μικρής αυτής, σχετικά, δαπάνης μπορεί να γίνει από τους ιδιοκτήτες των οικοδομών χωρίς οικονομική επιβάρυνση του Δημοσίου. Αρκεί η πολιτεία να λάβει μια σειρά διοικητικών και οικονομικών μέτρων (όπως εισάγοντας χρονικό ορίζοντα, π.χ. 15ετίας, για την ενίσχυση, ρυθμίζοντας νομοθετικά τα της λήψης σχετικής απόφασης ιδιοκτητών πολυκατοικίας, δίνοντας φορολογικά κίνητρα κ.λπ.). Τέτοια μέτρα, ανάλογα προς αυτά της ενεργειακής αναβάθμισης των οικοδομών, θα συνέβαλαν σημαντικά και στην αναζωογόνηση της οικοδομικής δραστηριότητας στη χώρα μας.

Δεν γνωρίζω αν υπήρξαν προειδοποιήσεις για τις τραγωδίες στη Μάνδρα και στο Μάτι. Γνωρίζω όμως ότι για τον σεισμικό κίνδυνο παλιών πολυκατοικιών με πιλοτή, εκτός από δημόσιες παρεμβάσεις σαν την παρούσα, είχε σταλεί σχετικό υπόμνημα το 2008 από τον ΟΑΣΠ προς το υπουργείο Υποδομών (Α. Πρωτ. 1329.18/7/2008) που δυστυχώς αγνοήθηκε. Όπως αγνοείται ότι : Κάθε μέρα που περνάει μάς φέρνει πλησιέστερα στην επόμενη καταστροφή! Πόσο πιο έντονα πρέπει κάποιος να προειδοποιήσει για την εγκληματική αυτή αμέλεια? Οι εισαγγελείς που αναζητούν τα αίτια των διαφόρων φυσικών καταστροφών ας κρατήσουν το παρόν άρθρο στο αρχείο τους.

* Ο Σταύρος Αναγνωστόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών με εξειδίκευση στις Αντισεισμικές Κατασκευές, ScD, ΜΙΤ