Σημαντική βελτίωση της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα καταγράφεται μετά την κλείσιμο των τριών τελευταίων αξιολογήσεων, με τις οποίες ολοκληρώθηκε το μνημόνιο.

Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνει η άνοδος των υπολοίπων των προθεσμιακών λογαριασμών, η πορεία των οποίων αποτελεί έναν από τους κρισιμότερους ποιοτικούς δείκτες αποτύπωσης της ψυχολογίας των καταθετών.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στο τέλος του περασμένου Ιουλίου φυσικά πρόσωπα είχαν τοποθετήσει σε προϊόντα προκαθορισμένης διάρκειας 44 δισ. ευρώ.
Πρόκειται για το υψηλότερο επίπεδο που καταγράφεται από τον Αύγουστο του 2015, λίγο δηλαδή μετά την επιβολή των capital controls.
Τους μήνες που ακολούθησαν, τα σχετικά μεγέθη εμφάνισαν έντονα πτωτικές τάσεις, οι οποίες θα ήταν ακόμη μεγαλύτερες εάν δεν υπήρχε η αρχική απαγόρευση στο πρόωρο «σπάσιμο» προθεσμιακών καταθέσεων.
Οι φόβοι των καταθετών
Ο φόβος για κούρεμα των καταθέσεων, αλλά και για τη γενικότερη πορεία της χώρας, μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου, δημιουργούσε ένα ισχυρό αντικίνητρο για τη διατήρηση χρημάτων σε προθεσμιακούς λογαριασμούς.
Το κλίμα επιδεινώθηκε καθώς η κυβέρνηση χρειάστηκε περίπου δύο χρόνια για να κλείσει τις δύο πρώτες αξιολογήσεις του προγράμματος, επιτείνοντας τις ανησυχίες των αποταμιευτών.
Αυτές αποτυπώθηκαν στη μείωση των υπολοίπων στα προϊόντα προθεσμίας, τα οποία από τα 55 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2015 μειώθηκαν μέχρι και το 39,7 δισ. ευρώ δύο χρόνια αργότερα.
Δεν ήταν λίγοι μάλιστα όσοι μετέφεραν χρήματα σε λογαριασμούς ταμιευτηρίου, ώστε να μπορούν κάθε εβδομάδα να «σηκώνουν» όσα τους επέτρεπε η νομοθεσία.
Ορόσημο για την αντιστροφή των τάσεων αποτέλεσε το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης στα μέσα του 2017. Μετά από αυτήν την εξέλιξη, φάνηκε ότι το πρόγραμμα «βγαίνει» και ότι ο κίνδυνος ενός νέου ατυχήματος έχει μειωθεί σημαντικά.
Έκτοτε, οι εισροές σε λογαριασμούς προθεσμίας είναι συνεχείς, κυρίως με την επιστροφή καταθέσεων είτε σε φυσική μορφή ή μέσω ρευστοποιήσεων αμοιβαίων κεφαλαίων ξένων οίκων, που είχαν αποκτηθεί στο α΄ εξάμηνο του 2015.
Η αντιστροφή της τάσης
Από το χαμηλό των 39,7 δισ. ευρώ, πλέον τα υπόλοιπα βρίσκονται λίγο πάνω από τα 44 δισ. ευρώ, ενώ έχουν συμπληρώσει 13 συνεχείς μήνες ανόδου.
Κι αυτό παρά την πτώση που έχουν καταγράψει τα επιτόκια στην περίοδο των capital controls: από το 1,81% τον Ιούνιο του 2015, στο 1/3 περίπου σήμερα, δηλαδή στο 0,62%.
Από τη μία πλευρά οι αρνητικές αποδόσεις σε τίτλους του εξωτερικού, που τρώνε το κεφάλαιο και από την άλλη θέματα ασφαλείας που σχετίζονται με τη διακράτηση χαρτονομισμάτων στο …στρώμα, σε συνδυασμό με τη μείωση των κινδύνων στο τραπεζικό σύστημα, αποτέλεσαν ισχυρούς καταλύτες επαναπατρισμού κεφαλαίων.
Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των καταθέσεων τοποθετήθηκε σε προθεσμιακούς λογαριασμούς, που προτιμήθηκαν έναντι των προϊόντων ανοιχτής ζήτησης, τα υπόλοιπα των οποίων αυξήθηκαν την ίδια περίοδο (Ιούνιος 2017 – Ιούλιος 2018) κατά το ήμισυ, περίπου 2.2 δισ. ευρώ.
Βέβαια, ο δρόμος που έχουν να διανύσουν οι τράπεζες έως την επιστροφή στην κανονικότητα είναι μακρύς. Σε σχέση με το τέλος του 2014, παρά την άνοδο των τελευταίων μηνών, τα υπόλοιπα επιχειρήσεων και νοικοκυρών στις τράπεζες υπολείπονται κατά 30 δισ. ευρώ περίπου.
Το ζητούμενο ωστόσο είναι να συνεχιστεί η άνοδος των μεγεθών, η οποία θα επιτρέψει την περαιτέρω χαλάρωση των capital controls, έως την οριστική εξάλειψή τους, που τοποθετείται χρονικά στο δεύτερο μισό του 2019.